Το life story του Γιάννη Κωνσταντέλια: Ο... μπήχτης που ερωτεύτηκε τη μπάλα και κάνει όργια

Από το Βόλο μέχρι τον ΠΑΟΚ, το Gazzetta αναλύει το φαινόμενο «Κωνσταντέλια» που έχει... ερωτευτεί όλη η Ευρώπη.

Στην οδό Έρωτος στο Βόλο. Εκεί γεννήθηκε και μεγάλωσε ο Γιάννης Κωνσταντέλιας, το σημερινό μεγάλο ταλέντο του ΠΑΟΚ και του ελληνικού ποδοσφαίρου. Ο περσινός MVP για τον κόσμο του «δικέφαλου του Βορρά». Το παιδί που... μεγάλωσε. Ο άντρας που είναι έτοιμος να κατακτήσει τον κόσμο.

Γράφει ο Παναγιώτης Δαλαταριώφ

Ο μπαμπάς του Βασίλης, δούλευε σκληρά στα τσιπουράδικα της πόλης κι η μητέρα του ως καθαρίστρια, έκαναν τα πάντα για να μεγαλώσουν σωστά και χωρίς να λείπει το παραμικρό στα τρία τους παιδιά. Στην Κωνσταντίνα, στην Ευαγγελία και στον Γιάννη.

Στο πρώτο σπίτι, στο πατρικό του, εκεί όπου ο κυρΓιάννης έπαιρνε από το χεράκι τον εγγονό του, το καμάρι του και τον πήγαινε στις προπονήσεις. Μέσα από τα τσιμέντα και 5Χ5 άρχισε να ξεπηδά από μέσα του το ασύλληπτο ταλέντο του. Ενα ταλέντο που πολύ γρήγορα τον οδήγησε μακριά από τον Βόλο και τον έστειλε στη Θεσσαλονίκη.

Πηγαίνοντας στη γειτονιά όπου ο Γιάννης έγινε ο «Ντέλιας» του ελληνικού ποδοσφαίρου, αντιλαμβάνεσαι το πόσο αγαπητός ήταν. Τόσο ο μικρός όσο κι η οικογένειά του.

«Του άρεσε η ντρίμπλα, το μπάσιμο. Ήταν... μπήχτης από μικρός»

Ο κύριος Κώστας, γείτονας του παππού του, μίλησε στην κάμερα του Gazzetta, που βρέθηκε στους δρόμους που πρωτοπερπάτησε ο Γιάννης....

«Ο Γιαννάκος ήταν ένα δραστήριο παιδί από μικρός. Είχε κινητικότητα, του άρεσε η μπάλα. Στην αρχή ασχολούνταν περισσότερο με το μπάσκετ, μετά άρχισε σιγά σιγά να πηγαίνει στις αλάνες με τα παιδάκια. Ξεχώριζε. Του άρεσε η ντρίμπλα, το μπάσιμο... Πώς να στο πω, ήταν... μπήχτης.

Από εκεί και ύστερα, ο πατέρας του το είδε αυτό και τον πήγε στα 5Χ5. Εκεί έπαιζε με τα άλλα τα παιδάκια και στην πορεία κάποιος τον είδε από ψηλά, ΠΑΟΚτσής δεν ξέρω τι ήταν αυτός και τον πήρε μαζί του».

Τον Γιαννάκη πώς τον βλέπετε τώρα;

«Τον Γιαννάκο καλά τον βλέπω, αλλά θέλει προσοχή... Σε 1-2 ματς ξεχώρισε με την Εθνική. Παίζαμε έξω και τον είδα ότι πήγε καλά. Ήταν δραστήριος. Θέλει προσοχή μεγάλη όμως. Είναι ένα μικρό παιδί, έχει μέλλον, έχει προοπτικές, έχει πατέρα που τον στηρίζει. Δικούς του ανθρώπους. Θα πάει μπροστά αυτό το παιδί, έτσι το βλέπω εγώ.

Είναι δραστήριος και χαμηλών τόνων. Ξέρεις, παίζει μεγάλο ρόλο αυτό, σ' αυτά τα παιδιά της ηλικίας του. Πιστεύω ότι θα δικαιωθεί στην πορεία».

Σε ποια ομάδα θέλετε να τον δείτε στον εξωτερικό;

«Στη Μπαρτσελόνα. Μπάρτσα ολέ! Εκεί θέλω να πάει. Είναι η συμπάθειά μου η Μπαρτσελόνα. Εκεί μπορεί να αναπτυχθεί το παιδί, υπάρχουν προοπτικές εκεί, δεν τα θάβουν τα παιδιά εκεί. Παρακολουθώ ποδόσφαιρο χρόνια, με τον πατέρα του έχουμε πιει και πέντε ρετσίνες».

Τον παππού του, τον κυρΓιάννη πώς τον θυμάστε;

«Μέχρι και την τελευταία εβδομάδα πριν φύγει εδώ, μαζί ήμασταν. Μετά, απότομα... έπεσε. Τον αγαπούσαμε όλοι. Ο Γιαννάκης ήταν το καμάρι του. Μας έλεγε ότι ο μικρός έπαιξε με την Αγία Παρασκευή, μετά στον ΠΑΟΚ. Φαινόταν ότι θα ξεχωρίσει το παιδάκι αυτό, ήταν μέσα στα όλα για τη μπάλα».

«Ενα ήσυχο παιδί, έπαιζε μπάλα εδώ στη γειτονιά»

Η κυρία Καλλιόπη, που μένει στο διπλανό ακριβώς σπίτι από το πατρικό του Γιάννη Κωνσταντέλια είπε στην κάμερα του Gazzetta, με τη σειρά της:

«Ο Γιάννης ήταν ένα ήσυχο παιδί, μικροκαμομένο, έπαιζε μπάλα εδώ στη γειτονιά. Ο παππούς του άρχισε να το πηγαίνει στην Αγία Παρασκευή, να κάνει προπονήσεις. Μάθαμε ότι ήρθε ο ΠΑΟΚ κα τον πήρε...».

Τον έχετε δει να παίζει;

«Ναι τον έχω δει να παίζει σε έναν αγώνα, γιατί δεν ασχολούμαι πολύ με τα αθλητικά. Είναι πολύ καλός και του εύχομαι να του δίνει ο Θεός υγεία».

Περίπου 3-4 χρόνια πριν η... ζωή τον ντύσει στα ασπρόμαυρα, η οικογένεια Κωνσταντέλια, μετακόμισε από το πατρικό και έζησε για λίγο στο παρακάτω σπίτι. Από εκεί, ο Γιάννης έστριβε στο στενό και κατέληγε στο τσιμεντένιο γήπεδο.

Λίγα μέτρα πιο κάτω ήταν η σχολή ποδοσφαίρου του Τσιφλόγλου, την οποία είχε ένας πρώην προπονητής του μπαμπά του, Βασίλη στον Εθνικό Βόλου.

Μία μέρα, ο Γιάννης έχει πάει εκεί και ακουμπώντας στο κάγκελο κοιτούσε τα παιδιά της Ακαδημίας να παίζουν. Κάποια στιγμή τραυματίστηκε ένα από αυτά και έμεινε η μία ομάδα με τέσσερις. Τυχερή η ομάδα! Γιατί εκεί τον κάλεσαν να παίξει. Ο Γιάννης "τρελάθηκε", γιατί συνήθως έπαιζε μόνο στα τσιμέντα και ξαφνικά βρέθηκε να παίζει στο πλαστικό.

Εκεί έκανε... παπάδες. Εβαλε αρκετά γκολ και τους περνούσε όλους. «Ρε αγόρι μου ξέρει ο μπαμπάς σου ότι παίζεις μπάλα;». Σημείωση: Ο κ. Τσιφλόγλου δεν γνώριζε ότι το παιδί αυτό που είχε μπροστά στα μάτια του ήταν ο γιος του παλιού του παίκτη.

Όταν άκουσε ότι είναι γιος του Βασίλη Κωνσταντέλια τού είπε: «Θα τον βρω εγώ τον πατέρα σου και θα του μιλήσω».

Λίγες μέρες αργότερα, ο κύριος Βασίλης, πήγε στο στάδιο να τρέξει για να αποφορτιστεί από τη σκληρή δουλειά στα τσιπουράδικα. Εκεί τον είδε ο προπονητής του και του είπε:

«Ρε είσαι τρελός; Ο γιος σου κάνει παπάδες, έπαιζε με παιδιά δύο χρόνια μεγαλύτερά του και έκανε όργια. Κοίτα να το προσέξεις». Εκείνος δεν πείστηκε. Ο Γιάννης ήταν μόλις 10 ετών. Τελικά, όμως, η Ακαδημία της Αγίας Παρασκευής ήταν η φωλιά στην οποία... ζεστάθηκε το αστείρευτο ταλέντο του Γιάννη Κωνσταντέλια.

Εκεί πάρα πολύ γρήγορα άρχισαν άπαντες να καταλαβαίνουν ότι δεν έχουν να κάνουν με ακόμα ένα παιδί που έπαιζε μπάλα. Αλλα με ένα παιδί που γεννήθηκε για να παίζει ποδόσφαιρο.

«Ο Γιάννης δεν ονειροβατεί, δεν "πετάει". Ελεγα σ' όλους τους γονείς να φροντίζουν να βλέπουν τα ματς του»

Το Gazzetta βρήκε στον Βόλο, τον διευθυντή της Ακαδημίας, Αλέξη Μαλακασιώτη, ο οποίος μίλησε για το πώς έζησε τον Γιάννη όταν ακόμη ήταν παιδάκι. Μάλιστα, μας μίλησε και για τη μέρα που τον ανέβασε στη Θεσσαλονίκη για να κάνει το επόμενο βήμα του, πηγαίνοντας στην Ακαδημία του ΠΑΟΚ.

«Το πρώτο και βασικότερο είναι ότι ένα παιδί που είναι ερωτευμένο με το ποδόσφαιρο, του αρέσει το ποδόσφαιρο. Μπαίνει μέσα στο γήπεδο και θέλει να παίζει ποδόσφαιρο. Δεν τον ενδιαφέρει ο αντίπαλος, δεν τον ενδιαφέρει ο συμπαίκτης του, δεν τον ενδιαφέρει ο προπονητής, το σύνολο του κόσμου. Θέλει να παίζει ποδόσφαιρο. Κι αυτό είναι η χαρά, γι' αυτό μας δίνει στα μάτια μας όλα αυτά που βλέπουμε».

Μπορείτε να μας πείτε μια όμορφη ιστορία για τον Γιάννη που δεν την ξέρει ο κόσμος;

«Εντάξει, η μνήμη μας δεν μας βοηθάει. Μεγαλώσαμε, αλλά ζούσαμε όμορφες στιγμές. Αυτά που έκανε ο Γιάννης μέσα στο γήπεδο, το πόσο αποδεκτός ήταν από τα άλλα παιδιά, από τους υπόλοιπους γονείς. Εγώ έλεγα στους άλλους γονείς να προγραμματίζουν τις δουλειές τους για να μη χάνουν αγώνα του Γιάννη. Φαινόταν ότι το μέλλον του δεν θα είναι ούτε στον Βόλο ούτε στην Αγία Παρασκευή ούτε στην Ελλάδα ούτε στον ΠΑΟΚ που κατέληξε. Θα είναι κάτι διαφορετικό, κάτι ξεχωριστό».

Μπορείτε να θυμηθείτε την τελευταία σας μέρα με τον Γιάννη πριν εκείνος πάει στον ΠΑΟΚ;

«Με τον Γιάννη, κατ' αρχήν, μιλάμε. Οποτε έρχεται Βόλο ή τον φέρνουν οι υποχρεώσεις του εδώ μιλάμε. Και την τελευταία φορά που τον είδα στην Πορταριά, είδα ότι είναι ένα παιδί ακόμη, ένα παιδί που μεγάλωσε σταδιακά, ηλικιακά. Ζει στον πραγματικό κόσμο, δεν ονειροβατει, δεν "πετάει" ούτε σκέφτεται άλλα πράγματα. Σκέφτεται την ομάδα του, πώς θα γίνει καλύτερος και πώς θα εξελιχθεί ατομικά για να αποδώσει καλύτερα.

Τότε, το ταξίδι που κάναμε στη Θεσσαλονίκη, εγώ ήμουν ο οδηγός κι αυτός που τον πήγε εκεί. Αυτό που του λέω απόταν υπέγραψε το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο μέχρι σήμερα είναι να απολαύσει όλη τη διαδρομή. Να περνάει καλά και να είναι ο εαυτός του σε όποιο επίπεδο και να είναι, σε όποια ομάδα κι αν είναι, σε όποια χώρα κι αν είναι».

Αυτό το ζογκλερικό που έκανε με την ΑΕΚ, το έχετε ξαναδεί;

«Αυτά δεν γίνονται. Αυτά είναι πράξεις της στιγμής, τις οποίες πρέπει να έχεις ποδοσφαιρικό ταλέντο για να τις βγάλεις, δεν βγαίνουν εύκολα και πρέπει να ευνοήσει η συγκυρία, αλλά είναι απολαυστικό, όσες φορές και αν το δεις το απολαμβάνεις.

«Στο σχολείο τον φωνάζαμε "Σισέ", αλλά ο ίδιος δεν ήθελε»

Ο κύριος Μεργιάς, ο δάσκαλος του Γιάννη Κωνσταντέλος στην πέμπτη Δημοτικού είπε στο Gazzetta:

«Ηταν ενα παιδί εξαιρετικό, τον είχα μαθητή στα τελευταία χρόνια, στην πέμπτη Δημοτικού. Είχε χιούμορ, τον αγαπούσαν οι συμμαθητές του, του είχα αδυναμία γιατί είχε χιούμορ. Μιλάμε για ένα παιδί που θυμαάμαι ότι μέσα στο προαύλιο έπαιζε τη μπάλα τόσο καλά... Δεν είναι τυχαίο ότι οι συμμαθητές του αλλά κι οι δάσκαλοι τον φώναζαν "Σισέ". Ωστόσο, δεν ήθελε ο ίδιος να τον αποκαλούν έτσι. Αρεσε σ' ολους, ο ίδιος δεν ήθελε και προσπαθούσαμε να μην τον αποκαλούμε συνέχεια έτσι.

Ήταν πάντα μέσα στο παιχνίδι, κοινωνικός, ενεργός. Και τι πιο καμάρι για έναν δάσκαλο να βλέπει να εξελίσσονται τόσο καλά - πραγματικά καλά - τα πράγματα για έναν μαθητή του».

Στα μαθήματα πώς ήταν;

«Του άρεσαν τα μαθηματικά κι η φυσική, πιο πολύ μαθήματα πρακτικά, θετικά κι όχι θεωρητικά. Ήταν πολύ καλός μαθητής γενικά. Εγω τον είχα στην 5η και στην 6η Δημοτικού πήγε στη Θεσσαλονίκη. Σ' εκείνο το διάστημα δεν είχα κανένα παράπονο, συμμετείχε στην ταξη, οι βαθμοί του ήταν καλοί, δεν μας δυσκόλεψε μαθησιακά. Συνήθως όταν κάποιος μαθητής δεν είναι καλός και μας δημιουργεί προβλήματα το θυμόμαστε. Με τον Γιάννη δεν ίσχυε αυτό σε καμία περίπτωση».

«Είχαμε δυσκολίες με τα αγγλικά, ήταν ερωτευμένος με τη μπάλα»

Ο άνθρωπος που τον είχε στο φροντιστήριο αγγλικών του, ο Θωμάς Κοφός, μίλησε στο Gazzetta για τις αδυναμίες του Γιάννη στις ξένες γλώσσες αλλά και για το μεγάλο του έρωτα. Τη μπάλα.

Ο Γιαννάκης ήταν από τα πιο ήσυχα παιδιά, μάλλον αποτραβηγμένος θα έλεγα, όχι ιδιαίτερα καλός μαθητής στα αγγλικά. Δεν είχε χρόνο να διαβασει. Ήταν κολλημένος, ήταν ερωτευμένος με τη μπάλα και προσπαθούμε να τον τραβήξουμε λίγο στα μαθήματά του. Η μητέρα του κιόλας ήταν μαθήτριά μου. Ήταν πολύ υψηλό το ενδιαφέρον μας γι' αυτό το παιδί, προσπαθούσαμε να βοηθήσουμε στην επιμόρφωσή του. Είναι αλήθεια ότι το μυαλό του ήταν μόνο στη μπάλα. Με τα αγγλικά είχαμε δυσκολίες, ο χαρακτήρας του ήταν τρομερός, πρόκειται για ένα ήσυχο και ευγενέστατο παιδί».

Το quiz του Gazzetta στο μπαμπά του Γιάννη Κωνσταντέλια, κύριου Βασίλη:

«Ήταν πριν από τέσσερα ή πέντε χρόνια όταν άκουσα για πρώτη φορά το όνομα: Γιάννης Κωνσταντέλιας»

Γράφει ο Σταύρος Σουντουλίδης

Οι δημοσιογράφοι και γενικότερα οι άνθρωποι του Τύπου, δεν γίνεται να έχουμε πρωτογενή γνώση για όλα τα πράγματα. Εν προκειμένω, για το ποδόσφαιρο και την πρωτογενή ύλη στις ακαδημίες. Χρειαζόμαστε, λοιπόν, εκείνους που θα μας ανάψουν το φωτάκι και θα μας βάλουν στο σωστό δρόμο. Ώστε, αφού πρώτα προσλάβουμε τη γνώση, ύστερα να τη μεταδώσουμε. Η δουλειά μας είναι να βρίσκουμε τους κατάλληλους φωτοδότες.

Αρκετά χρόνια πίσω, σε μια από τις αρκετές συζητήσεις για το έλλειμμα ταλέντων στη χώρα, ο Βαγγέλης Πουρλιοτόπουλος, ήταν ο πρώτος που μου είχε επισημάνει ότι δεν λείπουν στην Ελλάδα και εν προκειμένω στον ΠΑΟΚ τα ταλέντα. Ήταν πριν από τέσσερα ή πέντε χρόνια όταν άκουσα για πρώτη φορά το όνομα: Γιάννης Κωνσταντέλιας. 

Ανέκαθεν είχα εμπιστοσύνη στο ποδοσφαιρικό κριτήριο του γενικού διευθυντή των «ασπρόμαυρων» ακαδημιών. Εχει σφαιρική, αν θέλετε παγκόσμια, γνώση. Εχει νοοτροπία. Είναι από τους πρώτους και ελάχιστους που επιμένουν χρόνια τώρα, να υποστηρίζουν ότι το ταλέντο δεν… ξεφυτρώνει. Εκτρέφεται. Παράγεται. Με ορίζοντα, να ανταποκριθεί σε παιχνίδι (τόσο στη θεωρία όσο και στην πρακτική) πολύ πιο δύσκολο. Γι’ αυτό και στην περίπτωση του «Ντέλια» χρειαζόταν να περάσει ο χρόνος από πάνω του. Ο 15χρονος, τότε, Κωνσταντέλιας είχε ανάγκη να μάθει τεχνική, να παίζει fair, να 'ναι πειθαρχημένος δίχως να πάψει να είναι τολμηρός, να συνηθίσει στην πίεση του ανταγωνισμού. 

Η αλλαγή στο ποδόσφαιρο μιας χώρας και στις επιδόσεις των ομάδων της δεν είναι, όπως πολλοί άσχετοι επιμένουν, ζήτημα χρημάτων. Είναι πιο πολύ ζήτημα οργάνωσης και οπτικής, προσέγγισης απέναντι στο παιχνίδι. Η άγνοια για τις παραμέτρους του παιχνιδιού και τις ιδιαιτερότητες της λειτουργίας μιας ποδοσφαιρικής επιχείρησης, όπως και του γενικότερου οικονομικού περιβάλλοντος μέσα στο οποίο εντάσσεται το επαγγελματικό ποδόσφαιρο, δημιουργεί ανεδαφικές προσδοκίες και λαθεμένες εικόνες σε φιλάθλους και οπαδούς.

Οι στατιστικές διδάσκουν πως το 80% των 15-16χρονων ποδοσφαιριστών, στα 20-21 τους δεν είναι πια επαγγελματίες ποδοσφαιριστές. Ακούγεται φυσιολογικό. Σημασία έχουν, λοιπόν, τα εφόδια περισσότερο, παρά η επαγγελματική κατάληξη. Τι άνθρωποι, αφού ποδοσφαιριστές θα γίνουν ένας ή δύο στους δέκα, θα βγουν στην κοινωνία. Για τον Κωνσταντέλια στον ΠΑΟΚ μπορούν να υπερηφανεύονται ότι πέτυχαν το απόλυτο. Γιατί και καλός ποδοσφαιριστής (δείχνει να) είναι και καλός άνθρωπος πάνω απ’ όλα είναι. 

Ο 20χρονος Βολιώτης είναι το εύλογο talk-of-the-town της εποχής μας, όπως έχω ξαναγράψει πρέπει να νιώθουμε ευλογημένοι και τυχεροί που τον απολαμβάνουμε στα πρώτα απ’ τα πολλά βήματά του στη μεγάλη σκηνή του ποδοσφαίρου. Μεγάλωσε σε μια Ελλάδα που παίζει ποδόσφαιρο με πολλές επαφές και με πολύ, ως εκ τούτων, χάσιμο (κρίσιμου) χρόνου. Ποδόσφαιρο, εύκολο να το καταπιούν οι Καντέ και οι Μακελελέ αυτού του κόσμου. Γι’ αυτό αποφάσισε να πάει κόντρα στο ρεύμα βασιζόμενος στο αστείρευτο ταλέντο του. Κι ευτυχώς για το ελληνικό ποδόσφαιρο δεν αποδείχθηκε στη διαδρομή ανεπίδεκτος, αντίθετα από ξεφτέρι στα μαθηματικά έγινε άριστος μαθητής του Ραζβάν Λουτσέσκου και έκανε τον Γιώργο Κούδα να σηκωθεί από τον καναπέ του για να τον αποθεώσει, καθώς αντιλαμβανόταν ότι αυτά που έβλεπε να κάνει ο «Ντέλιας» πάνω στο χορτάρι του θύμιζαν εκείνον στα νιάτα του.

Ο μικρός, κακά τα ψέματα, κατάφερε καθημερινά να επιβεβαιώνει τα καλά λόγια που τον συνοδεύουν. Εχει μία άψογη κίνηση με την μπάλα, μοιάζει να έχει στο μυαλό του κάθε φορά τι θα κάνει πριν καν πάρει την μπάλα, έχει τακτική παιδεία. Ομολογώ ότι σε πολλά μου θυμίζει τον Γιώργο Κούδα. που έχω δει σε φιλμάκια όταν μεγαλουργούσε και ζωντανά στα τελειώματά του, αλλά δεν έχω δει άλλον τα τελευταία δέκα χρόνια με αυτά τα χαρακτηριστικά στην Ελλάδα.

Από διάνοια στα μαθηματικά έγινε μέγας μπαλαδόρος

«Η πάσα του με ανατριχιάζει, την βλέπω και μου θυμίζει εμένα, είναι πάσα που χρειάζεται να ξέρεις τριγωνομετρία», είπε κάποια στιγμή ο Γιώργος Κούδας μιλώντας για τα τεχνικά χαρακτηριστικά του Κωνσταντέλια. Που να ήξερε ο «Μεγαλέξανδρος» πως ο Γιάννης μέχρι και τη Β’ Λυκείου ήταν διάνοια στα μαθηματικά! 

Τα πρώτα χρόνια που η οικογένεια είχε μετακομίσει από το Βόλο στη Θεσσαλονίκη, ο  καθηγητής μαθηματικών τηλεφωνούσε στους γονείς του προκειμένου να τον αφήσουν να συνεχίσει τα μαθήματα και να βάλει σε δεύτερη μοίρα το ποδόσφαιρο. Όμως, το νερό είχε μπει στο αυλάκι, η μπάλα κέρδισε… τα μαθηματικά και η λίστα των «wonderkids» του ελληνικού ποδοσφαίρου που έχασαν τον προσανατολισμό τους στη διάρκεια της διαδρομής, ευτυχώς, δεν (θα) έχει το όνομα «Κωνσταντέλιας».

Οι γονείς του Γιάννη, ο Βασίλης και η Ελένη Κωνσταντέλια ήταν μεροκαματιάρηδες, με τον πατέρα του να δουλεύει ώρες ατελείωτες στα τσιπουράδικα του Βόλου, ενώ και η μητέρα του εργαζόταν για να συνεισφέρει στην οικογένεια. Ήταν εποχές που ένιωθαν σα να μην υπάρχει ωράριο, εξάλλου είχαν να θρέψουν τρία παιδιά. Η Κωνσταντίνα, πρώτη και καλύτερη, ο Γιάννης και η μικρότερη Ευαγγελία, είναι όλος ο κόσμος τους γι’ αυτό έκαναν τα πάντα ώστε να μη τους λείψει τίποτα. 

«Όταν γυρνούσα στο σπίτι, τον έβλεπα με ματωμένα τα γόνατα», θυμάται ο Βασίλης Κωνσταντέλιας που δεν είχε ιδέα για το ταλέντο που είχε προικίσει ο θεός τον γιο του. «Παίζω στο πάρκο με μεγαλύτερους», γύρισε και του είπε ο Γιαννάκης  και μαζί πήραν την απόφαση να γραφτούν, κάπου κοντά στον Σεπτέμβριο του 2010, στην ακαδημία της Αγίας Παρασκευής. «Κάποια στιγμή χτύπησε το τηλέφωνο, ήταν ο προπονητής του, ο Αλέξανδρος Μαλακασιώτης που μου είπε επί λέξη: “πάρε ένα ρεπό κι έλα να δεις τι κάνει ο γιος σου. Είναι η ατραξιόν όλης της ακαδημίας”. Όταν πήγα και τον είδα, έπαθα πλάκα…».

Στην περίπτωση, πάντως, του Βασίλη και του Γιάννη, δεν ισχύει το μήλο κάτω απ’ τη μηλιά. Ναι μεν, ο μπαμπάς Κωνσταντέλιας έπαιξε στα νιάτα του ποδόσφαιρο, ξεκινώντας από τα «τσικό» του Ολυμπιακού Βόλου και συνεχίζοντας πότε ως εξτρέμ, πότε ως λίμπερο στον Τοξότη Βόλου κι άλλες τοπικές ερασιτεχνικές ομάδες, ωστόσο ουδέποτε είχε το ταλέντο του γιου του. 

Όταν ο ΠΑΟΚ τον «έκλεψε» μέσα από την αγκαλιά του Ολυμπιακού

Το όνομα του Γιάννη Κωνσταντέλια γρήγορα άρχισε  να κυκλοφορεί στον κόσμο των ακαδημιών, όλοι μιλούσαν για ένα μεγάλο ταλέντο που έπαιζε σε μια ακαδημία του Βόλου, με την Αγία Παρασκευή εκείνη την εποχή να έχει ενταχθεί στο δίκτυο των συνεργαζόμενων ακαδημιών του Ολυμπιακού. 

Ο Γιάννης Αμανατίδης, υπεύθυνος των «ερυθρόλευκων» Ακαδημιών, έδινε «γη και ύδωρ» για να πάρει τον μικρό στο Ρέντη, ωστόσο λογάριαζε χωρίς τον… Βαγγέλη Πουρλιοτόπουλο. Γι’ αυτό και με το που ο «Ντέλιας» έκλεισε στον ΠΑΟΚ, ο Ολυμπιακός διέκοψε την συνεργασία με την ακαδημία της Αγίας Παρασκευής! 

Ο διευθυντής των ακαδημιών του «Δικεφάλου» έκανε μεγάλο αγώνα για να ντυθεί ο Κωνσταντέλιας στα «ασπρόμαυρα» και τα κατάφερε αφού πρώτα κέρδισε την εμπιστοσύνη της οικογένειας. «Μας εμπιστεύτηκε και τον εμπιστευτήκαμε, δεν πρόκειται να ξεχάσω ποτέ τα όσα έκανε ο κ. Πουρλιοτόπουλος για την οικογένεια μας», παραδέχεται ακόμα και σήμερα ο Βασίλης Κωνσταντέλιας, που δεν ξεχνάει το πόσες φορές έκανε το δρομολόγιο Βόλος - Θεσσαλονίκη μέχρι η οικογένεια να μετακομίσει οριστικά κι ο ίδιος να πιάσει δουλειά ως μάγειρας στους ξενώνες της 

Ο πατέρας του Γιάννη, από την αρχή εργαζόταν στον ΠΑΟΚ, δεν είχε μόνιμη εργασία και εξασφαλίστηκε. Αυτό ήταν το κλειδί. Ο «Δικέφαλος» έδειξε ότι τον πιστεύει πολύ, αγκάλιασε την οικογένεια και έβαλε μπροστά την εξέλιξη του απορρίπτοντας όλες τις προτάσεις που άρχισαν να έρχονται στη Μικράς Ασίας. 

Ο Βολιώτης ποδοσφαιριστής πρωτοφόρεσε την «ασπρόμαυρη» φανέλα στα 11 του συμμετέχοντας στο διεθνές τουρνουά «Lokoball» της Μόσχας και εκεί έλαμψε με την απόδοσή του. Εννιά χρόνια μετά κι αφού πέρασε απ’ όλα τα τμήματα των ακαδημιών, κατακτώντας το πρωτάθλημα με την Κ17 και την Κ19 του ΠΑΟΚ, έφτασε να είναι βασικός κι αναντικατάστατος στην πρώτη ομάδα, με το νο. «65» ακόμα στην πλάτη, καθώς το αγαπημένο του «11» (6+5) ήταν καπαρωμένο τις προηγούμενες σεζόν. 

Όταν τρέλανε τον Αμπιντάλ στη «Μασία» 

Ο Γιάννης Κωνσταντέλιας τον Οκτώβριο του 2018 πέρασε το κατώφλι και για μια δύο ημέρες έγινε μέλος της περίφημης σχολής των «μπλαουγκράνα» στη Βαρκελώνη, τη «Λα Μασία». 

Μπαίνοντας στο αεροπλάνο για τη Βαρκελώνη ο μπαμπάς Κωνσταντέλιας έκανε όνειρα για τον μόλις 15 ετών κανακάρη του. «Σκεφτόμουν ότι έχει το ταλέντο για να σταθεί. Ήξερα ότι θα αρέσει, αλλά όχι στο βαθμό που τελικά τους άρεσε για να τον βάλουν να αγωνιστεί με την ομάδα κάτω των 19», θυμάται. Εκεί ο Ερίκ Αμπιντάλ, που μόλις είχε πάρει τα κλειδιά της λειτουργίας της Μπαρτσελόνα, είδε μέσα από το γραφείο τον «Ντέλια» να παίζει και έμεινε με ανοικτό το στόμα. Αμέσως πήρε τηλέφωνο τον Ραμόν Πλάνες, ο οποίος είχε μάθει για τον Έλληνα ποδοσφαιριστή και τον είχε καλέσει στη «Λα Μασία». «Ποιος είναι αυτός ο κοντός που θυμίζει το Μέσι, ποιος είναι αυτός ο παικταράς» αναφώνησε ο Γάλλος στο τηλέφωνο ζητώντας να μάθει πληροφορίες για τον Κωνσταντέλια από τον τεχνικό διευθυντή της Μπαρτσελόνα. 

Ο Αμπιντάλ εισηγήθηκε την κατάθεση πρόταση ύψος 1.500.000 Ευρώ για την απόκτησή του, ωστόσο δεν φρόντισαν να εξασφαλίσουν την οικογένεια του, ούτε έδειχναν διάθεση να ασχοληθούν μαζί του. «Στον ΠΑΟΚ νιώθαμε αυτή την ασφάλεια και έτσι είπαμε όχι», θυμάται ο Βασίλης Κωνσταντέλιας που πήρε την απόφαση να πει όχι στην Μπαρτσελόνα. Λίγους μήνες νωρίτερα, και συγκεκριμένα στις 11 Μαΐου 2018, ο Κωνσταντέλιας υπέγραψε το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο. Οι υπογραφές είχαν πέσει την πρώτη μέρα που θα μπορούσε ο «Ντέλιας» να υπογράψει συμβόλαιο, όντας 15 ετών και μιας ημέρας. Αυτό ο ΠΑΟΚ το πέτυχε εξασφαλίζοντας στην οικογένεια όλα όσα συζητήθηκαν, γεγονός που οικοδόμησε μια σχέση εμπιστοσύνης ανάμεσα στις δυο πλευρές.

Το ταξίδι στο Μόναχο για την Μπάγερν και η Φούλαμ

Λίγοι γνωρίζουν ότι προτού βρεθούν στη Βαρκελώνη μπαμπάς και γιος είχαν ταξιδέψει στο Μόναχο και ο μικρός στα 14 του είχε φτάσει μια ανάσα από την Μπάγερν. Ευτυχώς για τον ΠΑΟΚ, ο Ούλι Χένες που έκανε κουμάντο στους Βαυαρούς, έμπλεξε κάποιους Τούρκους μάνατζερ, ο Βασίλης Κωνσταντέλιας αντέδρασε και η μεταγραφή δεν έγινε ποτέ!

Η πιο προχωρημένη περίπτωση με ομάδα του εξωτερικού δεν ήταν ούτε με την Μπαρτσελόνα, ούτε με την Ατλέτικο Μαδρίτης, που εμφανίστηκε με γραπτή πρόταση το 2018, αλλά ήταν αυτή με τους «Κότατζερς» του Λονδίνου, τη Φούλαμ. 

Οι δύο πλευρές όχι απλά είχαν συμφωνήσει, αλλά είχαν δώσει τα χέρια! Τελικά, οι εγγυήσεις προς την οικογένεια και η διαφωνία με τον ΠΑΟΚ για τα ποσοστά μεταπώλησης ακύρωναν το deal. Δύο χρόνια αργότερα, η Τσέλσι έφτασε πολύ κοντά στην απόκτησή του «Ντέλια», ωστόσο ο κορονοϊός στάθηκε η αιτία να μη γίνει το καθοριστικό ταξίδι στην αγγλική πρωτεύουσα και να μείνει στη μέση η μεταγραφή. 

Για την ιστορία και μόνο, όλα αυτά τα χρόνια ο Βασίλης Κωνσταντέλιας είχε στα χέρια του πάνω από 25 προσκλήσεις από κορυφαίους συλλόγους, που κατά καιρούς χτύπησαν την πόρτα του για τον Γιάννη. Η Μάντσεστερ Σίτι, η Ατλέτικο, η Άρσεναλ, η Αϊντχόφεν, η Μπαρτσελόνα για δεύτερη φορά, η Ντόρτμουντ, η Ζάλτσμπουργκ, είναι κάποιες από τις ομάδες που έδειξαν πραγματικό ενδιαφέρον.

Ο ΠΑΟΚ έχει φροντίσει να «δέσει» τον «Ντέλια» μ’ ένα νέο συμβόλαιο έως το 2027. Το είχε αναλάβει από την πρώτη στιγμή ο Ιβάν Σαββίδης. Ο ισχυρός άνδρας του «Δικεφάλου»  έχει περιβάλλει με αγάπη και στοργή το next big thing του ΠΑΟΚ φροντίζοντας για το επόμενο βήμα του. 

Το νέο συμβόλαιο, το οποίο ο 20χρονος μεσοεπιθετικός το άξιζε και το κέρδισε με το σπαθί του, ήταν μια ξεκάθαρη ένδειξη από πλευράς της οικογένειας Σαββίδη και της διοίκησης, ότι τον περικλείουν με ασφάλεια και εμπιστοσύνη, ενώ παράλληλα έμοιαζε με ένα σαφέστατο μήνυμα πως οφείλει να κλείσει τα αυτιά του στις διάφορες «σειρήνες» από το εξωτερικό. Εξάλλου στην περίπτωση του, το έκαναν και τα προηγούμενα χρόνια όταν ακόμα το όνομα «Γιάννης Κωνσταντέλιας» συζητιόταν ευρέως στους κύκλους των ακαδημιών, αλλά ακόμα δεν είχε… σκάσει απ’ το αβγό του. 

Η χρονιά της... έκρηξης

Ο Κωνσταντέλιας του 2022/23 μέσω του Wyscout

Γράφει ο Γιώργος Ντυμένος

Ο νεαρός «έτρεψε» πέρσι την πρώτη «γεμάτη» σεζόν της καριέρας του και στα 20 του έτη λογίζεται πια στους παίκτες «κλειδιά» του ΠΑΟΚ. Ας δούμε λοιπόν μέσω του Wyscout τα πεπραγμένα του, όπου και αποτυπώνεται πως ξέρει μπάλα, προσφέρει ποικιλοτρόπως και σταδιακά μετατρέπεται σε ποδοσφαιριστή πρώτης γραμμής.  

Αγώνες: 36

Λεπτά: 2.845’

Ο 20χρονος μεσοεπιθετικός έπαιξε πέρσι σε 36 ματς των εγχώριων διοργανώσεων, όπου μέσω του heat map του φαίνεται ότι κινήθηκε κυρίως στο αριστερό «φτερό».

Παράλληλα συνέκλινε και προς τον άξονα, όμως κατά βάση τον είδαμε στα άκρα αν και υπήρξαν περιπτώσεις όπου αγωνίστηκε και ως φορ. Συνολικά ως στράικερ, μόνος ή περιφερειακός,  εμφανίστηκε σε 774’ της σεζόν, ενώ το σχετικό εύρημα ενισχύεται από το ότι σε αρκετά παιχνίδια έκανε πολλές επαφές με την μπάλα εντός της αντίπαλης περιοχής (π.χ. με τον ΟΦΗ στο 0-0 της Θεσσαλονίκης «μέτρησε» 10).

Τελικές: 44

On target: 16

Γκολ: 3

Συνολικά βρήκε δίχτυα τρεις φορές στη σεζόν, όπου… άνοιξε λογαριασμό στο 0-3 της Λεωφόρου τον Ιανουάριο και ύστερα σκόραρε δις τον Μάρτιο, αρχικά στο 6-0 επί του ΠΑΟΚ για την Stoiximan Super League και ύστερα στο 5-1 της Λαμίας για το Novibet Κύπελλο Ελλάδος.

Αθροιστικά έβγαλε 44 τελικές, εκ των οποίων οι 12 ήταν έξω από το «κουτί» και οι 32 μέσα από τα αντίπαλα καρέ, δείγμα (ακόμη ένα) πως «πατά» περιοχή. Αλλωστε από τα 10 μέτρα και κάτω σημείωσε και τα τρία του τέρματα.

Πάσες: 733/872

Ποσοστό ευστοχίας: 84,1%

Ασίστ: 3

Ο νεαρός έκλεισε τη χρονιά με εξαιρετικά ποσοστά ευστοχίας στο κομμάτι των μεταβιβάσεων, αφού «φλέρταρε» με το 85%. Μάλιστα έδωσε και τρεις ασίστ, αφού με εξαιρετική κάθετη έφτιαξε το 0-1 του Ολιβέιρα στο Περιστέρι, με τη «μία» έπαιξε για τον Ζίβκοβιτς που έκανε το 0-2 με αντίπαλο τον Παναθηναϊκό στην Αθήνα σε έναν αγώνα όπου και σκόραρε (εκείνο το 3-0 επί του «τριφυλλιού» ήταν ίσως η κορυφαία του φετινή εμφάνιση), ενώ μας προσέφερε και τη φανταστική φάση του 14’, στο 2-0 που επικράτησε τον Φλεβάρη ο ΠΑΟΚ της ΑΕΚ στην Τούμπα.  Τότε αν και πεσμένος στο έδαφος (!) έκανε τρεις επαφές και έστρωσε στον Νάρεϊ που άνοιξε το σκορ, σε μία στιγμή για χάι λάιτ.

Παράλληλα ήταν «μέσα» και στο 2-0 του Τάισον απέναντι στους «πράσινους» για το Novibet  Κύπελλο Ελλάδος, ενώ την ίδια στιγμή «έφτιαξε» στη σεζόν ακόμη 37 «μεγάλες» ή «μικρές» ευκαιρίες για την ομάδα του.

Ευρύτερα μετέφερε με ασφάλεια την μπάλα στην επίθεση αφού στο επιθετικό τρίτο «κατέγραψε» 75,6% σωστές πάσες, ενώ αρκετά υψηλό είναι και το αντίστοιχο νούμερο που αφορά εκείνες που κατέληξαν στο ύψος του πέναλτι (62%).

Μάλιστα μπορούσε να πάει τόσο κάθετα όσο και παράλληλα, αφού υπήρχαν ματς που προσπαθούσε περισσότερο να δημιουργήσει με τον πρώτο τρόπο και άλλα όπου πήγε ως επί το πλείστων με τον δεύτερο. Για παράδειγμα στο 2-0 επί της ΑΕΚ το κοντέρ του… έγραψε 3/5 κάθετες (μεταξύ άλλων και η ασίστ-ποίημα στον Νάρεϊ), ενώ κόντρα στον ΠΑΣ στη Θεσσαλονίκη όπου ο ΠΑΟΚ επικράτησε με το ίδιο σκορ είχε 2/2 παράλληλες. Ετσι δείχνει σε θέση να «διαβάζει» το παιχνίδι και να ενεργεί ανάλογα.

Εάν απαιτηθεί και βρει χώρο δεν «φοβάται» τη μακρινή μπαλιά (64,4% ευστοχίας), ενώ σημαντικό είναι και το ότι δεν «πουλάει» την κατοχή. Οι πίσω μεταβιβάσεις του που ως επί το πλείστων έγιναν όταν δεν έβρισκε ελεύθερο συμπαίκτη του στην επίθεση είχαν σχεδόν «χειρουργική ακρίβεια» και ήταν λάθος μόλις οι 13 από τις 225 που επιχείρησε.

Παίκτης με καλή τεχνική κατάρτιση κάτι που θέλει να εκμεταλλευτεί και για αυτό άλλωστε πάει συχνά στο 1 vs 1, αφού κατά μέσο όρο το επιχείρησε πέρσι έξι φορές σε κάθε «γεμάτο» αγώνα που έπαιζε. Ως ενίσχυση του ότι βρίσκεται συχνά σε θέση φορ είναι και το εύρημα πως σε αντίστοιχη αναλογία (κάθε 90’ δηλαδή), πραγματοποιεί τέσσερις επαφές στο ύψος του σημείου του πέναλτι.

art direction / συνθέσεις: Χρήστος Ζωίδης