«Όνειρο να ακούσω το Alexander the Great στην Αθήνα»!

Ο Ιγκόρ Ρακότσεβιτς μιλάει στο Gazzetta για την πρόταση του Ολυμπιακού στο τραπέζι, τη λατρεία για τους Iron Maiden και το περικάρπιο του Στιβ Χάρις ανάμεσα στα βραβεία του

Ο Ιγκόρ Ρακότσεβιτς είναι ένας τύπος με όψη περήφανη, που το βλέμμα του πετάει φωτιές και ουδέποτε μπήκε στη διαδικασία να δικαιολογήσει τον εαυτό του περαιτέρω, έχοντας ακόμη και σήμερα τον αέρα του ανθρώπου που ευχαριστεί όσους ξυπνάνε τον κακό εαυτό του. Ο Σέρβος αγαπήθηκε όπως θα ήθελε στη ζωή του σε Βελιγράδι και Βιτόρια, η φανέλα του έχει αποσυρθεί από τον Ερυθρό Αστέρα και την Μπασκόνια ενώ τα τρία βραβεία «Alphonso Ford», περισσότερα από κάθε άλλον στη EuroLeague, είναι εκεί για να περιφρουρούν τη φήμη ενός εκ των πιο χαρισματικών σκόρερ που πέρασαν ποτέ από τη διοργάνωση. 

Στα 45 του, δεν έχει πτοηθεί από το πέρασμα του χρόνου και ένα συνωμοτικό χαμόγελο φωτίζει το πρόσωπό του κάθε φορά που μιλάει για τους Iron Maiden, το μπάσο του Στιβ Χάρις και την αξεπέραστη φωνή του Μπρους Ντίκινσον. To «Up the Irons» είναι το μότο πάνω στο οποίο βαδίζει, αγωνιώντας να ζήσει ξανά και ξανά την ανατριχίλα στη ραχοκοκαλιά ακούγοντας το intro του Blade Runner στην περιοδεία The Future Past Tour 2024. «Έχω ήδη αγοράσει εισιτήρια για τα live τους στη Φιλαντέλφια, τη Νέα Υόρκη, την Μπογκοτά και για τα δυο στο Σαντιάγο, στα τέλη Νοεμβρίου. Επομένως, το πρόγραμμα φέτος έχει ΗΠΑ, Κολομβία και Χιλή. Δεν έχω σκοπό να χάσω άλλες ευκαιρίες. Από τη στιγμή που δεν παίζω πια μπάσκετ, θα πάω σε όσα περισσότερα live μπορώ» ξεκαθάρισε από την πρώτη στιγμή στη συνάντησή μας στην ακαδημία που διατηρεί τα τελευταία δύο χρόνια στο Βελιγράδι, έχοντας ακολουθήσει το Θηρίο σε περισσότερες από 50 συναυλίες σε όλο τον κόσμο! 

Πλέον μοιράζεται και εκείνος το συναυλιακό απωθημένο των Ελλήνων φανς της μπάντας, ένα από εκείνα τα πράγματα για τα οποία αξίζει τον κόπο να ζήσει κανείς μια μέρα ακόμα περιμένοντας. Να ακούσει, δηλαδή, το εμβληματικό Alexander the Great, ζητώντας το μάταια σε κάθε εμφάνισή τους στη χώρα μας. «Νομίζω ότι θα είναι μια από τις πιο iconic στιγμές στην ιστορία της μπάντας! Είναι όνειρο να τους δω να το παίζουν στην Αθήνα. Οι Έλληνες θα τρελαθούν. Θα ισοπεδώσουν το γήπεδο! Θέλω να είμαι και εγώ εκεί» παραδέχεται ο πρωταθλητής κόσμου με τη Γιουγκοσλαβία το 2002 στην Ιντιανάπολις και η καρδιά χοροπηδάει στο στήθος του.

Έπρεπε να μεγαλώσω αμέσως τη μέρα που έχασα τη μητέρα μου

Αν, λοιπόν, μπορούσες να συγκρίνεις τη διαδρομή σου στο μπάσκετ με ένα τραγούδι των Iron Maiden, ποιο θα ήταν αυτό και γιατί;

«Προφανώς το Killers! Είναι ένα  τραγούδι που μιλά για την εσωτερική πάλη ενός κατά συρροή δολοφόνου και το τι σκέφτεται ανάμεσα στις πράξεις του. Η μουσική και οι στίχοι έχουν κάτι από την παράνοια του Πολ Ντι Άνο. Στην καριέρα μου είχα πολλά παρατσούκλια. Ένα από τα αγαπημένα μου όσο έπαιζα στην Ισπανία ήταν το "instinto asesino" (σ.σ. "φονικό ένστικτο"), μιλώντας για το ένστικτο του δολοφόνου στο μπάσκετ. Θα μπορούσε να ήταν επίσης το Flight of Icarus. Πολλές φορές στη ζωή και στην καριέρα μου έπρεπε να μείνω όρθιος, να σταθώ ξανά στα πόδια μου και να επιστρέψω μετά από έναν τραυματισμό ή μια δύσκολη κατάσταση. Να γεννηθώ ξανά! Επομένως, θα πήγαινα και με αυτή την επιλογή. Εδώ οι Maiden διηγούνται ξανά τον μύθο του Ίκαρου αλλά από την ανάποδη αφού ο old man τον προτρέπει να πετάξει ψηλά ενώ ο ίδιος στέκεται σε έναν λόφο».

Για να είμαι ειλικρινής, περίμενα να μου πεις το Afraid To Shoot Strangers!

«Ναι! Ίσως και αυτό! Έχω τόσα πολλά τραγούδια στο μυαλό μου. Το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν φοβήθηκα ποτέ το σκοτάδι (σ.σ. αναφέρεται στο  Fear of the Dark). Νομίζω ότι θα ταίριαζε πολύ και το Book of Souls, που είναι σχετικό με τον πολιτισμό των Μάγια. Μου αρέσει πολύ η ιστορία, το να διαβάζω και να μελετάω αρχαίους πολιτισμούς όπως οι Αιγύπτιοι, οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι. Επίσης, σέβομαι πολύ το παρελθόν. Εν προκειμένω σέβομαι, αναγνωρίζω και εκτιμώ τις προηγούμενες γενιές του μπάσκετ, εκείνους που άνοιξαν τον δρόμο για εμάς».

Ποια ήταν τα πρότυπα της δικής σου γενιάς;

«Γεννήθηκα στα τέλη του 1970 και τα πράγματα ήταν εντελώς διαφορετικά εκείνα τα χρόνια. Οι αυθεντίες, εκείνοι που σεβόμασταν περισσότερο από τον καθένα ήταν οι δάσκαλοί μας, έξυπνοι και μορφωμένοι άνθρωποι. Τους νιώθαμε σαν γονείς και ήταν τεράστια ντροπή αν, για παράδειγμα, κάναμε κάτι κακό ή αν βρίζαμε.

Σήμερα δεν υπάρχει καμία ντροπή. Αντίθετα… Είσαι δημοφιλής όταν είσαι αγενής και επιθετικός, ειδικά στα social media. Επομένως, τα πρότυπά μου ήταν οι δάσκαλοί μου. Μιλώντας για το μπάσκετ, το είδωλό μου ήταν φυσικά ο Μάικλ Τζόρνταν! Πέρασα όλη την καριέρα μου βλέποντας τις κινήσεις του και προσπαθώντας να γίνω σαν αυτόν».

Υπάρχει μια στιγμή στη ζωή του καθενός, όσο μικρός και αν είσαι, που καταλαβαίνεις ότι κάτι πρέπει να κάνεις για να βρεθείς στην καλύτερη κατάσταση. Ποια ήταν η στιγμή που άλλαξε τη δική σου ζωή;

«Ήμουν 18 χρονών όταν έχασα τη μητέρα μου. Ήμασταν σε ένα τουρνουά μικρών Εθνικών στη Λωζάνη. Η μητέρα μου πέθανε το πρωί, ήμουν στο αεροπλάνο και όταν προσγειωθήκαμε, ο πατέρας μου με περίμενε στο αεροδρόμιο. Εκείνη τη μέρα έπρεπε να μεγαλώσω αμέσως! Δεν ήμουν παιδί πια. Έπρεπε να καταλάβω γρήγορα και με τον πιο σκληρό τρόπο τι είναι η ζωή. Φυσικά, ήταν πολύ δύσκολο όμως έχασα μόνο μερικές προπονήσεις. Έπρεπε να επιστρέψω και το μπάσκετ με βοήθησε να τα βγάλω πέρα, να σταθώ όρθιος και να ξεπεράσω μια από τις πιο δύσκολες καταστάσεις. Σίγουρα έκανε τα πράγματα πιο εύκολα».

Ανέφερες πριν τον Πολ Ντι Άνο, τον πρώτο frontman των Iron Maiden. Πιστεύεις ότι πήρε ό,τι του άξιζε;

«Έχω διαβάσει πολλά βιβλία για τους Iron Maiden και ο Ντι Άνο ήταν εκείνος που χρωμάτισε τα πρώτα βήματά τους με αυτό το χαρακτηριστικό γρέζι στη φωνή και αλητεία να περισσεύει. Ήταν το… τρελό άλογο της μπάντας, κουβαλούσε μια τρέλα στο κεφάλι του, ήταν μια απίστευτη παρουσία στη σκηνή. Ένας πανκ τύπος που δεν μπορούσες να αγνοήσεις, που είχε αυτό το χάρισμα όμως ήταν καταστροφικός για τον εαυτό του. Ο λόγος, ακριβώς, που δεν κατάφερε να μείνει τόσα χρόνια στους Maiden ήταν οι τάσεις αυτοκαταστροφής. Είναι κρίμα. Ήταν μια επαναστατική πανκ φιγούρα, η φωνή του είχε μια άγρια ομορφιά, ήταν ο άνθρωπος που είχε μάθει να τρομοκρατεί on stage όμως η μπάντα πέρασε στο επόμενο επίπεδο με τον Ντίκινσον. Αν θες τη γνώμη μου, ο Μπρους έχει καλύτερη φωνή από τον Ντι Άνο».

Σε προσωπικό επίπεδο, πιστεύεις ότι έχεις πάρει ότι σου αξίζει από το μπάσκετ;

«Είμαι αρκετά ικανοποιημένος. Νομίζω ότι η ζωή μού φέρθηκε καλά. Αναφορικά στο μπάσκετ και με δεδομένες τις συνθήκες κάθε φορά, πιστεύω ότι κατάφερα να δώσω το μάξιμουμ. Να βγάλω, δηλαδή, τον καλύτερο εαυτό μου εκεί έξω. Ίσως βέβαια να έπαιζα σε ακόμα πιο υψηλό επίπεδο αν είχα κάποιον δίπλα μου να μου έδινε καλύτερες συμβουλές. Δυστυχώς δεν είχα έναν τόσο καλό μέντορα όταν ήμουν νέος. Μου πήρε κάποια χρόνια να καταλάβω τι γίνεται, όταν άρχισα να παίζω μακριά από το σπίτι μου. Ήμουν 21-22 χρονών όταν άρχισα να κατανοώ πραγματικά το μπάσκετ και πόσο σημαντικό είναι να έχεις δίπλα σου έναν καλό συμπαίκτη. Ήμουν μεν πολύ γρήγορος και πολύ καλός σκόρερ, παράλληλα όμως ήμουν ατομιστής. Επομένως, μου πήρε χρόνο μέχρι να αρχίσω να παίζω σοβαρό μπάσκετ και να κατανοώ το ομαδικό παιχνίδι. Τότε μόνο ήλθαν οι μεγαλύτερες επιτυχίες στην καριέρα μου».

Πόσο σε επηρέασε ο πόλεμος στην πατρίδα σου;

«Για να είμαι ειλικρινής, δεν με επηρέασε τόσο πολύ. Ήμουν παιδί και δεν μπορούσα να καταλάβω τι συμβαίνει. Επίσης, η εμπόλεμη κατάσταση δεν ήταν τόσο κοντά στο Βελιγράδι που ζούσαμε. Φυσικά είχαν επιβληθεί κυρώσεις ενώ σε ό,τι αφορά τον αθλητισμό, οι Εθνικές μας δεν μπορούσαν να συμμετάσχουν στα διεθνή τουρνουά. Η Εθνική Ανδρών δεν μπορούσε, για παράδειγμα, να παίξει στο Ευρωμπάσκετ ή στο Παγκόσμιο Κύπελλο. Ήταν σκληρό όμως η Σερβία ήταν σε πραγματικό χάος με τον πληθωρισμό και τη φτώχεια ενώ υπήρχε πάντα ο φόβος του πολέμου. Όπως σου εξήγησα και πριν, το Βελιγράδι δεν ήταν εμπόλεμη ζώνη, επομένως αυτή η  κατάσταση δεν με επηρέασε σωματικά. Ήταν πιο σκληρό για τους γονείς μας και τους ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας. Ήμασταν παιδιά 12-13 χρονών και δεν καταλαβαίναμε τόσα  πολλά».

Το μονό με τον Μάικ Τζέιμς

Έκοψες το μπάσκετ το 2013 όμως παραμένεις ο παίκτης με τα περισσότερα βραβεία «Alphonso Ford» στην EuroLeague. Τελικά, τι χρειάζεται για να κερδίσεις τον τίτλο του κορυφαίου σκόρερ σε αυτή τη διοργάνωση; Επίσης, γιατί δεν σε έχει ξεπεράσει κανείς μέχρι σήμερα;

«Χρειάζεται πολλή δουλειά, αυτοπεποίθηση, ταλέντο και συγκέντρωση. Πιστεύω ότι δεν είναι τόσο εύκολο να σκοράρεις στη EuroLeague. Ορισμένοι από τους καλύτερους NBAers όπως ο Λούκα Ντόντσιτς και ο Νίκολα Γιόκιτς έχουν την ίδια άποψη. Ότι δηλαδή είναι πολύ πιο δύσκολο να σκοράρεις εδώ παρά στο ΝΒΑ. Δίχως αμφιβολία. Το ζήτημα στην Ευρώπη έχει να κάνει σε μεγάλο βαθμό με το scouting. Αν, για παράδειγμα, εμφανιστεί κάποιος από το πουθενά και αρχίσει να σημειώνει πολλούς πόντους σε κάθε παιχνίδι, θα το κάνει για κάποιο καιρό και μετά όλες οι ομάδες θα ρίξουν την προσοχή πάνω του με στόχο να τον σταματήσουν. Έτσι τα πράγματα γίνονται πιο δύσκολα χρόνο με τον χρόνο. Πιστεύω ότι η πραγματική ποιότητα ενός παίκτη στο σκοράρισμα φαίνεται όταν παίζει 10-12 χρόνια στη σειρά στο ίδιο επίπεδο. Ελάχιστοι παίκτες μπορούν να το κάνουν. Παίκτες όπως ο Ναβάρο, ο Σπανούλης και εγώ. Τέτοιου τύπου παίκτες που πάντα σκόραραν και κινούνταν στο ίδιο επίπεδο. Τώρα ο Μάικ Τζέιμς κάνει το ίδιο πράγμα! Είναι εξαιρετικός, σχεδόν ασταμάτητος! Για να απαντήσω, λοιπόν, στην ερώτησή σου, θεωρώ ότι είναι πιο δύσκολο να σκοράρει κανείς στην Ευρώπη με τα double-teams και τις τακτικές, όταν δηλαδή ο αντίπαλος βάζει δυο αντιπάλους πάνω σου ή όταν παίζει άμυνα deny  και δεν αφήνει να περάσει η πρώτη πάσα που είναι η πιο εύκολη».

Και εσύ πώς έσπασες αυτόν τον κανόνα;

«Δεν ξέρω. Ήμουν πάντα καλός σκόρερ. Από τότε που ήμουν πολύ μικρός, έβαζα την μπάλα στο καλάθι και αυτό ήταν δικό μου trademark. Ακόμα όμως και όταν χρειάστηκε να παίξω σαν πόιντ γκαρντ, υπήρξαν περιπτώσεις που ήμουν πρώτος στις ασίστ στο πρωτάθλημα, όπως συνέβη στη Σερβία! Το ίδιο στην Ισπανία, ήμουν πολύ κοντά στο να το πετύχω και εκεί. Ήξερα να πασάρω όμως ήμουν πάντα καλύτερος στο να σκοράρω και κάθε προπονητής μου ήθελε να το εκμεταλλευτεί».

Μίλησες νωρίτερα για τον Μάικ Τζέιμς; Θα τον κέρδιζες σε μονό στο prime σου;

«Ο Τζέιμς είναι ένας από τους αγαπημένους παίκτες μου, αν όχι ο πιο αγαπημένος! Σίγουρα θα ήταν ένα πολύ ενδιαφέρον matchup αφού και οι δυο μας μπορούμε να σκοράρουμε απίθανα καλάθια από το πουθενά. Ειδικά ο Μάικ, με το side step και τα μεγάλα τζαμπ σουτ. Παρ’ όλα αυτά, πιστεύω ότι θα είχα την ευκαιρία μου! Γιατί ήμουν πραγματικά γρήγορος παίκτης. Δεν ήμουν ο καλύτερος αμυντικός ωστόσο ήμουν εξαιρετικός σε ένα πράγμα στην άμυνα. Θα έπαιζα συνέχεια άμυνα deny και δεν θα άφηνα να περάσει η πρώτη πάσα σε αυτόν! Αν παίζαμε 5 εναντίον 5, θα είχα αυτή την τακτική. Μιλάμε για έναν εκπληκτικό παίκτη όμως έχω και εγώ μεγάλη εμπιστοσύνη στον εαυτό μου. Σίγουρα θα πίστευε ότι θα με κέρδιζε σε μονό όμως το ίδιο θα έλεγα και εγώ. Θα ήταν ένα πολύ κλειστό παιχνίδι, είμαι σίγουρος»!

Μου έλειπαν οι προπονήσεις του Ιβάνοβιτς και ξεκίνησα το Jiu Jitsu!

Στο προφίλ σου στην πλατφόρμα «X» αναφέρεις ότι ασχολείσαι με το ΜΜΑ και το Jiu Jitsu! Τουλάχιστον μπορούμε να  συμφωνήσουμε ότι δεν είναι οι πιο συνηθισμένες ασχολίες για έναν βετεράνο μπασκετμπολίστα, έτσι;

«Μεγάλωσα βλέποντας ταινίες πολεμικών τεχνών. Για να καταλάβεις, οι αγαπημένοι χαρακτήρες μου ήταν ο Ζαν-Κλοντ Βαν Νταμ και ο Μπρους Λι! Έβλεπα τις ταινίες και μετά προσπαθούσα να κάνω τις κινήσεις τους. Όταν αποσύρθηκα από το μπάσκετ, άρχισα να ασχολούμαι με τις πολεμικές τέχνες, με το Jiu Jitsu και το ΜΜΑ. Συμμετείχα, μάλιστα, σε αγώνες βραζιλιάνικου Jiu Jitsu και κατέκτησα το χρυσό μετάλλιο σε πρωτάθλημα για μπλε ζώνες στη Βόρεια Μακεδονία! Ως πιτσιρικάς, είχα εμμονή με τα γρήγορα αυτοκίνητα όπως, για παράδειγμα, το Lancia Integrale ή κάποια μοντέλα Mitsubishi. Έπειτα από μερικά χρόνια, έτρεξα σε αγώνες και κατέκτησα το χρυσό μετάλλιο. Φαίνεται πως ήμουν ταλαντούχος με τα πράγματα που μου άρεσαν όταν ήμουν παιδί. Όταν αγαπάς κάτι τόσο πολύ, η αίσθηση της χαράς όταν πετυχαίνεις κάτι είναι πιο μεγάλη».

Γιατί όμως καταπιάστηκες με το Jiu Jitsu;

«Ήταν η εποχή που έπαιζα στην Εφές Πίλσεν, τη διετία 2009-11. Τα προηγούμενα χρόνια ήμουν στην Μπασκόνια και είχα προπονητή τον Ντούσκο Ιβάνοβιτς. Η Εφές είχε διαφορετικό στιλ όσον αφορά την ένταση των προπονήσεων και την προετοιμασία. Μου έλειπε, λοιπόν, κάποια έξτρα δραστηριότητα για να μείνω σε φόρμα, να συνεχίσω να είμαι αρκετά δυνατός και γρήγορος, να μειώσω το ποσοστό λίπους. Επίσης, όπως γνωρίζετε, η Κωνσταντινούπολη είναι γνωστή για την ατελείωτη κίνηση που μπορεί να είναι εξαντλητική μερικές φορές. Δεν μπορούσα να πάω εύκολα στο γυμναστήριο. Επομένως αποφάσισα μαζί με τον φίλο μου, τον Μπόκι Νάχμπαρ να δοκιμάσουμε το Jiu Jitsu! Στο μεταξύ, βλέπαμε συνέχεια αγώνες UFC στο DVD και στους υπολογιστές μας. Η αλήθεια είναι ότι μας άρεσε πολύ όμως ήταν αδύνατο να το κάνουμε. Δεν ήταν δυνατόν η ομάδα να μας άφηνε να μπούμε σε… κλουβί του UFC! Τότε είπαμε ΟΚ, ας δοκιμάσουμε κάτι λιγότερο βίαιο, χωρίς τον κίνδυνο τραυματισμών. Έτσι αρχίσαμε να προπονούμαστε στο βραζιλιάνικο Jiu Jitsu. Είναι μια τρελή ιστορία. Συνέχιζα τις προπονήσεις τα καλοκαίρια και οι φίλοι μου έλεγαν πως ήμουν πραγματικά καλός και έπρεπε να πάρω μέρος σε τουρνουά. Έφτασα στο σημείο να κερδίζω χρυσά μετάλλια! Έχω μαύρη ζώνη τα τελευταία δύο χρόνια και προσπαθώ να βρω χρόνο για να μείνω σε φόρμα. Είναι πολύ απαιτητικό».

Ενώ, λοιπόν, οι περισσότεροι θέλουν να… αποφύγουν τον Ιβάνοβιτς, εσένα σου έλειψε η ένταση και στράφηκες στις πολεμικές τέχνες!

«Πάντα είχα τέτοιου είδους προπονητές. Πραγματικά σκληρούς προπονητές όπως ο Βέλιμιρ Περάσοβιτς, ο Μπόζινταρ Μάλκοβιτς, δάσκαλος του Ντούσκο Ιβάνοβιτς και ο Σβέτισλαβ Πέσιτς. Μιλάμε για πραγματικά σκληρούς κόουτς από τα  Βαλκάνια. Είχα συνηθίσει να προπονούμαι σκληρά από παιδί και αυτό ήταν το καλύτερο! Όταν προπονούμαι σκληρά, όταν περνάω δύσκολες ώρες στην προετοιμασία, τότε παίζω το καλύτερο μπάσκετ της ζωής μου! Τότε είμαι στην καλύτερη κατάσταση, νιώθω δυνατός και μπορώ να παίξω 40 λεπτά χωρίς διακοπή. Ίσως σε πολλούς δεν αρέσει ο Ντούσκο Ιβάνοβιτς και οι τακτικές του. Εκείνα τα χρόνια ήταν δυο φορές πιο σκληρός από ό,τι είναι σήμερα, σίγουρα. Όμως μου άρεσε! Το ίδιο στον Σκόλα, στον Σπλίτερ και στον Τελέτοβιτς. Όλοι τους έπαιξαν το καλύτερο μπάσκετ χάρη στο σύστημα του Ντούσκο».

Γιατί όμως μας αρέσει να βάζουμε ταμπέλες στον Ιβάνοβιτς; Ότι δήθεν είναι… δικτάτορας ή ότι οι προπονήσεις του είναι βασανιστήρια.

«Σε κάποιους παίκτες αρέσει να δουλεύουν σκληρά. Κάποιοι άλλοι προτιμούν να είναι φρέσκοι όλη την ώρα και να μην κουράζονται στις προπονήσεις με αποτέλεσμα να λειτουργούν καλύτερα όταν είναι πιο χαλαροί. Δεν είμαι έτσι. Πρέπει να δουλέψω σαν σκύλος στην προπόνηση για να παίξω καλά. Αν δεν προπονηθώ καλά, δεν μπορώ να παίξω. Σε μερικούς αρέσει, σε άλλους όχι. Σε κάθε περίπτωση, πιστεύω ότι ο Ντούσκο είναι πολύ-πολύ δίκαιος! Αν κάνεις ότι λέει στο παρκέ, αν εκπληρώσεις τους στόχους του, είσαι εντάξει και θα σου δώσει τις ευκαιρίες σου. Για μένα, ήταν ο καλύτερος».

Το ενδιαφέρον του Ολυμπιακού

Αγωνίστηκες στο κορυφαίο επίπεδο για πολλά χρόνια. Είχες ποτέ σου πρόταση από τον Ολυμπιακό ή τον Παναθηναϊκό;

«Υπήρχαν επαφές με τον Ολυμπιακό για μερικά χρόνια. Υπήρχε πρόταση στο τραπέζι. Ήταν μια πραγματικά καλή πρόταση όμως εκείνη της Εφές Πίλσεν ήταν καλύτερη εκείνη την εποχή. Ήταν η περίοδος που είχα φύγει από την Μπασκόνια. Είχα επίσης τον φίλο μου, τον Νάχμπαρ που είχε υπογράψει εκεί. Η Εφές έδειχνε μια πραγματικά καλή ομάδα, ικανή να παλέψει για την πρόκριση στο Final 4. Τουλάχιστον στα χαρτιά. Αποφάσισα, λοιπόν, να πάω στην Κωνσταντινούπολη. Όμως όπως σου εξήγησα, το ενδιαφέρον του Ολυμπιακού υπήρχε για χρόνια».

Από τον Παναθηναϊκό του Ομπράντοβιτς;

«Ο Παναθηναϊκός ήταν σχεδόν πάντα γεμάτος με παίκτες σαν εμένα. Είχε, για παράδειγμα, τον Σπανούλη και δεν είναι πάντα καλό να βάζεις στην ίδια ομάδα δυο παίκτες που έχουν το ίδιο στιλ. Υπήρχε ενδιαφέρον από τον Ομπράντοβιτς, το 2003 ή το 2004. Υπήρχε σοβαρό ενδιαφέρον από τον Ζέλικο και τον μάνατζέρ του, τον Αλεξάντερ Ράσκοβιτς όμως δεν προχώρησε ποτέ».

Στα ράφια του σπιτιού σου, ανάμεσα στα βραβεία της All-EuroLeague First Team και του πρώτου σκόρερ υπάρχει το περικάρπιο του Στιβ Χάρις στα χρώματα της Γουέστ Χαμ! Είναι σαν τίτλος για σένα;

«Έχω σε πραγματικά μεγάλη εκτίμηση τον Χάρις. Ο αρχηγός των Maiden είναι ιδιοφυία! Οι συνθέσεις και οι ιδέες του είναι φανταστικές. Βάζει στους στίχους του στοιχεία από τη μυθολογία, μιλάει για τις μεγαλύτερες μάχες στην ιστορία, για ήρωες και fictional χαρακτήρες, για όνειρα και θρύλους, για τις θρησκείες και τους πολιτισμούς. Είναι ένας ολοκληρωμένος μουσικός. Πολλοί λένε ότι μπορείς να μάθεις ιστορία από τους Iron Maiden με τραγούδια όπως το Alexander the Great, το Run to the Hills, το Paschendale ή το Clansman για τον αγώνα των Σκωτσέζων για την ανεξαρτησία τους. Εξάλλου, το Paschendale είναι ένα απίθανο κομμάτι για μια από τις μεγαλύτερες μάχες που έγιναν ποτέ στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι στίχοι του Χάρις είναι κάτι παραπάνω από μουσική! Είναι εκείνος που  έδωσε μεγαλοπρέπεια στην μπάντα, είναι εκεί από το 1975 και ένα από τα πράγματα που ήθελα πραγματικά  ήταν το περικάρπιό του! Πέρσι ταξίδεψα στην Πολωνία, για ένα live τους στην Κρακοβία και ευτυχώς ήμουν στην πρώτη σειρά. Ήμουν πολύ τυχερός όταν κοίταξε στο πλήθος και το πέταξε στην πλευρά μου! Κανείς δεν είχε τύχη να το πάρει από τα χέρια μου! Το άρπαξα και ήμουν ο πιο χαρούμενος άνθρωπος στον κόσμο! Έχει πλάκα γιατί πήρα ακόμα ένα περικάρπιο του Χάρις σε ένα άλλο live. Έχω δύο».

Με τι μπορείς να συγκρίνεις το συναίσθημα όταν ξεκινάει το live με τον λόγο του Τσόρτσιλ στο απόλυτο συναυλιακό opener των Iron Maiden, το Aces High;

«Όχι, όχι! Για μένα, το καλύτερο συναίσθημα είναι όταν ξεκινούν με το Somewhere in Time, με το intro του Blade Runner πριν ανέβουν στο stage».

Πώς όμως ξεκίνησε αυτό το κόλλημα;

«Ήμουν 14 χρονών και βρέθηκα στο Μπαθ, μια Πανεπιστημιούπολη στη νοτιοδυτική Αγγλία με τις μικρές Εθνικές της Σερβίας. Παρεμπιπτόντως, είχα σπάσει το χέρι μου όμως ο προπονητής μου με πήρε μαζί επειδή ήμουν ο καλύτερος παίκτης της γενιάς μου και ήθελε να είμαι κοντά στην ομάδα. Θυμάμαι πως τα άλλα παιδιά έκαναν προπόνηση και ο κόουτς μου είπε να βγω λίγο έξω, να περπατήσω και να χαλαρώσω. Έτσι, λοιπόν, πήρα το λεωφορείο και κατέβηκα στην πόλη όπου υπήρχαν μεγάλα μαγαζιά με βινύλια και κασέτες. Εκείνη την εποχή έβλεπα στην τηλεόραση μόνο τους Metallica, οι Iron Maiden δεν ήταν τόσο mainstream, ας πούμε. Πήγα να αγοράσω μια κασέτα τους, νομίζω το Enter Sandman ή κάτι τέτοιο, δεν είμαι σίγουρος. Όταν πήγα να πάρω την κασέτα των Metallica, υπήρχε δίπλα ένας τύπος με δερμάτινο παντελόνι και τζάκετ, με μακρύ μαλλί που… κατέβασε το χέρι μου και μου φώναξε: "Όχι, όχι, όχι! Μην το αγοράσεις αυτό! Έλα από εδώ". Και μου έδειξε το Caught Somewhere in Time! Μου άρεσε πολύ το εξώφυλλο, αγόρασα επίσης το Live After Death και ένα γουόκμαν. Επέστρεφα στη στάση του  λεωφορείου όταν έβαλα την κασέτα να παίξει και ξεκίνησε με την εισαγωγή του Caught Somewhere in Time, του ομώνυμου κομματιού. Δεν μπορώ να σου εξηγήσω πώς ένιωσα! Ανακάλυψα έναν νέο κόσμο. Ακόμα και σήμερα μιλάω για αυτό και μου προκαλεί ανατριχίλα»!

Έβαλα τα κλάματα μαζί με την κόρη μου στο Run to the Hills

Και ποια ήταν η καλύτερη συναυλιακή εμπειρία της ζωής σου;

«Η καλύτερη στιγμή συνέβη το 2022 στο Βελιγράδι, όταν είχα πάει μαζί με την κόρη μου. Ξέρει όλα τα τραγούδια τους, αν της βάλεις ένα κομμάτι για μερικά δευτερόλεπτα, θα σου πει αμέσως ποιο είναι. Το αγαπημένο της όμως είναι το Run to the Hills. Όταν, λοιπόν, άρχισαν να παίζουν το τραγούδι, όταν άρχισε να… καλπάζει το μπάσο του Στιβ Χάρις, τη σήκωσα στους ώμους μου. Ούρλιαζε, φώναζε και τραγουδούσε με όλη τη δύναμή της!!! Δεν θα το ξεχάσω ποτέ στη ζωή μου. Άρχισα να κλαίω! Με είδε, άρχισε να κλαίει κι εκείνη και με πήρε μια μεγάλη αγκαλιά. Αυτό που έζησα εκείνη τη στιγμή ήταν τόσο έντονο. Σίγουρα η καλύτερη εμπειρία στα live και κυρίως, μια από τις πιο συναισθηματικές στιγμές της ζωής μου».

Φτιάξε μου το δικό σου Top-5 με τα καλύτερα άλμπουμ των Iron Maiden.

«Στην κορυφή θα βάλω το Powerslave. Ειλικρινά, αυτό το άλμπουμ έχει μερικά από τα καλύτερα τραγούδια που έχουν γραφτεί ποτέ. Για παράδειγμα, το Rime of the Ancient Mariner είναι αριστούργημα! Πρόκειται για ένα φανταστικό άλμπουμ με οκτώ κομμάτια χωρίς αδυναμίες. Οι κιθάρες, τα ντραμς και ειδικά τα φωνητικά του Ντίκινσον είναι καταπληκτικά.

Στο νούμερο 2 το Number of the Beast, είναι ένα εμβληματικό άλμπουμ που τους έκανε γνωστούς σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Θα συνεχίσω με το Caught Somewhere in Time. Στο νούμερο 4 θα πάω πιθανότατα με το Book of Souls. Και θα κλείσω με το Iron Maiden, το πρώτο άλμπουμ με το οποίο συστήθηκαν. Το Phantom of the Opera είναι τόσο ξεχωριστό. Αυτά είναι τα πέντε αγαπημένα άλμπουμ μου».

Αν είχες την ευκαιρία να φτιάξεις τη setlist στην τελευταία περιοδεία  τους, ποια κομμάτια θα έβαζες μέσα;

«Θα άρχιζα με το Somewhere in Time, με το intro του Blade Runner. Εξάλλου, δεν μου αρέσει τόσο πολύ το Doctor Doctor, προτιμώ όταν ξεκινούν με το Transylvania. Θα συνέχιζα με το Where Eagles Dare και μετά θα πήγαινα πιθανότατα με το Paschendale και το Sign of the Cross. Ύστερα θα έβαζα κάτι πιο γρήγορο σαν το Speed of Light ή κάτι τέτοιο. Σίγουρα επίσης και το For the Greater Good of God ή το The Talisman. Θα συνέχιζα με κάποια εμβληματικά κομμάτια όπως το Fear of the Dark και αυτά που αρέσουν στον κόσμο να ακούει στα live. Όμως για εμάς που ακούμε τους Iron Maiden για χρόνια και χρόνια, μας αρέσουν αυτά τα τόσο ξεχωριστά τραγούδια. Για παράδειγμα, στο νούμερο 10 θα έβαζα το Phantom of the Opera. Θα ήταν τρέλα! Και θα έκλεινα το live με το Wasted Years».

Ποια είναι η μεγαλύτερη θυσία που έχεις κάνει για αυτή την μπάντα;

«Έχω ταξιδέψει από το Βελιγράδι στη Χιλή για να δω τους Iron Maiden από κοντά! Όμως τη μεγαλύτερη θυσία την κάνεις πάντα όταν θες να βρεθείς στην πρώτη σειρά (γέλια). Ταξίδεψα στην Πράγα μαζί με τον φίλο μου για ένα live τους και ήθελα να είμαι ανάμεσα στους πρώτους που θα έμπαιναν στην αρένα. Ήρθαμε, λοιπόν, στο γήπεδο από το περασμένο βράδυ! Αποφασίσαμε να περάσουμε τη νύχτα στο σημείο που θα ξεκινούσε η ουρά για να μην χάσουμε τη σειρά μας από κανέναν. Υπήρχε μόνο ένας τύπος πριν από εμάς. Κοιμήθηκα στο γρασίδι, θα περίμενα όσο και αν χρειαζόταν! Πέρασα το βράδυ μου εκεί μέχρι να έρθει ο φίλος μου και να πάω στο ξενοδοχείο για μερικές ώρες προκειμένου να ξεκουραστώ για λίγο και να  επιστρέψω. Επομένως, ναι, μπορώ να πω ότι αυτή ήταν μια μεγάλη θυσία».

Είναι ένα συναυλιακό απωθημένο να ακούσεις το Alexander the Great στην Αθήνα; Μπορείς να φανταστείς τι θα γίνει στο ΟΑΚΑ εκείνη τη στιγμή;

«Ξέρω τι σημαίνει για τους Έλληνες να το ακούσουν στη χώρα τους. Το έπαιξαν στην τελευταία περιοδεία τους, στο Future Past Tour και νομίζω ότι πρέπει να το κάνουν κάποια στιγμή στην Αθήνα! Θα είναι μια από τις μεγαλύτερες Iron Maiden στιγμές στην ιστορία! Οι Έλληνες θα ισοπεδώσουν την αρένα! Είμαι σίγουρος! Οι Έλληνες είναι τρελοί σαν εμάς, επομένως αν κάποια στιγμή οι Maiden παίξουν το Alexander the Great, θα γίνει πανικός! Θα ήθελα να είμαι εκεί. Ελπίζω, βασικά, να επιβιώσουν όλοι (γέλια). Θα είναι η απόλυτη παράνοια. Τι να πω. Ίσως φοβούνται να το παίξουν στην Αθήνα για αυτόν τον λόγο».

Ποιο είναι το αγαπημένο σου μέλος της μπάντας και γιατί;

«Ο Στιβ Χάρις! Είναι εκείνος που ίδρυσε τους Iron Maiden, είναι εκεί από την αρχή και έχει γράψει αριστουργήματα. Ειδικά τα progressive epic κομμάτια, εκείνα που διαρκούν παραπάνω από το κανονικό και μου αρέσουν περισσότερο. Το 60% των κομματιών της μπάντας έχουν την υπογραφή του Χάρις και είναι πραγματικά τόσο ξεχωριστός».

Υπάρχουν κάποια κομμάτια τους που πιστεύεις πως είναι υποτιμημένα και αξίζουν ενδεχομένως μεγαλύτερης προσοχής;

«Φυσικά! Υπάρχουν τόσα πολλά υποτιμημένα τραγούδια όπως, για παράδειγμα, το Montségur, το Paschendale, το For the Greater Good of God, το Duellists, το Virus, το Book of Souls και τόσα άλλα! Υπάρχουν δεκάδες τραγούδια τους που αξίζουν περισσότερη προσοχή».

Μπάσκετ και χέβι μέταλ. Πώς κατάφερες να συνδυάσεις δυο εντελώς ανόμοιες καταστάσεις και πού μπορεί να οδηγήσει αυτό το... εκρηκτικό μείγμα;

«Είναι αλήθεια ότι οι μπασκετμπολίστες δεν προτιμούν τη χέβι μέταλ μουσική. Βλέποντας τη μεγάλη εικόνα, πιστεύω ότι η μουσική σε ορίζει ως άνθρωπο με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους. Μπορείς, δηλαδή, να καταλάβεις το μορφωτικό επίπεδο ή τη συναισθηματική και πνευματική κατάσταση κάποιου. Δεν μιλάμε απλώς για μουσικές προτιμήσεις αλλά για επιλογές που σε ορίζουν. Για να πω την αλήθεια, έχω προσπαθήσει μερικές φορές να βάλω Iron Maiden στα αποδυτήρια ωστόσο κάποιοι συμπαίκτες μου έκαναν παράπονα! Έτσι κι εγώ έβαλα τα ακουστικά μου. Δυστυχώς ήμουν η εξαίρεση στον κανόνα. Κανείς δεν ήταν εξοικειωμένος με αυτή τη μουσική. Φυσικά οι Αμερικανοί προτιμούν τη ραπ όμως όλα αυτά τα χρόνια δεν άλλαξα ποτέ τις προτιμήσεις μου. Δεν με νοιάζει τι σκέφτεται ή τι προτιμά ο άλλος. Η χέβι μέταλ είναι η καλύτερη μουσική στον πλανήτη»!

Αν έπρεπε να μυήσεις κάποιον σε αυτή τη μουσική, ποιο τραγούδι θα επέλεγες;

«Πολλοί άνθρωποι είναι προκατειλημμένοι με το μέταλ και τους Iron Maiden. Ίσως θεωρούν ότι είμαστε απλώς κάποιοι... βάρβαροι που ουρλιάζουν. Γι' αυτό, λοιπόν, θα επέλεγα ως κομμάτι μύησης κάτι πιο σοφτ όπως το Run to the Hills ή το 2 Minutes to Midnight. Είμαι σίγουρος ότι θα τους άρεσε η μελωδία και θα καταλάβαιναν γρήγορα ότι με αυτή τη μουσική μπορούν να μάθουν πολλά για την ιστορία και τον κόσμο, για τους πολέμους και ορισμένες από τις μεγαλύτερες μάχες που έγιναν ποτέ, για ήρωες και θρύλους, για τη μυθολογία, τα όνειρα και τη φαντασία. Αν πάλι θες να δείξεις σε κάποιον τι εκπροσωπεί αυτή η μουσική, θα επέλεγα το Phantom of the Opera ή το Montségur. Είναι δυο αυθεντικά κομμάτια που εκφράζουν την ποιότητα της χέβι μέταλ μουσικής».

Έδενα βιβλία γύρω από τα πόδια μου για να βελτιώσω το άλμα μου

Κυκλοφορεί μια απίστευτη ιστορία για τον τρόπο που κατάφερες να βελτιώσεις το άλμα σου! Μπορείς, λοιπόν, να μας περιγράψεις την προπόνησή σου, όταν ανεβοκατέβαινες 18 ορόφους στην πολυκατοικία σου;

«Είναι αλήθεια. To όνειρό μου ως παιδί ήταν να γίνω σαν τον Μάικλ Τζόρνταν. Και ο στόχος μου ήταν να κερδίσω τον διαγωνισμό καρφωμάτων! Δεν με ενδιέφερε να κερδίσω τη EuroLeague, το πρωτάθλημα στο ΝΒΑ ή τον διαγωνισμό τριπόντων. Αλλά τα καρφώματα στο All-Star Game! Ήμουν σούπερ αθλητικός, ήμουν 1μ.85 και μπορούσα να κάνω κάρφωμα-ανεμόμυλο. Προσπάθησα, λοιπόν, να βελτιώσω το άλμα μου με κάποιον τρόπο, επομένως σκέφτηκα μια απλή λύση. Ανεβοκατέβαινα τους ορόφους κουβαλώντας τη  σχολική τσάντα μου! Δεν έπαιρνα ποτέ το ασανσέρ. Έτρεχα πάνω-κάτω τους ορόφους και οι γείτονές μας πίστευαν πως ήμουν τρελός! Σίγουρα δεν ήταν καλό για τη σπονδυλική στήλη. Τότε αποφάσισα να κάνω κάτι άλλο. Εκείνη την εποχή ζούσαμε με κυρώσεις και φτώχεια, επομένως δεν υπήρχαν καταστήματα με αθλητικά είδη. Σκέφτηκα να βάλω βάρη στα πόδια μου. Και επειδή δεν είχα κάτι άλλο, πήρα τα σχολικά βιβλία και τα έδεσα με μια ταινία γύρω από τα πόδια! Προσπάθησα να τρέξω έτσι όμως ήταν αδύνατον. Η ταινία κόπηκε πολύ εύκολα. Ο πατέρας μου με είδε και πήρε τηλέφωνο έναν φίλο του στη Σλοβενία. Εκεί μπορούσες να βρεις αυτή τη μέθοδο εκγύμνασης. Αυτός ο άνθρωπος έδωσε τη λύση».

Γεννήθηκες στη Σερβία όμως πέρασες τα καλύτερα χρόνια της καριέρας σου στην Ισπανία. Γιατί η Μπασκόνια δεν κατάφερε να κερδίσει ποτέ τη EuroLeague, μολονότι είχε παίκτες στο ρόστερ της όπως εσύ, ο Σπλίτερ, ο Τελέτοβιτς και ο Πριχιόνι;

«Είχαμε τις ευκαιρίες μας στην Αθήνα και στη Μαδρίτη. Το 2007 ο Παναθηναϊκός ήταν καλύτερος. Την επόμενη χρονιά, όμως, ήμασταν τόσο κοντά στον ημιτελικό με την ΤΣΣΚΑ Μόσχας. Το ματς κρίθηκε στις δυο-τρεις κατοχές. Η Μπασκόνια ήταν μια πολύ δυνατή ομάδα όμως μην ξεχνάμε ότι μιλάμε για μια μικρή πόλη, με μικρή επιρροή. Όταν έχεις απέναντί σου ομάδες όπως η ΤΣΣΚΑ, καλώς ή κακώς, τις σέβονται λίγο παραπάνω. Είτε το θέλεις, είτε όχι. Δεν ψάχνω δικαιολογίες, είναι κάτι φυσιολογικό. Ήμασταν πραγματικά κοντά σε εκείνον τον αγώνα. Δυστυχώς ήμασταν πολύ άτυχοι εκείνοι τη διετία γιατί ο Παναθηναϊκός και η ΤΣΣΚΑ Μόσχας ήταν στα καλύτερά τους! Είχαν παρουσιάσει τις καλύτερες ομάδες τους! Αν μιλούσαμε για τρία χρόνια νωρίτερα ή αργότερα, ίσως τα πράγματα να ήταν διαφορετικά. Παρ’ όλα αυτά, κερδίσαμε τίτλους στην Ισπανία, ήμασταν μια πραγματικά ξεχωριστή ομάδα. Η μπάλα γύριζε τόσο γρήγορα, οι Αργεντινοί "έδεσαν" τόσο καλά με τους παίκτες από τα Βαλκάνια και το μπάσκετ που έπαιξε η Μπασκόνια ήταν ελκυστικό».

Είχες, επίσης, την ευκαιρία να ζήσεις το όνειρο του ΝΒΑ με τους Τίμπεργουλβς. Ποια ήταν η καλύτερη ανάμνησή σου;

«Είχα την ευκαιρία να παίξω για λίγα λεπτά απέναντι στον παιδικό μου ήρωα, τον Μάικλ Τζόρνταν. Έπαιξα για τρία λεπτά, σούταρε μια φορά μπροστά μου όμως αστόχησε και πέτυχα layup στην αμέσως επόμενη φάση. Για την ακρίβεια, το σκορ μεταξύ μας ήταν 4-0 αφού κέρδισα φάουλ στη συνέχεια και έβαλα δυο βολές (γέλια).

Ήταν η τελευταία χρονιά του Τζόρνταν, έπαιζε στους Γουίζαρντς όμως πιστεύω πως ακόμα και τότε ήταν καλύτερος από εμένα. Σε γενικές γραμμές, δεν μου δόθηκε η δυνατότητα να παίξω πολύ στο ΝΒΑ. Δεν θα ξεχάσω ποτέ ένα σκηνικό στο πρώτο παιχνίδι μου. Η μπάλα έφτασε στα χέρια μου και το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να προσπαθήσω να καρφώσω πάνω από τον Σον Κεμπ! Τελικά έχασα το κάρφωμα όμως κέρδισα φάουλ και πέτυχα δυο βολές. Ο Κέβιν Γκαρνέτ είχε τρελαθεί! Ήταν τόσο χαρούμενος  για εμένα, δεν μπορούσε να φανταστεί ότι θα προσπαθούσα να καρφώσω πάνω από τον Κεμπ. Τον άκουγα να φωνάζει: "Γουάου! Δικέ μου! Τι πήγες να κάνεις τώρα"; Ήταν η πρώτη επαφή μου με την μπάλα. Δυστυχώς ο προπονητής μου στη Μινεσότα δεν μου έδωσε χρόνο να δείξω τι μπορώ να κάνω. Είμαι σίγουρος πως αν μου δινόταν μια πραγματική ευκαιρία, θα έμενα στο ΝΒΑ για 10-15 χρόνια. Παρ’ όλα αυτά, είμαι πραγματικά χαρούμενος για τον τρόπο που εξελίχθηκε η καριέρα μου. Έπαιξα στον Ερυθρό Αστέρα και την Μπασκόνια που έχουν αποσύρει τη φανέλα μου! Κέρδισα τόσους τίτλους, ένιωθα σημαντικός, ήμουν πάντα ο καλύτερος ή ένας από τους καλύτερους παίκτες όπου και αν έπαιξα. Σίγουρα πάντως έχω τις πιο ωραίες αναμνήσεις σε κάποιους που έμειναν για 15 χρόνια στο ΝΒΑ και δεν κέρδισαν τίποτα. Μπορεί να έχουν περισσότερα χρήματα αλλά δεν με ενδιαφέρει».

Τώρα ανοίγεις μεγάλη κουβέντα… Για το αν κάποιος που είναι πρωταγωνιστής στην Ευρώπη αξίζει τον κόπο να πάει στο ΝΒΑ και να γίνει ρολίστας ή να μην έχει χρόνο στο rotation.

«Είναι… ένα εκατομμύριο φορές καλύτερα να μείνεις στην Ευρώπη, να κερδίσεις τίτλους, να νιώθεις σημαντικός, να κρίνεις αγώνες στο φινάλε, να νιώθεις ως ένας από τους καλύτερους και να φτιάξεις την κληρονομιά σου από το να είσαι όγδοος ή ένατος στο ΝΒΑ. Σύμφωνοι, εκεί θα βγάλεις παραπάνω χρήματα αλλά είναι πολύ πιθανό να μην κερδίσεις τίποτα. Αυτή είναι η άποψή μου».

Ήσουν μέλος της Γιουγκοσλαβίας που κατέκτησε την κορυφή του κόσμου στην Ιντιανάπολις, μέσα στην έδρα των Αμερικανών, το 2002. Έχεις πει στο παρελθόν ότι αυτή ήταν η καλύτερη στιγμή της καριέρας σου. Έχεις κάποια ανέκδοτη ιστορία από εκείνο το Μουντομπάσκετ;

«Είχαμε χάσει από το Πουέρτο Ρίκο στον πρώτο αγώνα της β’ φάσης, παίξαμε άσχημα και θα πέφταμε πάνω στους Αμερικανούς στα προημιτελικά. Θυμάμαι το meeting πριν από εκείνο το παιχνίδι. Πολλοί έλεγαν ότι ήμασταν soft ομάδα και ότι θα χάναμε εύκολα. Μαζευτήκαμε, λοιπόν, πριν από τον αγώνα και θυμάμαι τον κόουτς Πέσιτς να πέφτει στο πάτωμα και να αρχίζει να ουρλιάζει! "Πρέπει να πεθάνουμε στο παρκέ! Με ακούτε; Με καταλαβαίνετε; Πρέπει να πεθάνουμε στο γήπεδο"! Ήταν… δραματικό να βλέπεις τον κόουτς στο πάτωμα να φωνάζει έτσι, ήταν τρομακτικό όμως μας βοήθησε! Εκείνες οι φωνές μας ξύπνησαν και στο τέλος η ιστορία έγραψε ότι γίναμε πρωταθλητές κόσμου».

Στον λογαριασμό σου στα social media έχεις ποστάρει μια φανταστική φωτογραφία με όλα τα μετάλλια, τα βραβεία και τους τίτλους που πανηγύρισες ως παίκτης. Ποιο πιστεύεις πως είναι το legacy του Ιγκόρ Ρακότσεβιτς στο ευρωπαϊκό μπάσκετ;

«Νομίζω πως η κληρονομιά μου είναι το σκοράρισμα. Κάποιος μπορούσε να με αγαπήσει ή να με μισήσει, σίγουρα όμως ήταν διασκεδαστικό και ενδιαφέρον να με βλέπει να παίζω μπάσκετ. Ήμουν πολύ δυναμικός, έβγαζα τρομερό πάθος κάθε φορά και το legacy που κουβαλώ μαζί μου είναι οι τίτλοι του πρώτου σκόρερ στη EuroLeague, στην Ισπανία και όπου αλλού αγωνίστηκα. Σε ομαδικό επίπεδο, η πιο σημαντική και, παράλληλα, πιο πετυχημένη εποχή μου ήταν στην Μπασκόνια. Άφησα το σημάδι μου σε αυτό το κλαμπ και η αγάπη που παίρνω ακόμη και σήμερα είναι ό,τι καλύτερο μπορούσε να μου συμβεί».

Φωτογράφιση στο Βελιγράδι: Darko Duckin

Art direction / γραφικά: Χρήστος Ζωίδης / Ευαγγελία Λώλου

PHOTO CREDITS: InTime Sports, Eurokinissi, Getty Images, αρχείο Igor Rakočević