ΝΤΙΡΚ ΝΟΒΙΤΣΚΙ

Ο άνθρωπος που βγήκε από το κομπιούτερ

Ο Ντιρκ Νοβίτσκι των Μιλγουόκι Μπακς. Ωραίο δεν ακούγεται; Με τον ίδιο τρόπο που το σήμερα είναι «μια λεπτή ακολουθία από επόμενες στιγμές» (κοπιράιτ Σπρίνγκστιν), η ιστορία γράφεται με μία σειρά από «what if». 

Τι θα συνέβαινε, αν ο 20χρονος Γερμανός αφιέρωνε το μέλλον του και το όραμα όσων τον γαλούχησαν στην ομάδα που του χάρισε το πρώτο καπελάκι; 

Στο ντραφτ του 1998, το σχεδόν άγνωστο ακόμα και στην Ευρώπη όνομα Dirk Nowitzki (εμφανώς πολωνικής προέλευσης) ακούστηκε από τα χείλη των Ντέιβιντ Στερν όταν έφτασε η σειρά όχι των Μάβερικς, αλλά των Μπακς. 

Το γράφει φαρδύ πλατύ και η συλλεκτική κάρτα του Νοβίτσκι, το «χαρτάκι» που λέγαμε μικροί: Dirk Nowitzki – drafted by the Milwaukee Bucks. Με την 9η επιλογή. Ο Ντιρκ φόρεσε πράσινα, αλλά όχι με ελάφι στο στήθος. Ένα ατίθασο πουλάρι, όπως ο ίδιος, είναι το σύμβολο των Ντάλας Μάβερικς. 

Εάν o German Freak έμενε στο παγερό Μιλγουόκι, μπορεί να μην υπήρχε σήμερα Greek Freak όπως τον ξέρουμε. Να γιόρταζε ο Γιάννης μας την ονομαστική εορτή του σε κάποια άλλη πόλη, ίσως και της Ευρώπης. Και χωρίς δαχτυλιδάκι στο δάχτυλο. 

Το ριφιφί του Ιουνίου 1998 ήταν προμελετημένο, αλλά δεν παύει να αποτελεί έγκλημα. Η πολλαπλή ανταλλαγή που προσυμφωνήθηκε ανάμεσα στους Μάβερικς, τους Μπακς και τους Σανς έστειλε στο Ντάλας τα δικαιώματα του Νοβίτσκι και τον Στηβ Νας. Ο (ποιος;) Πατ Γκάριτι κατέληξε στο Φίνιξ και ο (αείμνηστος) Ρόμπερτ «Τράκτορ» Τρέιλορ στο Μιλγουόκι. Όπως έγραφα σε παλαιότερο σημείωμα, οι Μπακς έδωσαν ένα διαστημόπλοιο και πήραν για αντάλλαγμα ένα τρακτέρ. 

Στο Μιλγουόκι, ούτε που πήραν χαμπάρι τη ληστεία. «Ο Τρέιλορ είναι καλός σκόρερ στο λόου ποστ, αλλά και σπουδαίος ριμπάουντερ και ικανός αμυντικός», έγραψε η τοπική Milwaukee Journal-Sentinel. «Τώρα που έχασε βάρος, είναι εκρηκτικός και αθλητικός». Και δώσ’ του πανηγύρια. Τους άγνωστους λευκούς Ευρωπαίους, οι Αμερικανοί φανς του ΝΒΑ τους κοιτάζουν στα δόντια. Ιδίως ήταν αυτά είναι και λιγάκι στραβά. 

Ο… τρακτέρ Τρέιλορ έμεινε στο Μιλγουόκι δύο χρόνια και άφησε για παρακαταθήκη της υπέρβαρης θητείας του 4,5 πόντους και 3,2 ριμπάουντ. Ο Ντον Νέλσον και οι Τεξανοί φίλοι του απομακρύνθηκαν τρέχοντας από το ταμείο, πριν οι άλλοι καταλάβουν το λάθος τους. Με μία μπάζα ολκής, απέκτησαν δύο μελλοντικούς MVP. Τουλάχιστον, οι Μπακς έμαθαν από το πάθημά τους, που δεν ήταν δα το πρώτο. Την επόμενη φορά που βρέθηκαν αντιμέτωποι με ένα πηγαίο αλλά αινιγματικό ταλέντο από την Ευρώπη, μιάμιση δεκαετία αργότερα,  το υποδέχθηκαν με ανοιχτές αγκάλες.

Ο μέγας απογοητευμένος εκείνης της βραδιάς ήταν ο Ρικ Πιτίνο, που είχε μυριστεί το κελεπούρι και σχεδίαζε να επιλέξει τον Νοβίτσκι στο νούμερο 10 για λογαριασμό των Σέλτικς. Για καλή του τύχη, βρήκε διαθέσιμο τον Πολ Πιρς και παρηγορήθηκε. Όσα πρωταθλήματα πήρε ο Νοβίτσκι στο Ντάλας, άλλα τόσα πήρε και ο Πιρς στο Μπόστον Γκάρντεν.  Σημαία μίας πόλης, όμως, ο δεύτερος δεν έγινε ποτέ. 

Στη Βοστώνη πιστεύουν ότι η νίλα με τον Νοβίτσκι ήταν η λυδία λίθος που κατέστησε τη θητεία του Πιτίνο (ως προέδρου-προπονητή των Σέλτικς) αποτυχημένη. Ο Ντον Νέλσον έτρεχε από την εσωτερική στο κυνήγι του νεαρού Γερμανού, αλλά δεν ήταν ο μοναδικός που πλεύρισε τον άγνωστο Ντιρκ της Βύρτσμπουργκ σε ευρωπαϊκό έδαφος. Σημειωτέον ότι η τότε ομάδα του ανήκε στην Α2. Ο Νοβίτσκι δεν έχει αγωνιστεί ποτέ στη γερμανική Μπουντεσλίγκα, όπως ο Γιάννης Αντετοκούνμπο δεν έπαιξε ποτέ στην ελληνική Α1.

Reid Moore

Theresa Green

Sandy Overshot

Sandy Overshot

Reid Moore

Theresa Green

Sandy Overshot

Sandy Overshot

Τα σάλια στο πάτωμα

Ταξίδεψα στο Ντάλας, στο κατόπι του κομήτη Ντιρκ, τον Ιούνιο του 2006, όταν οι Μάβερικς άγγιξαν τον τίτλο για πρώτη φορά στην ιστορία τους. Το σχέδιο, στη Nova, δει δη χρημάτων, ήταν να γίνει αποστολή δημοσιογράφου μόνο για τον 6ο και 7ο τελικό, εφ’ όσον έφτανε η αναμέτρηση σε μάκρος. Ειδάλλως, μεταδόσεις από το στούντιο και πολύ μας έπεφτε. 

Οι Μαβς είχαν προηγηθεί με 2-0 και απειλούσαν να ξεπαστρέψουν τους Χιτ μέσα στο Μαϊάμι. Εάν συνέβαινε αυτό, θα έμενα με τη γλύκα και με το εισιτήριο στο χέρι. Ώσπου, εγένετο θαύμα. Οι λεβέντες του Πατ Ράιλι ανέτρεψαν διαφορά 15 πόντων στην δ’ περίοδο του 3ου αγώνα και μείωσαν σε 2-1, το οποίο έγινε 2-2 δύο βράδια αργότερα και με έβαλε στο αεροπλάνο για το Αμέρικα. Το ταξίδι μου το οφείλω στον Γκάρι Πέιτον, που έβαλε το κρίσιμο καλάθι. Θα του χρωστάω παντοτινή ευγνωμοσύνη και όχι μόνο για την πρωταθληματάρα που μου χάρισε κάποτε στο fantasy! 

Στο 2-0 και στο 2-1, ήμουν με τους Χιτ, για λόγους ταξιδιωτικούς. Έπειτα, άφησα τις βλακείες και τάχθηκα αναφανδόν με τους Μάβερικς. Ήθελα, εγώ και όλο το ένθεν του Ατλαντικού σύμπαν, πρωταθλητή τον δικό μας Ντιρκ, τον Ντιρκ της Ευρώπης και λίγο της Ελλάδας. Όχι τον Σακίλ, τον Ράιλι και τον Μόουρνινγκ. Όταν οι ομάδες επέστρεψαν στην πολιτεία των γελαδάρηδων και των Μπους, το Μαϊάμι είχε πάρει προβάδισμα, με τρεις απανωτές νίκες: 3-2, από 0-2. Αλλά το πλεονέκτημα έδρας παρέμενε στα χέρια των Μάβερικς. Εάν το αξιοποιούσαν στα δύο παιχνίδια που υπολείπονταν, μπροστά στο κοινό τους, θα κατακτούσαν αυτοί τον θρόνο. «Αμήν», σκέφτηκα μπαίνοντας στο σιδερένιο πουλί.

Φτάνοντας στο αεροδρόμιο του Ντάλας, περικυκλωμένος από δεκάδες χάρτινα ομοιώματα του Νοβίτσκι και  αμέτρητα πλακάτ «Go Μavs», ονειρευόμουν ότι θα περιέγραφα 7ο τελικό (όπως το 1994 στο γειτονικό Χιούστον του Hakeem the Dream) και μου έτρεχαν τα σάλια στο πάτωμα. Δεν ήταν γραφτό, όμως. Οι καμικάζι από τη Φλόριντα άλωσαν την American Airlines Arena στο 6ο ματς, πέτυχαν δηλαδή τέταρτη συνεχόμενη νίκη, και άρπαξαν το σκήπτρο. Ω της απογοήτευσης. Και της πρόωρης επιστροφής στην Αθήνα.  Την είχαν δει και παλαιότερα τα μάτια μου τη γηπεδάρα των Μάβερικς, τις μέρες του Μουντιάλ 1994, όπου με έστειλαν Ελευθεροτυπία και Μέγκα να καλύψω (και) ποδόσφαιρο, ένα Νιγηρία-Βουλγαρία 3-0 για τον Όμιλο της Εθνικής μας.  

Παραπλεύρως της Αρένας υπάρχει ένα ουρανομήκες κατασκεύασμα σαν τον Πύργο του ΟΤΕ της Θεσσαλονίκης, με σάλα που περιστρέφεται στους ζεστούς αιθέρες. Έπιασα στασίδι, διάβαζα για τον Γεκινί στις ψιλά των τοπικών εφημερίδων (διότι εκεί ήταν εξορισμένο το soccer) και προσευχόμουν από ψηλά στους θεούς του μπάσκετ, να με ευλογήσουν να επιστρέψω στην πόλη. Για λογαριασμό, όμως, της πορτοκαλί θεάς. Όχι πια της ασπρόμαυρης. Ο Νοβίτσκι ήταν τότε μειράκιο 16 ετών και μάθαινε τα μυστικά του σουτ κάπου στη Γερμανία, αλλά το όραμά μου έγινε πραγματικότητα δώδεκα χρόνια αργότερα. 

Το Μαϊάμι κέρδισε τη σειρά με 4-2 με ήρωα τον Ντουέιν Ουέιντ και όλα τα βλέμματα έπεσαν πάνω στον Νοβίτσκι. Έτσι μου φαινόταν εμένα τουλάχιστον, από τα (πολύ) ορεινά του γηπέδου.  Ειδικά στον 6ο τελικό, τον μοναδικό που αξιώθηκα να περιγράψω σε αυτό το παράξενο ταξίδι, ο Ντιρκ ήταν απογοητευτικά άστοχος και γενικά αρνητικός. Όλα τα «δικά του» σουτ σταμάτησαν στο σίδερο και έγιναν τρικλοποδιά στον καλπασμό των «Πουλαριών».  Στους τρεις αγώνες που έκριναν την έκβαση των τελικών, ο Νοβίτσκι είχε 20/55 προσπάθειες. Είκοσι στα πενηνταπέντε. Τριανταέξι τοις εκατό, δέκα μονάδες και βγάλε κάτω από τον συνηθισμένο μέσο όρο του. Το σουτ που θα έστελνε το ματς στην παράταση και θα έδινε στο Ντάλας φιλί ζωής δόθηκε όχι στον Νοβίτσκι, αλλά στον Τζέισον Τέρι. Στο ξεκίνημα του αγώνα, οι γηπεδούχοι Μάβερικς είχαν προηγηθεί με διαφορά 14 πόντων. 

«Loseeerrrrssss!», φώναζαν οι θριαμβευτές μέσα από τα μπουγέλα της σαμπάνιας, που έπιασαν και μένα (ντυμένο ευτυχώς με πρόχειρα ρούχα, ο παλιός γαρ είναι αλλιώς). Στο απέναντι αποδυτήριο, ο Ντιρκ Νοβίτσκι ένιωθε απελπιστικά μόνος. Ο Μαρκ Κιούμπαν του χάιδεψε στοργικά το ξανθό κεφάλι. «Μας έκλεψαν», του είπε. Η συμπεριφορά του εκκεντρικού ιδιοκτήτη απέναντι στους διαιτητές του 5ου τελικού του κόστισε πρόστιμο 250 χιλιάδων δολαρίων. «See you in September», με θυμάμαι να λέω στον Ντουέιν Ουέιντ, ανυποψίαστος φυσικά για αυτό που ερχόταν. Το Μουντομπάσκετ του 2006 ήταν επί θύραις και ήμασταν πρωταθλητές Ευρώπης, με θύμα, στον τελικό, τη Γερμανία του Νοβίτσκι. Δεύτερος ο Ντιρκ στο Ευρωμπάσκετ του Βελιγραδίου (αν και MVP), δεύτερος και στους τελικούς του ΝΒΑ. Έξις δευτέρα φύσις. Ή μήπως… 

Σαν ένα βαρύ ζεϊμπέκικο

Όταν το 2011 οι Μάβερικς κατόρθωσαν επιτέλους να διαβούν τον Ρουβίκωνα και να γίνουν πρωταθλητές για πρώτη (και μοναδική μέχρι σήμερα) φορά στην ιστορία τους, πανηγύρισε μαζί τους σύσσωμη η κοινωνία του μπάσκετ. Δυσκολεύτηκα πολύ να θυμηθώ ότι το τελευταίο εμπόδιο πριν τον τίτλο ήταν το πανίσχυρο Μαϊάμι των Big Three, που μάλιστα προηγήθηκε με 2-1 και είχε αβαντάζ έδρας. Εκείνες τις μέρες, υπήρχε μόνο Ντάλας. Μόνο Ντιρκ. 

Το τελικό 4-2 ήταν κάτι σαν άτυπη ρεβάνς για το 2006, με καινούρια πρόσωπα στους υπόλοιπους ρόλους του ριμέικ (πλην Ουέιντ), αλλά έτσι κι αλλιώς ουδείς ασχολήθηκε με τον ηττημένο. Ο προβολέας ανήκε στον Ντιρκ Νοβίτσκι και μόνο σε αυτόν. Η ετικέτα του «σοφτ» και του «λούζερ» κλειδώθηκε πλέον στο χρονοντούλαπο της ιστορίας.  Οι τελικοί συνοδεύονται συνήθως από πολεμική, αμφισβητήσεις, άναρθρες κραυγές, οπαδιλίκι. Το 2011 δεν υπήρχε τίποτε από όλα αυτά. 

Στην τελευταία του ευκαιρία για την υπέρβαση, ο 33χρονος Ντιρκ που είχε περάσει και σοβαρό τραυματισμό, χόρευε μόνος του στην πασαρέλα, σαν χορευτής κάποιου λεβέντικου ζεϊμπέκικου που μόνο ο ίδιος άκουγε. Όλοι οι υπόλοιποι, συνοδοιπόροι και εχθροί, δεν ήταν παρά κομπάρσοι στην παράστασή του: από Πέτζα και Τζέισον Κιντ, μέχρι ΛεΜπρόν, Ουέιντ και Μπος. Απλώς, ζούσαν στον πλανήτη του. Επιτέλους, ο Ντιρκ Νοβίτσκι, ο αιώνιος δεύτερος και τρίτος, φορούσε τη μπέρτα του βασιλιά, πάνω που πολλοί αναλυτές ξεσκόνιζαν τα «κρίμα» και τα «γαμώτο». Δεν θυμάμαι να έχω ζήσει άλλοτε τόση ευφορία για τη χαρά ενός αθλητή. Ίσως μόνο πέρυσι, για τον Γιάννη μας.  

Ο Στηβ Νας, που πήγε στο Ντάλας ταυτόχρονα με τον Νοβίτσκι μετά από εκείνη την κοσμοϊστορικής σημασίας ανταλλαγή, έμελλε να τελειώσει την καριέρα του με 2 τίτλους και 2 MVP. Ο Πατ Γκάριτι σταμάτησε το μπάσκετ στα 32 του και ξεχάστηκε πολύ γρήγορα. Ο «Τράκτορ» Τρέιλορ βρέθηκε νεκρός από ανακοπή καρδιάς στο διαμέρισμά του στο Πουέρτο Ρίκο το Μάιο του 2011, ένα μήνα πριν ο Νοβίτσκι κατακτήσει το πρωτάθλημα με τους Μάβερικς. Ήταν μόλις 34 ετών, εν ενεργεία μπασκετμπολίστας ακόμη, γυρολόγος της υφηλίου σε αναζήτηση μεροκάματου από τα 28 του. 

Ο δήμιος με τα ξανθά μαλλιά

Εμένα, αν μου πέφτει λόγος, η φιγούρα του Ντιρκ Νοβίτσκι θα μου θυμίζει πρωτίστως Γαλλία και Ευρωμπάσκετ 1999. Ούτε καν Βελιγράδι. Εγώ και δαύτος θα έχουμε πάντοτε τη Ντιζόν και τη ΛεΜάν. 

Nαι, και τη ρημάδα την Αττάλεια… Τον πρωτοείδαμε το 1999, στην πόλη της καυτερής μουστάρδας. Στην πρεμιέρα ενός Ευρωμπάσκετ, που ξεκίνησε με όνειρα για θαύμα (αφού η Εθνική μας είχε αγγίξει το παγκόσμιο μετάλλιο έναν χρόνο νωρίτερα) και εξελίχθηκε σε τραύμα.

Στην αναμέτρηση Ελλάδας-Γερμανίας, τους προβολείς έκλεψε όχι ο Νοβίτσκι (αν και έβαλε 21 από τους 69), αλλά κάποιος Βλάντι Μπογκόγεβιτς, Σέρβος ντυμένος Γερμανός, που πέτυχε το νικητήριο καλάθι στην εκπνοή. Έπειτα πήγαν στραβά και όλα τα υπόλοιπα, απέναντι σε Τσέχους και Λιθουανούς, οπότε ξεμείναμε στη Γαλλία για δύο εβδομάδες θερινού μπασκετικού τουρισμού. Με τα πόδια στην πισίνα του ξενοδοχείο Arbor στη ΛεΜάν και με τα λάπτοπ ακουμπισμένα στη βρεγμένη ποδιά.

«Τουλάχιστον το βράδυ έχει Ντιρκ», λέγαμε ο ένας στον άλλον για να παρηγορηθούμε. Και Κούκοτς και Σαμπόνις και άλλα καλούδια, αλλά την καρδιά μας την είχε κλέψει ο νεαρός με το ξανθό μαλλί με το κορμί λαμπάδα. Γιατί αυτός ερχόταν από το μέλλον. Από το όχι πολύ μακρινό μέλλον.

Signature move: Η τέχνη του fadeaway

Εκπαιδευμένος στο δίκτυο

Ο 21χρονος Νοβίτσκι είχε μόλις ολοκληρώσει τη ρούκι χρονιά του (όχι στο Μιλγουόκι, αλλά) στο Ντάλας, με μέσο όρο μόλις 8,2 πόντους και 40% ευστοχία. Ωστόσο το έμπειρο μάτι ατένιζε πέρα από τις στατιστικές και θαμπωνόταν. «Αναλαμβάνεις να γράψεις τετρασέλιδο αφιέρωμα για το Γερμανό στο Τρίποντο», ήταν η παραγγελιά του Συρίγου.

«Δυσκολευόμαστε να χρησιμοποιήσουμε τη λέξη ακατέργαστος», έγραψα, στο κείμενο του γλυκού νερού της πισίνας. «Αυτός ο Νοβίτσκι είναι κατεργασμένος όσο κανένας άλλος στην ιστορία του αθλήματος». Και λίγο παρακάτω, αποφασισμένος να εκτοξεύσω ένα πυροτέχνημα: «Εάν ο Νοβίτσκι δεν είναι ένας καινούριος Σρεμπφ, τότε εμείς δεν ξέρουμε τι μας γίνεται». Ε ναι, δεν ξέραμε τι μας γινόταν...

Το μέλλον του Ντιρκ Νοβίτσκι ξεκίνησε το 1996, όταν ο παλαίμαχος Γερμανός μπασκετμπολίστας Ούντο Κέρνερ, που πλέον εργαζόταν ως προγραμματιστής ηλεκτρονικών υπολογιστών μίας άλλης εποχής, διέγνωσε το ταλέντο του ψηλόλιγνου τινέιτζερ. «Έλα να σε βάλω στο κομπιούτερ και θα φτιάξω τον τέλειο φόργουορντ. Στα χέρια μου, θα γίνεις ο μπασκετμπολίστας του 21ου αιώνα», του υποσχέθηκε. Και πίεσε το κουμπί με την ένδειξη «ΟΝ». «Εκπαιδευμένος στο δίκτυο», ήταν ο τίτλος του αφιερώματος. «Ο άνθρωπος που βγήκε από το κομπιούτερ».

Αυτό που σήμερα είναι αυτονόητο έμοιαζε τότε καινοφανές και νεωτεριστικό. Τους μπασκετμπολίστες δεν τους έβγαζαν οι αναλυτές και οι αλγόριθμοι, αλλά οι μπαρουτοκαπνισμένοι στα γήπεδα προπονητές. Το 5ετές πρόγραμμα του Κέρνερ προέβλεπε επτά στάδια ανάπτυξης, εκ των οποίων η Ντιζόν τον βρήκε στο τρίτο. «Το σουτάκι του είναι ήδη ακαταμάχητο», έγραφα στο Τρίποντο προσπαθώντας να συστήσω τον Νοβίτσκι στους ανυποψίαστους. Και παρομοίαζα το «κάπως ανορθόδοξο εκ πρώτης όψεως» στυλ του με αυτό του Αλβέρτη. Ίδια κοψιά είχαν τότε οι δυό τους. Ε, σχεδόν. Όχι πολύ διαφορετική, πάντως.

«Τα χέρια του ξεκινάνε από πολύ πίσω και η εκτέλεση γίνεται από πάρα πολύ ψηλά, ώστε να μη κινδυνεύει να δεχθεί τάπα, ακόμα και όταν σουτάρει υπό ασφυκτική πίεση, μπροστά σε άμυνα, με κάποιον 7-footer κρεμασμένο στα χέρια του». Αλλά δεν ήταν μόνο σουτέρ, ο νεανίας Ντιρκ: «Σουτάρει σαν γκαρντ, είναι γρήγορος σαν ελάφι, ευέλικτος σαν χέλι, το απόλυτο σταυρόλεξο. Τα περιθώρια βελτίωσης που φαίνονται στον ορίζοντα προκαλούν τρόμο. Αν βρίσκεται τόσο κοντά στην τελειότητα στα 21 του, τι θα γίνει όταν μεγαλώσει; Λάρι Μπερντ;»

Χμμμ… Η Γερμανία έφτασε μέχρι την οχτάδα, οπότε ο Νοβίτσκι πρόφτασε να πατήσει και το παρκέ του παριζιάνικου «Μπερσί», εκτός από το «Ανταρές» της ΛεΜάν και το «Παλέ ντε Σπορ» της Ντιζόν. Δύο χρόνια αργότερα, φτασμένος σταρ του ΝΒΑ πλέον, οδήγησε την Εθνική Γερμανίας μέχρι τον μικρό τελικό της Κωνσταντινούπολης. Το εισιτήριο για το ραντεβού του τίτλου στο φλογισμένο Αμπντί Ιπεκτσί χάθηκε από ένα τρίποντο του Χέντο Τούρκογλου στην εκπνοή του συναρπαστικού ημιτελικού. Οι Τούρκοι «Ντεβ Αντάμ», όπως τους έλεγαν οι εκστασιασμένοι φίλαθλοι της Πόλης, κέρδισαν στην παράταση.

Item 1 of 4

Η φλόγα στο βλέμμα

Πρωτύτερα, ο Νοβίτσκι σκύλευσε το πτώμα της δικής μας Εθνικής. Κάθε τρίποντο ισοδυναμούσε με ψυχρολουσία και κάθε «γκολ-φάουλ» ήταν μαχαιριά στην καρδιά. Είχαμε νικήσει τους πρωταθλητές Ευρώπης Ιταλούς στην πρεμιέρα (με νικητήριο τρίποντο του Αλβέρτη, καλή ώρα) και νομίζαμε ότι στην ηλιόλουστη Αττάλεια θα ξορκίζαμε το φάντασμα της μουστάρδας.

32-10.

Δεν θα το ξεχάσω ποτέ το σκορ της πρώτης περιόδου. Τριανταδύο-δέκα. Υπέρ της Ελλάδας. Και 47-31 ημίχρονο. Στην ανάπαυλα πανηγυρίζαμε και φτιάχναμε νοερά βαλίτσες για την Κωνσταντινούπολη. Ο Νοβίτσκι και οι φίλοι του περιφέρονταν στο παρκέ αποσβολωμένοι και έτοιμοι να συνθηκολογήσουν. Αλλά το κάρμα είναι άτιμη πόρνη. Οι βαλίτσες μας για την τελική φάση έμειναν άδειες και αχρησιμοποίητες, σαν το αδειανό πουκάμισο του Σεφέρη.

Οι Μάβερικς δεν άφησαν μοναχό το χρυσό παιδί τους στην Τουρκία. Δίπλα στον προπονητή Χένρικ Ντέτμαν, καθόταν σε ρόλο εμψυχωτή και συμβουλάτορα ο μυθικός Ρολάντο Μπλάκμαν. Κάπου μεταξύ πάγκου και παρκέ, με φρέσκο το γερμανικό διαβατήριο, το όρθιο χιλιόμετρο Σον Μπράντλεϊ. Kαι στο φως του προβολέα ο ίδιος ο Ντιρκ, αστέρι των 21,8 πόντων στο ΝΒΑ πλέον χάρη και στις τηλεκατευθυνόμενες ασίστ του Στηβ Νας, μέλος της τρίτης All-NBA πεντάδας, έτοιμος να σηκώσει τους Οκουλάγιες και να τους κουβαλήσει στους ώμους του.

Θυμάμαι τα καλάθια που μας έκοψαν τα φτερά σαν να έγινε το παιχνίδι χθες. Πονάνε ακόμα και ας πέρασαν δύο δεκαετίες. Δύο απανωτά τρίποντα που τουμπάρισαν το δικό μας 61-55, πάνω που ο νοκ-άουτ αγώνας πλησίαζε στην τελική ευθεία του. ΄Ένα από εκείνα τα mid-range σουτάκια που έμελλε να γίνουν σήμα κατατεθέν του, μετά από τράκο στο κορμί του αντιπάλου (Φώτσης): 66-67. Ένα γκολ-φάουλ (αλλά με χαμένη τη βολή) μετά από επιθετικό ριμπάουντ στο 74-75. Μία ασίστ εδώ, μία άμυνα εκεί. Και πάντοτε, πάντοτε, η φλόγα στα μάτια. Να τον πλησιάζεις και να καίγεσαι. Όταν ο Παπαλουκάς σούταρε 1/6 βολές στα τελευταία 15 δευτερόλεπτα, το σκορ ήταν ήδη 74-77 και το εξπρές έφευγε σφυρίζοντας για τον σταθμό όχι του Λεβερκούζεν, αλλά του Βύρτσμπουργκ.

«Ο άνθρωπος που έβλεπε τα τρένα να περνούν», έγραψε για τον Κώστα Πετρόπουλο ο ίδιος Συρίγος που στο ημίχρονο έκανε άσεμνη καζούρα στον Μπράντλεϊ. Η ελληνική ομάδα βυθίστηκε σε νέο κύκλο εσωστρέφειας. Ο «Νουρέγιεφ» απολύθηκε με συνοπτικές διαδικασίες. Οι Γερμανοί πήγαν στην Κωνσταντινούπολη και κέρδισαν μετάλλιο. Ποιοι Γερμανοί; Ο Ντιρκ και οι άλλοι, είναι το σωστό. Ένας καπετάνιος και κάτι μούτσοι.

Έναν χρόνο αργότερα, στην Ιντιάνα, ο Νοβίτσκι ανέβασε ως MVP του Μουντομπάσκετ την αλεξιπτωτίστρια Γερμανία στο παγκόσμιο βάθρο, πίσω από Γιουγκοσλαβία και Αργεντινή, αλλά μπροστά από την ντροπιασμένη οικοδέσποινα. Τρίτος, βέβαια. Ποτέ πρώτος. Αλλά αυτά τα μετάλλια, το χάλκινο της Ιντιανάπολις και το ασημένιο του Βελιγραδίου που ερχόταν, έμοιαζαν με πρωτιές. Οι άλλοι είχαν Mποντίρογκα και Στογιάκοβιτς, Τζινόμπιλι και Σκόλα, εκείνος Φέμερλινγκ, Ντεμιρέλ και Αντεμόλα Οκουλάγια. Ο Ντιρκ Νοβίτσκι ήταν η στρατιά του ενός ανδρός.

Και αν το χάσει;

Στην μυθολογία των “what if”, η τελευταία φάση του δεύτερου ημιτελικού του Βελιγραδίου του 2005, μεταξύ Γερμανίας-Ισπανίας, θα πρέπει να βρει περίοπτη θέση στη βιβλιοθήκη του ελληνικού μπάσκετ.

Τότε βέβαια θεωρούσαμε τους Ισπανούς «του χεριού μας», οπότε δεν τους φοβόμασταν. Κάποιοι τους προτιμούσαν κιόλας, για αντίπαλο στον τελικό. «Καλύτερα αυτοί, που είναι λούζερ, παρά οι Γερμανοί που μας άλλαξαν τον αδόξαστο στη Ντιζόν και στην Αττάλεια». Ποιος ξέρει, όμως; Μπορεί να έπεφτε ο ουρανός στα ανυποψίαστα κεφάλια μας απέναντι στη «ρόχα», όπως έπεσε ένα χρόνο αργότερα στο Τόκιο. Ωστόσο, η τελευταία λέξη του ημιτελικού ήταν «nein» και ακούστηκε από τα χείλη ενός Γερμαναρά πολωνικής καταγωγής.

Όταν ο Χουάν Κάρλος Ναβάρο έδωσε προβάδισμα στους Ισπανούς, 15 δευτερόλεπτα πριν το φινάλε του ημιτελικού, ο Ντιρκ Μπάουερμαν πήρε μία προπονητική απόφαση που άλλαξε την ιστορία: «Πάμε, χωρίς τάιμ-άουτ». Μέσα στον ενθουσιασμό της για το προσπέρασμα, η ισπανική άμυνα (που ως τότε είχε σχηματισμό ζώνης) δεν πρόφτασε να οργανωθεί. Ο Νοβίτσκι των 27 πόντων και των 9/19 σουτ παρέλαβε τη μπάλα στην αγαπημένη του θέση, στο πλάι αριστερά, με τον Γκαρμπαχόσα στο έλεός του. Δεν είχε, παρά να τεντώσει αυτό το θεσπέσιο κορμί και να σουτάρει πάνω από το κεφάλι του αντιπάλου του, από το υψηλότατο σημείο του άλματος, όπως του δίδασκαν τα πρωτόγονα κομπιούτερ του Ούντο Κέρνερ. Η μπάλα αναπαύτηκε στο καλάθι 3 δευτερόλεπτο πριν το τέλος και οι Γερμανοί σφράγισαν το εισιτήριο για το ματς του τίτλου, αφού η ύστατη προσευχή των Ισπανών (διά χειλέων Καλδερόν) έμεινε αναπάντητη.

Πώς θα εξελισσόταν ο τελικός Ελλάδας-Ισπανίας στο Βελιγράδι, εάν ο Ντιρκ έβρισκε σίδερο; Οι Ισπανοί, πάντως, έχασαν τον μικρό τελικό από τους εξίσου αποκαρδιωμένους Γάλλους με διαφορά …30 πόντων. Ακόμα δεν ήταν το μεγαθήριο της επόμενης χρονιάς – και δεκαπενταετίας. Ο τελικός του Ευρωμπάσκετ 2005 (Ελλάδα-Γερμανία 78-62) ολοκληρώθηκε με αποθέωση του ηττημένου και με το έπαθλο του MVP να καταλήγει στα χέρια ενός μουτρωμένου.

Ο ηττημένος μουτρωμένος ήταν ο Ντιρκ Νοβίτσκι και το «gute Νacht» ειπώθηκε 3:22 πριν το φινάλε, με το σκορ στο 69-52 υπέρ της Ελλάδας, όταν οι Γερμανοί έριξαν στο παρκέ λευκή πετσέτα. Θεωρητικά υπήρχε χρόνος για ανατροπή (σαν αυτή που έμελλε να σκαρώσει η «επίσημη αγαπημένη» μας δύο χρόνια αργότερα απέναντι στους Σλοβένους στη Μαδρίτη), ήταν όμως φανερό ότι η χαλύβδινη ελληνική άμυνα είχε επιβάλει το νόμο της. Αδιαπραγματευτα και …ανεπανόρθωτα.

Όσα πρέπει να γνωρίζει κανείς για εκείνο τον τελικό κρύβονται στα πρώτα 8 λεπτά, όταν οι Έλληνες διεθνείς έκλεψαν τη μπάλα δύο φορές μέσα από τα χέρια του Νοβίτσκι (Τσαρτσαρής, Διαμαντίδης) και τον υποχρέωσαν και σε σουτ που άγγιζε τα όρια του αίρμπολ. Στην τελική λυπητερή, ο Ντιρκ χρεώθηκε με 5/9 δίποντα, 1/8 τρίποντα και 4 λάθη, οπότε χρειάστηκε δυό χούφτες ελεύθερες βολές (10/10) για να φτάσει τους 23 πόντους.

Πάλι δεύτερος, λοιπόν. Θα είναι δεύτερος, αλλά θα μοιάζει σαν πρώτος!

Όταν ο Νοβίτσκι αποσύρθηκε από τον Ντιρκ Μπάουερμαν στον πάγκο, η γεμάτη ελληνοσερβικό  πλήθος και πάθος «Μπεογκράντσκα Αρένα» σηκώθηκε στο πόδι για να αποδώσει τα του καγκελάριου στον καγκελάριο. Ο άνθρωπος που βγήκε από το γερμανικό κομπιούτερ ήταν ο καλύτερος αντίπαλος που είχαμε ποτέ. Ο ίδιος ανταπέδωσε το χειροκρότημα με την ευγνωμοσύνη ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του, την ίδια στιγμή που οι Έλληνες διεθνείς αγκάλιαζαν τον νικητή της μονομαχίας, Κώστα Τσαρτσαρή. Αυτός ήταν ο παίκτης-αιχμή στην άμυνα-μέγγενη που έκανε τη διαφορά, με βοήθειες από τους Ντικούδη, Κακιούζη.

Στη συνέντευξη Τύπου αμέσως μετά τον τελικό, ο Θοδωρής Παπαλουκάς απέδιδε φόρο τιμής στον Παναγιώτη Γιαννάκη και τον απόντα Νίκο Γκάλη («χάρη σε αυτούς βρισκόμαστε απόψε εδώ με το τρόπαιο στο χέρι»), ενώ ο Νοβίτσκι απέτιε φόρο τιμής στο δικό του Ευρωμπάσκετ. «Όπως εσείς είστε παιδιά του 1987, εγώ είμαι παιδί του 1993. Ήμουν παρών στο γήπεδο μαζί με την αδελφή μου, όταν η Γερμανία κατέκτησε το χρυσό ευρωπαϊκό μετάλλιο στο Μόναχο. Τότε βέβαια όλοι στην οικογένεια παίζαμε χάντμπολ, όχι μπάσκετ…». Η Σίλκε Νοβίτσκι, μια ξανθιά κοπελάρα μέχρι εκεί πάνω, εργαζόταν σαν εθελόντρια τη μέρα που ο αδελφός της ξεπάστρεψε τα παλικάρια μας το 2001 στην Αττάλεια. Και έτρεξε πρώτη να τον σφίξει στην αγκαλιά της, όταν ακούστηκε η κόρνα.

«Αγόρι μου, κοίτα»

«Mικρέ, άνοιξε καλά τα μάτια σου και κοίταξε τον πιτσιρικά με το νούμερο 41», είπε ο Σταν Λαβ, στον γιο του, Κέβιν. «Τον βλέπεις, πώς παίζει μακριά από το καλάθι και πώς σουτάρει πάνω από τα κεφάλια των αντιπάλων του; Αυτός θα αλλάξει το μπάσκετ για πάντα».

Ο Σταν Λαβ δεν ήταν κανένας τυχαίος. Στα νιάτα του έπαιζε καλό μπάσκετ στο ΝΒΑ μίας άλλης εποχής (1971-75), ενώ ήταν και «παιδί των λουλουδιών», αδελφός του Μάικ Λαβ των θρυλικών Beach Boys. Ένα μυαλό ανοιχτό όσο λίγα. Όταν ο Κέβιν Λαβ πρωτοείδε τον Ντιρκ Νοβίτσκι σε δράση, ήταν παιδί 10 χρονών. «Δεν θα το ξεχάσω ποτέ», λέει σήμερα ο άσος των Κλίβελαντ Καβαλίερς. «Ο Ντιρκ ήταν ο παίκτης που με επηρέασε περισσότερο από κάθε άλλον και με έκανε αυτό που είμαι σήμερα». Δηλαδή, πρωταθλητή του ΝΒΑ. Ένα υβρίδιο Νοβίτσκι που σουτάρει από τους ουρανούς και βαδίζει στο μονοπάτι του stretch 7-footer που άλλαξε το άθλημα.

Ο Λαβ κέρδισε το δικό του δαχτυλίδι το 2016, πέντε χρόνια μετά τον Γερμανό. Την πρώτη χρονιά του στο ΝΒΑ είχε μόλις 10,6% στα τρίποντα, αλλά σήμερα μετράει 8 συνεχόμενες σεζόν με ποσοστό πάνω από 36 τοις εκατό. Δεν έχει το μπόι του Νοβίτσκι, έχει όμως την πυξίδα του πολύτιμο φυλαχτό στο σορτσάκι. Όπως τόσοι και τόσοι άλλοι φόργουορντ της νέας εποχής. Πριν τον Ντιρκ, δεν υπήρχαν ψηλοί που να βγαίνουν να σουτάρουν στα 7,5 μέτρα. Τουλάχιστον όχι τόσο καλά και όχι με τόση αξιοπιστία. Όχι που να σκορπίζουν τον τρόμο στο πέρασμά τους.

Κατά βάθος, βέβαια, ο Νοβίτσκι είναι παίκτης παλαιάς κοπής. Ειδικά στα πρώτα χρόνια του, η απειλή του τρίποντου ήταν ένα τέχνασμα για να εκμεταλλεύεται καλύτερα στο δίποντο. Σύμφωνα με ένα γράφημα που δημοσιεύτηκε τις προάλλες στο ESPN, o Noβίτσκι πέτυχε περισσότερα mid-range καλάθια 4-5 μέτρων από οποιονδήποτε άλλον παίκτη στην ιστορία του ΝΒΑ, από όλες ανεξαιρέτως τις πλευρές του παρκέ: στο κέντρο, στις σαρανταπέντε μοίρες, στο πλάι, δεξιά, μόνο στην αριστερή baseline τον συναγωνίζεται ο Κέβιν Γκαρνέτ. Η mid-range περιοχή -όπως σε εκείνο το νικητήριο καλάθι κόντρα στους Ισπανούς στο Βελιγράδι- ήταν πάντοτε το αδιαφιλονίκητο βασίλειό του.

Και όταν ο Ντιρκ τελειοποίησε το ακατανίκητο fadeaway σουτάκι στο ένα πόδι, αυτό που πασχίζουν να αντιγράψουν τόσοι και τόσοι και τόσοι μιμητές του, απέκτησε την κίνηση που θα φέρει για πάντα το όνομά του. Όπως η ραβέρσα του Καρίμ, που αντιμετωπιζόταν μόνο με προσευχές.

Dustin Johnson

5 ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΞΕΡΕΤΕ

1. Το 1996 τον είχε ζητήσει η Μπαρτσελόνα, αλλά ο ίδιος αρνήθηκε τη μεταγραφή καθώς ήθελε πρώτα να τελειώσει το σχολείο.

2. Μικρός είχε σαν πρότυπο τον Σκότι Πίπεν, η αφίσα του οποίου κοσμούσε το δωμάτιό του στο σπίτι του στη Γερμανία.

3. Το ρεκόρ πόντων του σε έναν αγώνα στο ΝΒΑ είναι οι 53 που πέτυχε εναντίον των Ρόκετς στις 2 Δεκεμβρίου του 2004.

4. Ο πατέρας του, Γιοργκ-Βέρνερ (έχει πολωνικές) ρίζες, ήταν διεθνής παίκτης του χάντμπολ, η μητέρα του Χέλγκα ήταν από τις κορυφαίες παίκτριες της Εθνικής μπάσκετ της Γερμανίας.

5. Το 2001 ίδρυσε στο Τέξας το φιλανθρωπικό ίδρυμα «Dirk Nowitzki Foundation»