Μπήκαμε στη Marca και μάθαμε πότε έκανε ρεκόρ με 1.700.000 φύλλα

Ποια είναι η πιο πολυδιαβασμένη συνέντευξη στην ιστορία της Marca; Πότε έκανε ρεκόρ πωλήσεων κι εν πάση περιπτώσει, πώς εμπνέεται τα απίθανα πρωτοσέλιδα;

Ήταν πριν από 86 χρόνια όταν οι δρόμοι στο Σαν Σεμπαστιάν γέμισαν από παιδικές φωνές που φιλοτέχνησαν με τα πιο λαμπρά χρώματα το μέλλον μιας εφημερίδας που κυκλοφόρησε αρχικά ως εβδομαδιαίο έντυπο και έμελλε να φέρει επανάσταση στον ισπανικό Τύπο. Πλέον εκείνες οι στιγμές με τους πιτσιρικάδες να διαλαλούν τα νέα μοιάζουν ανεπανάληπτες και άξιες να αποκτήσουν τον δικό τους θρύλο. «¡Marca! ¡Marca! Ha salido Marca». «Βγήκε η Marca».

Τo πρώτο φύλλο κυκλοφόρησε στις 21 Δεκεμβρίου 1938 και τα πέντε κόκκινα γράμματα στο λογότυπο ορίζουν πια την ύπαρξη ενός μιντιακού κολοσσού. Σε κάθε περίπτωση, οι ιδέες είναι το πιο δυνατό καύσιμο και ο Μανουέλ Φερνάντεθ Κουέστα δημιούργησε ένα αθλητικό έντυπο στα χρόνια του ισπανικού Εμφυλίου που προκάλεσε φρενίτιδα από την πρώτη στιγμή. Λέγεται, μάλιστα, ότι κοντά στα 30.000 αντίτυπα εξαντλήθηκαν μέσα στις πρώτες ώρες!

Την επόμενη χρονιά η Marca μετακόμισε στη Μαδρίτη και από τις 25 Νοέμβρη 1942 κυκλοφορεί σε καθημερινή βάση, αποτελώντας μια από τις πιο ιστορικές και επιδραστικές αθλητικές εφημερίδες στην Ευρώπη. Εξάλλου, το ρεπορτάζ της ώθησε σε παραίτηση κοτζάμ πρόεδρο της Ρεάλ, τον Ραμόν Καλδερόν, ο οποίος προετοίμασε το έδαφος για τη μεταγραφή του Κριστιάνο Ρονάλντο, καταγγέλλοντάς τον για νοθεία στη ψηφοφορία για την επικύρωση του οικονομικού προϋπολογισμού. 

Σήμερα ο Τύπος βιώνει τη βαθύτερη κρίση του. Η ψηφιακή εποχή επηρεάζει όλες τις παραδοσιακές μορφές ενημέρωσης και οι εφημερίδες βλέπουν τις πωλήσεις τους να καταρρέουν, τα διαφημιστικά έσοδα να συρρικνώνονται και τον παρεμβατικό ρόλο τους να μειώνεται. Παρ’ όλα αυτά, το brand name της Marca παραμένει πανίσχυρο και η ηλεκτρονική έκδοση που «γεννήθηκε» το 1995, αποτελεί ένα από τα Μέσα με τη μεγαλύτερη απήχηση στον κόσμο. 

Το Gazzetta βρέθηκε στην ισπανική πρωτεύουσα και φιλοξενήθηκε στο newsroom της Marca όπου στεγάζονται η έντυπη έκδοση, το σάιτ και το ραδιόφωνο του ομίλου, μαθαίνοντας τα μυστικά της από τρία στελέχη της. Ο υποδιευθυντής Χουάν Ινάθιο Οτσόα, ο αναπληρωτής διευθυντής Εμίλιο Κοντρέρας και ο ρεπόρτερ μπάσκετ της Ρεάλ Μαδρίτης, Νάτσο Ντούκε μοιράστηκαν στιγμές που έχουν σημαδέψει αυτή τη διαδρομή όπως την ιστορία πίσω από ένα πρωτοσέλιδο, τη δική τους προετοιμασία για το Clásico, τη μάστιγα του clickbait και τα τρομερά ρεκόρ στις κυκλοφορίες.

«Το clickbait είναι πρόβλημα από την εποχή που δεν υπήρχε Internet»

Ο Χουάν Ινάθιο Οτσόα βρέθηκε για πρώτη φορά στη Marca πριν από δυο δεκαετίες και κάλυψε το ρεπορτάζ της Ρεάλ Μαδρίτης για 18 χρόνια. Την τελευταία διετία είναι υποδιευθυντής του Μέσου και παράλληλα μπορεί να περηφανεύεται ότι έχει πάρει την πιο πολυδιαβασμένη συνέντευξη όλων των εποχών! Όχι, δεν ήταν με τον Κριστιάνο Ρονάλντο, ούτε με τον Ζινεντίν Ζιντάν.

Ποια είναι, λοιπόν, η θέση της Marca στο πανόραμα των αθλητικών Μέσων Ενημέρωσης στην Ισπανία;

«Είναι αδιαμφισβήτητο ότι η Marca συνιστά την κορυφαία εφημερίδα σε ό,τι αφορά την απήχηση, το σήμα, τις υπογραφές, την ταυτότητα και την ενημέρωση που προσφέρει στην έντυπη έκδοση και στο διαδικτυακό κομμάτι. Πάνω απ’ όλα, όμως, είμαστε σημείο αναφοράς! Δεν είναι το ίδιο όταν μια είδηση δημοσιευτεί στη Marca σε σχέση με οποιοδήποτε άλλο Μέσο. Χωρίς υπερβολή, όλος ο κόσμος διαβάζει τη Marca! Στην Ισπανία, στην Ευρώπη, στην Αμερική, παντού. Όταν γραφτεί κάτι εδώ, έχει μεγάλη βαρύτητα. Κουβαλάμε μια τεράστια ευθύνη. Πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί με τις πληροφορίες που δημοσιεύουμε αφού ο κόσμος μάς παρακολουθεί και οποιοδήποτε λάθος μπορεί να προκαλέσει μεγάλη ζημιά. Ειδικά σήμερα που οι εφημερίδες έχουν την πρόκληση να δημιουργήσουν τη συνήθεια της ανάγνωσης στους νέους».

Τι σημαίνει για εσάς το γεγονός ότι λογίζεται από πολλούς ως η μεγαλύτερη και πιο δημοφιλής εφημερίδα στην Ευρώπη;

«Είναι μεγάλη τιμή για εμάς. Θα σας αναφέρω κάτι σχετικό. Τις προηγούμενες ημέρες δημοσιεύτηκε μια μελέτη σχετικά με τις πιο καταξιωμένες online εφημερίδες στο ξεκίνημα του 2024 και την απήχηση που έχουν σε παγκόσμιο επίπεδο. Η Marca, λοιπόν, είναι η πρώτη αθλητική εφημερίδα στον κόσμο! Για να γίνουν αντιληπτά τα μεγέθη και οι συγκρίσεις, στην πρώτη θέση της έρευνας βρίσκεται η USA Today, στη δεύτερη οι New York Times και στην τρίτη ο Guardian. Η Marca βρίσκεται στο νούμερο 24 όσον αφορά τη γενική κατάταξη των εφημερίδων και είναι πρώτη στον τομέα των αθλητικών! Αυτό σημαίνει πολλά για τη δύναμη που κουβαλά αυτό το σήμα και για τον κόσμο που μας ακολουθεί και μας εμπιστεύεται. Για την ακρίβεια, είναι ένας λόγος περηφάνιας για όλους όσοι δουλεύουμε εδώ».

Πώς πιστεύετε ότι η Marca έχει εξελιχθεί για να προσαρμοστεί στον τρόπο που ο αναγνώστης «καταναλώνει» τις αθλητικές ειδήσεις;

«Ένα από τα πρώτα πράγματα που έπρεπε να αλλάξουμε ήταν η νοοτροπία των ίδιων των δημοσιογράφων μας. Όπως γνωρίζετε, η Marca ιδρύθηκε πριν από 86 χρόνια. Το 1938 κυκλοφόρησε αρχικά ως εβδομαδιαία έκδοση και στη συνέχεια μετατράπηκε σε καθημερινή αθλητική εφημερίδα. Πρόκειται για ένα τεράστιο brand name που κουβαλά διαχρονικά αυτή την ιδιοσυγκρασία. Τη φιλοσοφία του χαρτιού. Η ψυχή αυτής της εφημερίδας, η στρατηγική της, οι επιτυχίες και οι μεγαλύτερες στιγμές της έχουν συνδεθεί με το χαρτί. Παρ’ όλα αυτά, ο κόσμος αλλάζει και βρίσκεται σε μια κατάσταση συνεχούς εξέλιξης. Με το πέρασμα των χρόνων, το διαδίκτυο έχει πλέον μεγαλύτερη βαρύτητα και επιρροή. Καταλάβαμε ότι πρέπει να αλλάξουμε και να προσαρμοστούμε στα νέα δεδομένα χωρίς όμως να χαθούν οι αρχές και η ταυτότητα της Marca».

Σε τι συνίσταται αυτή η αλλαγή;

«Μια εφημερίδα περιλαμβάνει όλο τον κόσμο της ενημέρωσης και αυτός ο κόσμος πρέπει να είναι φρέσκος. Να προσφέρει νόημα μέσα από τις λέξεις, τις φράσεις και την οπτική του Μέσου. Ρίχνοντας, λοιπόν, το βάρος στην online έκδοση της Marca, ο δημοσιογράφος πρέπει να είναι γρήγορος και, παράλληλα, να χρησιμοποιεί τη "γλώσσα" του διαδικτύου. Νομίζω ότι τα καταφέραμε με μεγάλη επιτυχία. Όλη η συντακτική ομάδα μας έχει πλέον αυτή τη νοοτροπία. Ότι, δηλαδή, το βάρος πέφτει πρώτα στο Internet. Η μετάβαση από το χαρτί στο διαδίκτυο είναι ένα πολύ σημαντικό βήμα. Όπως και να ‘χει, η Marca διατηρεί την ουσία και τη φιλοσοφία της. Στο τέλος της ημέρας, ο αθλητισμός είναι διασκέδαση. Είμαστε κομμάτι αυτής της λογικής, ότι ο αναγνώστης μας θα πάει στο γήπεδο για τη ψυχαγωγία του, διαβάζοντας τα νέα και αναζητώντας αυτή τη διαφορετική οπτική γωνία».

Η κακή δημοσιογραφία του clickbait είναι η μεγαλύτερη μάστιγα εκεί έξω;  

«Ο κόσμος μπορεί να πει ότι τα σάιτ και οι ηλεκτρονικές εκδόσεις χρησιμοποιούν ξεδιάντροπες τακτικές με clickbait τίτλους που οδηγούν στην παραπληροφόρηση και την παραπλάνηση. Είναι αλήθεια, το clickbait είναι πρόβλημα όμως ζούμε με αυτό από την εποχή που δεν υπήρχε Internet! Οι εφημερίδες πάντα έψαχναν έναν ελκυστικό τίτλο και ένα πρωτοσέλιδο που θα τραβήξει το ενδιαφέρον. Ίσως δεν ισχύει τόσο πολύ στις εσωτερικές σελίδες ωστόσο πάντα βλέπαμε αυτό το παιχνίδι των λέξεων στα πρωτοσέλιδα. Δεν αναφέρομαι μόνο στην Ισπανία αλλά στις εφημερίδες σε όλο τον κόσμο. Για παράδειγμα, όλοι μιλούν για τα περίφημα πρωτοσέλιδα και τους τίτλους της "Olé" στην Αργεντινή. Δεν πρόκειται να εξαπατήσουμε τον αναγνώστη. Αυτό που θέλουμε είναι να διατηρήσουμε την ουσία της Marca, να είμαστε αυστηροί στο κομμάτι της ενημέρωσης και ταυτόχρονα να παρουσιάσουμε τις ειδήσεις με έναν ιδιαίτερο τρόπο ώστε να μην γίνονται βαρετές».

«Γιατί ο κόσμος θέλει να διαβάζει μόνο για την Τέιλορ Σουίφτ»;

Θεωρείτε ότι τα social media ευθύνονται για την κρίση στα ΜΜΕ; Από την άποψη ότι πολλοί πλέον προτιμούν να ενημερώνονται από αυτές τις πλατφόρμες.

«Δεν πιστεύω ότι τα social media ευθύνονται για την κρίση στα Μέσα Ενημέρωσης. Αντίθετα, θεωρώ πως υπάρχει χώρος για όλους σε αυτόν τον τομέα, δημιουργώντας έναν νέο κόσμο όπου οι αναγνώστες μπορούν να εκφράσουν την άποψή τους, τις ιδέες, τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους. Σε ό,τι μας αφορά, η Marca έχει τεράστια δυναμική στα social media και πολλοί ενημερώνονται μέσα από αυτά. Τα κοινωνικά δίκτυα βοηθούν τα Μέσα να δημιουργήσουν μια κοινότητα που δεν είναι συνηθισμένη να πηγαίνει στο περίπτερο για να αγοράσει μια εφημερίδα ή ένα περιοδικό. Αυτή η κατάσταση εξελίσσεται πολύ γρήγορα. Υπάρχει κόσμος που προτιμά να ενημερώνεται μέσα από τα social media, τα οποία με τη σειρά τους έχουν γίνει μια σημαντική πηγή ειδήσεων. Παρ’ όλα αυτά, η αξιοπιστία ορισμένων πηγών μπορεί να αμφισβητηθεί, επομένως πρέπει να λειτουργούμε με επαγγελματισμό και σοβαρότητα».

Τελικά, τι ειδήσεις προτιμά ο κόσμος; Τι θέλει να διαβάζει;

«Είναι αλήθεια ότι οι αναγνώστες θέλουν πράγματα που τους εκπλήσσουν! Πράγματα, δηλαδή, που δεν περιμένουν. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Θα δώσω ένα παράδειγμα. Το Μέσο που εργάζεσαι μπορεί να εξασφαλίσει μια αποκλειστική συνέντευξη με τον Κριστιάνο Ρονάλντο, η οποία δημοσιογραφικά έχει τεράστια αξία. Επειδή, ακριβώς, είναι τρομερά δύσκολο να κλείσεις μια συνέντευξη με τον Κριστιάνο. Μπορεί να "δουλεύεις" έναν χρόνο μέχρι να τα καταφέρεις και να την κάνεις. Παρ’ όλα αυτά, οι ατάκες που θα δώσει ενδεχομένως να μην έχουν κανένα ενδιαφέρον. Μπορεί να πει τα τετριμμένα, να πει όλα τα κλισέ του κόσμου σε μια προβλέψιμη και βαρετή από κάθε άποψη συνέντευξη. Σε αυτή την περίπτωση, το αποτέλεσμα είναι απογοητευτικό και δεν αντανακλά την προσπάθεια που έχει γίνει. Αντίθετα, ένα story στο Instagram μπορεί να προκαλέσει πανικό για έναν τρελό λόγο. Αυτή είναι η πραγματικότητα με την οποία πρέπει να συνυπάρξουν τα Μέσα».

Δεν σας απογοητεύει κάτι τέτοιο; Αναφορικά, δηλαδή, στο περιεχόμενο που αναζητούν πολλές φορές οι αναγνώστες;

«Υπάρχουν δυο πράγματα που πρέπει να λάβουμε υπόψη και να βάλουμε στην εξίσωση. Από τη μια, έχουμε τα άρθρα που θα γίνουν viral όπως, για παράδειγμα, το post ενός αθλητή στο Instagram. Και από την άλλη, το κύρος που θα φέρει στο Μέσο μια συνέντευξη με τον Κριστιάνο Ρονάλντο. Όλα είναι συμβατά και πρέπει να συνυπάρχουν. Κάποιος μπορεί να απογοητευτεί. Είναι εύκολο να θυμώσεις και να αναρωτηθείς: "Γιατί ο κόσμος δεν νοιάζεται πια για μια έρευνα; Γιατί θέλει να διαβάζει μόνο για την Τέιλορ Σουίφτ"; Θα μπορούσε να πει κανείς ότι αυτή είναι η εύκολη δημοσιογραφία, ότι έχουμε να κάνουμε με σκουπίδια.

Λοιπόν, πιστεύω πως όλα έχουν θέση. Σίγουρα έχει θέση μια συνέντευξη με τον Κριστιάνο που θα ανεβάσει το πρεστίζ του Μέσου. Σίγουρα, επίσης, έχει θέση η δημοσιογραφία της ψυχαγωγίας που δεν εστιάζει τόσο στο αθλητικό κομμάτι, που δεν είναι τόσο αυστηρή όμως διασκεδάζει τον κόσμο». 

Πώς βλέπετε το μέλλον του αθλητικού Τύπου σε ένα περιβάλλον όπου οι ψηφιακές πλατφόρμες κερδίζουν όλο και περισσότερο χώρο;

«Πιστεύω ότι στο διαδίκτυο χωράνε τα πάντα. Αναφορικά στη Marca, έχουμε να κάνουμε με ένα Μέσο Ενημέρωσης όπου κυριαρχεί ο αθλητισμός και οι ιστορίες που γεννούν τα σπορ. Παράλληλα, όμως, παρουσιάζουμε και άλλες ιστορίες, λιγότερο αθλητικές που ενδιαφέρουν τον κόσμο και ψυχαγωγούν τον αναγνώστη. Βλέποντας τη μεγάλη εικόνα, μιλάμε για ιστορίες που ο κόσμος αρέσει να διαβάζει και σίγουρα φέρνουν νούμερα. Θεωρώ πως όλα μπορούν να συνυπάρξουν τέλεια. Δεν είναι όπως στην εφημερίδα όπου είχαμε, για παράδειγμα, 40 σελίδες και εκεί έπρεπε να μπουν τα πάντα. Το διαδίκτυο σου δίνει απεριόριστο χώρο. Είναι αυτό που σας εξήγησα εξ αρχής, ότι στο Internet υπάρχει χώρος για όλους. Οι διαφορετικοί τύποι των ειδήσεων μπορούν να συνυπάρχουν, λαμβάνοντας υπόψη και δίχως να ξεχάσουμε ποτέ ότι είμαστε ένα αθλητικό Μέσο. Δεν πρέπει να ξεφύγουμε και να πάμε στο άλλο άκρο».

Η συνέντευξη που διαβάστηκε από 3.000.000 users

Για ποια δουλειά είστε περισσότερο περήφανος;

«Για τη συνέντευξη που έκανα με τον Ίσκο τον περασμένο Ιούλιο! Είχαν περάσει σχεδόν πέντε χρόνια δίχως να μιλήσει σε κανέναν. Σε αυτά τα πέντε χρόνια, η καριέρα του είχε πτωτική πορεία. Ο Ίσκο των πέντε Champions League, από την άνοδο στην πτώση και ξανά προς τα πάνω… Ένα παιδί που υπέγραψε στη Ρεάλ Μαδρίτης ως ο πιο ταλαντούχος παίκτης στην Ευρώπη όμως εκείνη την περίοδο ζούσε τις χειρότερες στιγμές του. Κανείς δεν ήξερε πού βρισκόταν και τι έκανε! Είχε λύσει το συμβόλαιό του με τη Σεβίλλη τον Δεκέμβριο, ήταν κοντά στην Ουνιόν όμως η μεταγραφή χάλασε. Πέρασε έξι μήνες χωρίς να παίξει ποδόσφαιρο, κανείς δεν γνώριζε πού βρισκόταν, όλοι πίστευαν ότι θα αποσυρθεί. Εν τέλει, μίλησε στη Marca. Αυτό, ακριβώς, κάνει την εφημερίδα μας να ξεχωρίζει. Μιλάω για το αντίκτυπο της συνέντευξης. Ξαφνικά, ένα πρωινό, εμφανίστηκε στα περίπτερα μια συνέντευξη του Ίσκο που μιλούσε για όσα συνέβησαν αυτό το διάστημα. Ήταν ένα θέμα που έκανε πάταγο! Είπε, μεταξύ άλλων, ότι ο Μόντσι τον άρπαξε από τον λαιμό και έπρεπε να τους χωρίσουν! Μίλησε για έναν καβγά που κανείς δεν γνώριζε. Είναι η πιο πολυδιαβασμένη συνέντευξη στην ιστορία της online έκδοσης της Marca με σχεδόν 3.000.000 unique users! Και σίγουρα είναι μια από τις πιο πολυδιαβασμένες συνεντεύξεις που έγιναν ποτέ στην Ισπανία».

Ποιες στρατηγικές έχει υιοθετήσει η Marca για να διατηρήσει και να επεκτείνει τη βάση αναγνωστών της, τόσο στην Ισπανία όσο και διεθνώς;

«Είναι αλήθεια ότι ο ανταγωνισμός μεγαλώνει. Είναι, επίσης, αλήθεια ότι ο κόσμος έχει όλο και λιγότερο χρόνο για να "καταναλώσει" αθλητικό περιεχόμενο μέσα από μια εφημερίδα ή ένα σάιτ. Πλέον υπάρχουν πολλές επιλογές. Προηγουμένως υπήρχε μόνο η τηλεόραση, στη συνέχεια εμφανίστηκε το Internet και τώρα πια ο αναγνώστης γυρίζει σπίτι του και έχει στη διάθεσή του πλατφόρμες όπως το Netflix και το HBO όπου μπορεί να βρει, για παράδειγμα, τις σειρές για τον Ντέιβιντ Μπέκαμ και τους Μπουλς. Έστω και έτσι, πιστεύω ότι μπορούμε να συνυπάρξουμε καλά. Ο αθλητισμός και ειδικά το ποδόσφαιρο έχουν μια τρομερή δυναμική στον κόσμο που δεν μπορεί να συγκριθεί με τίποτα. Είναι μια δυναμική που βοηθάει τη Marca και τα υπόλοιπα Μέσα να συνυπάρξουν με τις υπόλοιπες πλατφόρμες».

Τελικά ο αθλητής έχει ανάγκη να δώσει συνέντευξη; Για ποιο λόγο να μιλήσει σε ένα Μέσο αφού μπορεί να περάσει την άποψή του με ένα ποστάρισμα;

«Ενδεχομένως οι αθλητές να πιστεύουν ότι δεν έχουν πια ανάγκη τα Media ώστε να έλθουν σε επαφή με τον κόσμο. Ότι μπορούν να το κάνουν με ένα μήνυμά τους στο Instagram ή στο Twitter. Έχουν πια τον τρόπο να επικοινωνούν απευθείας με τους οπαδούς, στην πραγματικότητα όμως μας χρειάζονται. Γιατί ένα μήνυμα που θα περάσει από τα δικά τους μέσα κοινωνικής δικτύωσης θα είναι πάντα μονόπλευρο και μεροληπτικό. Όταν όμως δώσουν μια συνέντευξη, θα είναι πιο ειλικρινές και αληθινό. Δείτε, για παράδειγμα, το Kings League του Ζεράρ Πικέ. Η επικοινωνία θα μπορούσε να γίνει αποκλειστικά από τα social media του Πικέ όμως είμαστε το επίσημο Μέσο Ενημέρωσης και οι πληροφορίες για το τουρνουά βγαίνουν από τη Marca. Ό,τι και να γίνει, ένα Μέσο Ενημέρωσης θα σημαίνει πάντα πολλά περισσότερα από ένα προφίλ στα social media».

Ποια είναι η προσέγγιση της Marca όσον αφορά την κάλυψη λιγότερο δημοφιλών αθλημάτων;

«Όλα τα σπορ έχουν τον χώρο τους εδώ. Τον περασμένο Φεβρουάριο διεξήχθη στο Λεγανές το Copa del Rey στο βόλεϊ, η Marca είναι το επίσημο Μέσο της διοργάνωσης και οι δημοσιογράφοι μας βρέθηκαν στο Pabellón Europa για να καλύψουν το τουρνουά από την πρώτη μέρα ως τον τελικό. Ήμασταν, επίσης, στο Σόπρον της Ουγγαρίας για το Προολυμπιακό τουρνουά μπάσκετ Γυναικών όπου η Εθνική Ισπανίας εξασφάλισε την πρόκριση στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Ταξιδέψαμε στο Μεξικό, στην πρεμιέρα του Τζον Ραμ, του Ισπανού πρωταθλητή στο γκολφ και φτάσαμε ως το Άναχαϊμ, στη νότια Καλιφόρνια για τον Ίλια Τοπούρια που έβγαλε νοκ άουτ τον Αλεξάντερ Βολκανόφσκι και κατέκτησε τον τίτλο στο UFC. Καλύπτουμε όλα τα αθλήματα και προσπαθούμε να είμαστε εκεί. Πολλές φορές βέβαια είναι δύσκολο να ταξιδεύουμε παντού λόγω της οικονομικής κρίσης και αυτό είναι προφανές. Μιλάμε για τόσες αποστολές… Η ζωντανή κάλυψη όλων των αθλημάτων είναι πολύ ακριβή όμως προσπαθούμε να δίνουμε το παρών σε όσο το δυνατόν περισσότερα events. Για μένα, έχει πολύ μεγάλη αξία να είσαι μέσα στα πράγματα. Σίγουρα μπορείς να καλύψεις έναν αγώνα από το γραφείο σου όμως στο γήπεδο συμβαίνουν πολλά περισσότερα από αυτά που βλέπεις στην τηλεόραση».

«Το πρωτοσέλιδο της Marca είναι ιερό στην Ισπανία»!

Πώς προέκυψε εκείνο το πρωτοσέλιδο-αριστούργημα για το Ρεάλ - Ατλέτικο;

«Σε αυτό το πρωτοσέλιδο, ένα από τα δυο παιδιά είναι ο ανιψιός μου! Για να είμαι ειλικρινής, είχα καιρό στο μυαλό μου αυτό το concept όμως έπρεπε να βρούμε την κατάλληλη στιγμή για να το κάνουμε και εκείνη η σειρά των ημιτελικών ήταν η μεγάλη ευκαιρία μας. Οι πωλήσεις στο χαρτί δεν είναι πια όπως παλιά όμως το πρωτοσέλιδο της Marca είναι ιερό σε αυτή τη χώρα! Όλος ο κόσμος στην Ισπανία ξυπνάει το πρωί και θέλει να δει το πρωτοσέλιδο της Marca. Έτσι και εμείς το δουλεύουμε με πολλή αγάπη και προετοιμασία. Ο διευθυντής μας, Χοσέ Ινάθιο Γκαγιάρδο είναι μια ιδιοφυία! Είναι ένα εύστροφο μυαλό με τρομερές ιδέες για τα πρωτοσέλιδα που βλέπετε κατά καιρούς. Όλοι στη Marca έχουμε αυτή τη νοοτροπία. Να παρουσιάσουμε, δηλαδή, ένα ιδιαίτερο και ξεχωριστό πρωτοσέλιδο. Ειδικά στα μεγάλα παιχνίδια, όπως εκείνο το Ρεάλ Μαδρίτης – Ατλέτικο, το 2017.  Θυμάμαι ακόμα την ημερομηνία. Ήταν 2 Μάϊου 2017. Με τα δυο παιδιά μπροστά στην είσοδο του Μετρό, με τον πιτσιρικά της Ρεάλ να φοράει τη φανέλα του Κριστιάνο Ρονάλντο και αυτόν της Ατλέτικο τη φανέλα του Γκριεζμάν. Παρεμπιπτόντως, το άλλο παιδί είναι ο γιος του συνεργάτη μας, Όσκαρ Χιμένεθ. Ήταν μια πανέμορφη φωτογραφία των Πάμπλο Γκαρθία και Ροδόλφο Εσπινόσα».

Ξεχωρίζετε κάποιο άλλο;

«Μου άρεσε επίσης το πρωτοσέλιδο την ημέρα του τελικού του Champions League το 2014. Στο Ρεάλ Μαδρίτης – Ατλέτικο 4-1. Τότε η Marca κυκλοφόρησε με ένα ξύλινο ποδοσφαιράκι στην πρώτη σελίδα. Από τη μια ήταν οι παίκτες της Ρεάλ στα λευκά και από την άλλη εκείνοι της Ατλέτικο στα ροχιμπλάνκος. Ξέρετε, εδώ στην Ισπανία το επιτραπέζιο ποδοσφαιράκι είναι πραγματικά πολύ δημοφιλές. Μεγαλώσαμε με αυτό και τώρα το βρίσκουμε στα μπαρ, σε εσωτερικούς χώρους, παντού. Αποφασίσαμε, λοιπόν, να το αποτυπώσουμε στο χαρτί. Και επιλέξαμε τον τίτλο: "Σήμερα είναι πραγματικό"! (σ.σ. "Hoy es de verdad"). Δεν ήταν, δηλαδή, ακόμα ένα… παιχνιδάκι. Είχαμε μπροστά μας κάτι αληθινό. Ήταν ο τελικός του Champions League! Αυτό είναι το στιλ της Marca. Να σκεφτόμαστε πράγματα και ιδέες που θα προκαλέσουν έκπληξη στον κόσμο».

Πώς είναι να ασχολείται κανείς με το ρεπορτάζ της Ρεάλ Μαδρίτης σε ένα Μέσο όπως η Marca;

«Είναι δύσκολο και όμορφο. Πάνω απ’ όλα όμως, νιώθω τεράστια τιμή που δουλεύω σχεδόν 20 χρόνια στη Marca. Είναι η κορυφαία εφημερίδα στην Ισπανία, το νούμερο 1 αθλητικό Μέσο στη χώρα μας. Για να πω την αλήθεια, είναι κάτι που με συγκινεί! Ήταν η εφημερίδα που διάβαζα μικρός, την αγόραζα κάθε μέρα. Μάλιστα έχω μια φωτογραφία στο σαλόνι του σπιτιού μου με τον πατέρα μου να διαβάζει τη Marca. Ο μπαμπάς μου τότε ήταν δέκα ετών. Και τώρα εγώ δουλεύω εδώ! Μετά είχα την τύχη να ασχοληθώ με το ρεπορτάζ της Ρεάλ και να ακολουθώ το μεγαλύτερο κλαμπ στον κόσμο. Είναι ένα προνόμιο και παράλληλα δημιουργεί μεγάλη πίεση. Επειδή, ακριβώς, η Ρεάλ είναι ένας τεράστιος οργανισμός και ο ανταγωνισμός είναι μεγάλος. Είχα την ευκαιρία να βρεθώ σε διοργανώσεις που δεν είχα ονειρευτεί ποτέ στη ζωή μου όπως οι τελικοί του Champions League, να γνωρίσω παίκτες όπως ο Κριστιάνο Ρονάλντο, ο Κακά και ο Βινίσιους ή να ταξιδέψω στην Αμερική για να πάρω μια συνέντευξη από τον Ντέιβιντ Μπέκαμ! Επίσης η Marca μού άνοιξε τις πόρτες στους τελικούς των Μουντιάλ. Νομίζω ότι είμαι προνομιούχος».

Ποιες στιγμές ξεχωρίζετε αυτές τις δυο δεκαετίες στη Marca και κουβαλάτε σε αυτή τη διαδρομή;

«Όλοι έχουμε φιλοδοξίες και το δικό μου όνειρο ως πιτσιρικάς ήταν να γράψω στη Marca. Κάποια στιγμή το πέτυχα και ο επόμενος στόχος ήταν να μπω στο ρεπορτάζ της Ρεάλ Μαδρίτης. Τα κατάφερα και το αμέσως επόμενο βήμα ήταν να καλύψω ένα Μουντιάλ. Όταν, λοιπόν, βρέθηκα στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Νότιας Αφρικής, το 2010, ήμουν ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος στον κόσμο! Εκείνη την εποχή είχα πολύ καλή σχέση με τον Κακά και ταξίδεψα στη Νότια Αφρική για να καλύψω την Εθνική Βραζιλίας. Οι Βραζιλιάνοι αποκλείστηκαν στα προημιτελικά από την Ολλανδία ωστόσο ο διευθυντής μου αποφάσισε να μείνω ως το τέλος της διοργάνωσης και έτσι είδα την Ισπανία να κατακτά το Μουντιάλ! Επίσης, μια από τις στιγμές που δεν θα ξεχάσω ποτέ ήταν το Βραζιλία – Γερμανία 1-7 στο Μπέλο Οριζόντε. Ή τη "Decima" της Ρεάλ, το δέκατο Champions League στη Λισαβώνα και το γκολ του Σέρχιο Ράμος. Στις συνεντεύξεις που ξεχωρίζω είναι εκείνες με τον Ντέιβιντ Μπέκαμ, τον Ρουντ φαν Νίστελροϊ και τον Ίσκο. Όπως σας εξήγησα, η συνέντευξη με τον Ίσκο είχε τεράστιο αντίκτυπο, ενδεχομένως όσο καμία άλλη στην ιστορία της Marca και, παράλληλα,  μου έδωσε την ευκαιρία να ανακαλύψω έναν σπουδαίο άνθρωπο».

Η δική μας προετοιμασία για το Clásico

Πώς προετοιμάζεστε για τους αγώνες με την Μπαρτσελόνα; 

«Η προετοιμασία για το Clásico ξεκινάει σχεδόν δυο μήνες πριν από τον αγώνα! Τότε αρχίζουμε να ρίχνουμε τις πρώτες ιδέες στο τραπέζι ώστε να παρουσιάσουμε κάτι διαφορετικό στον αναγνώστη και, παράλληλα, να προτείνουμε πράγματα που μπορεί να είναι ελκυστικά για τους διαφημιζόμενους. Γιατί είναι πολλοί οι χορηγοί που θέλουν να διαφημιστούν στην εφημερίδα ή στην ηλεκτρονική έκδοση της Marca εκείνες τις μέρες. Πρόκειται για ιδέες και προτάσεις που επεξεργαζόμαστε καιρό, είναι μια μακρά διαδικασία για να πετύχουμε το καλύτερο αποτέλεσμα. Το επόμενο βήμα έχει να κάνει με την επικαιρότητα και τις ειδήσεις που δημοσιεύονται καθημερινά πριν από το παιχνίδι. Πιστεύω πολύ στην αξία της πληροφορίας και στην είδηση. Για παράδειγμα, θέλω να ξέρω έγκαιρα την 11άδα της Ρεάλ Μαδρίτης, το αν θα παίξει ο Μπέλινγκχαμ ή αν τραυματίστηκε κάποιος παίκτης της Μπαρτσελόνα στην κεκλεισμένων των θυρών προπόνηση με αποτέλεσμα να χάσει το ματς. Θα ήταν μια αποκλειστική είδηση με τρομερή επίδραση και για μένα έχει μεγαλύτερη αξία από τον ίδιο τον αγώνα! Δεν μπορεί να γίνει κάποια ειδική προετοιμασία για όλα αυτά, στηρίζεται στο καθημερινό ρεπορτάζ και στις πηγές σου».

Κατά καιρούς, υπάρχουν θέματα που κάνουν τεράστιο θόρυβο όπως η αποχώρηση του Κριστιάνο Ρονάλντο από τη Ρεάλ. Εν προκειμένω, πώς το αντιμετωπίσατε;  

«Όσον αφορά την αποχώρηση του Κριστιάνο, μπορούμε να νιώθουμε περήφανοι για τον τρόπο που η Marca χειρίστηκε το θέμα. Ήμασταν το πρώτο Μέσο που ενημέρωσε ότι ο Κριστιάνο Ρονάλντο ενδέχεται να φύγει από τη Ρεάλ Μαδρίτης και στη συνέχεια οι εξελίξεις επιβεβαίωσαν το ρεπορτάζ. Έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον το πώς βγήκε η είδηση. Για να καταλάβετε τον τρόπο λειτουργίας της Marca, κάθε δημοσιογράφος έχει αναλάβει κάποιον τομέα. Στο τέλος της ημέρας, όμως, είμαστε δημοσιογράφοι και ο καθένας έχει τις πηγές του. Δεν έχει να κάνει, δηλαδή, με το αν είσαι ειδικός στο μπάσκετ ή στο ποδόσφαιρο. Εν προκειμένω, η τρομερή πληροφορία για την αποχώρηση του Κριστιάνο Ρονάλντο ήλθε από τον Χεσούς Σάντσεθ, επικεφαλής στον τομέα των άλλων σπορ! Ο Χεσούς δεν ασχολείται με το ρεπορτάζ της Ρεάλ όμως είχε μια πολύ καλή πηγή. Θυμάμαι πως ήμουν στο Μουντιάλ της Ρωσίας όταν η Marca δημοσίευσε την είδηση. Ο Κριστιάνο έφυγε όμως η Ρεάλ δεν κατέρρευσε. Ούτε φυσικά η Marca αφού μιλάμε για ένα Μέσο με παγκόσμια απήχηση που συνέχισε να παρουσιάζει πληροφορίες για τον CR7 στη Γιουβέντους, στη Μάντσεστερ και τώρα στη Σαουδική Αραβία».

«Ο μισός πληθυσμός στη χώρα καταναλώνει τις πληροφορίες μας»

Ο Εμίλιο Κοντρέρας εντάχθηκε στη Marca πριν από 28 χρόνια. Το 2001 ανέλαβε επικεφαλής στο τμήμα ποδοσφαίρου και στις αρχές του 2010 «μετακόμισε» στο marca.com, δουλεύοντας αρχικώς ως content manager. Τα τελευταία εννιά χρόνια ηγείται σε ολόκληρο το digital κομμάτι της Marca και παράλληλα εκτελεί χρέη αναπληρωτή διευθυντή.

Ποιος είναι ο ρόλος της Marca στην αθλητική δημοσιογραφία στην Ισπανία και πώς προσδιορίζεται σε σχέση με τα υπόλοιπα Μέσα Ενημέρωσης στη χώρα;

«Η Marca είναι σταθερά ψηλά στις προτιμήσεις των αναγνωστών. Εδώ και πολλά χρόνια έχει ηγετικό ρόλο στα ΜΜΕ στη χώρα, τόσο στο χαρτί όσο και στο διαδίκτυο. Υπάρχει, επίσης, το Radio Marca που συμπληρώνει το "πακέτο" της ενημέρωσης που προσφέρει ο όμιλος. Μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι έχουμε πιάσει ταβάνι στην Ισπανία!

Ο κόσμος που "καταναλώνει" αθλητικό περιεχόμενο και ενδιαφέρεται για τις αθλητικές ειδήσεις και την επικαιρότητα, θα "καταναλώσει" με τον έναν ή τον άλλον τρόπο τις πληροφορίες που μεταφέρει η Marca. Αν όχι στο 100%, σίγουρα στο 99%! Είμαστε το κορυφαίο αθλητικό Μέσο στη χώρα και παράλληλα έχουμε την τύχη να καλύπτουμε ένα πρωτάθλημα όπως η La Liga με τεράστια αξία και παγκόσμια απήχηση. Υπάρχουν επίσης σπουδαίοι Ισπανοί αθλητές που ανήκουν στο top επίπεδο όπως ο Φερνάντο Αλόνσο, ο Ράφα Ναδάλ, ο Πάου Γκασόλ και τώρα ο Κάρλος Αλκαράθ που ακολουθήσαμε τη διαδρομή τους. Πλέον το brand name της Marca έχει αρχίσει να αναπτύσσεται διεθνώς. Έχουμε περάσει στην επόμενη πίστα. Από τη νούμερο 1 αθλητική εφημερίδα στην Ισπανία, είμαστε πια ένα παγκόσμιο ψηφιακό Μέσο, φτάνοντας σε κάθε γωνιά του πλανήτη μέσα από την ηλεκτρονική έκδοση».

Πώς αντιμετωπίζετε την πρόκληση της παγκοσμιοποίησης και του ανταγωνισμού σε διεθνές επίπεδο; Από τη στιγμή που η Marca μπαίνει στην εξίσωση με Μέσα όπως η Équipe στη Γαλλία και η Gazzetta dello Sport στην Ιταλία. 

«Στο τέλος της ημέρας, έχουμε μεγάλη ευθύνη για όσα γράφουμε και για τις ειδήσεις που μεταφέρουμε. Είμαστε πραγματικά περήφανοι γιατί η Marca ανήκει στα κορυφαία αθλητικά Μέσα στον κόσμο. Είναι κάτι που πρέπει να διατηρήσουμε. Η αρχική επέκταση έγινε στη Λατινική Αμερική. Το μεγάλο πλεονέκτημα που μάς έχει δώσει τεράστια ώθηση έχει να κάνει με τη γλώσσα. Τα ισπανικά, εν προκειμένω τα καστιλιάνικα, ομιλούνται στη Νότια Αμερική και στις ΗΠΑ που, παρεμπιπτόντως, αποτελούν τη δεύτερη μεγαλύτερη αγορά για εμάς. Η τρίτη είναι το Μεξικό. Σε κάθε περίπτωση, η Marca αποτελεί σημείο αναφοράς. Στην Ισπανία ζουν περίπου 48 εκατομμύρια άνθρωποι. Από αυτούς, τα 22 εκατομμύρια ενδιαφέρονται για τα σπορ. Μιλάμε, δηλαδή, για τον σχεδόν μισό πληθυσμό που "καταναλώνει" τις πληροφορίες μας. Έχουμε καταλάβει εξ αρχής ότι αν θέλουμε να συνεχίσουμε να εξελισσόμαστε ως Μέσο και να βελτιωνόμαστε, τα περιθώρια για την περαιτέρω ανάπτυξη είναι εκτός Ισπανίας! Δεν χάνουμε την ουσία. Έχουμε βάση την Ισπανία και, παράλληλα διατηρούμε ηλεκτρονικές εκδόσεις στη Λατινική Αμερική. Κατανοούμε ότι έχουμε περιθώρια ανάπτυξης σε όλο τον κόσμο και ιδιαίτερα στις ισπανόφωνες χώρες».

Πόσο δύσκολη ήταν η μετάβαση στο Internet και η ανάπτυξη της ηλεκτρονικής έκδοσης; Με δεδομένο ότι η Marca έχει ταυτιστεί στη συνείδηση όλων με το χαρτί.

«Η προσαρμογή δεν ήταν εύκολη για ένα Μέσο σαν τη Marca που είχε συγκεκριμένο προφίλ για τόσες δεκαετίες. Το κατανοώ απόλυτα αφού προέρχομαι και εγώ από τον χώρο των εφημερίδων. Είναι γεγονός ότι το διαδίκτυο ενισχύεται, ότι το νεανικό κοινό απομακρύνεται από το γραπτό κείμενο και η βιωσιμότητα των έντυπων Μέσων απειλείται. Η κρίση στον Τύπο είναι παγκόσμιο φαινόμενο. Καταλάβαμε λοιπόν ότι πρέπει να προσαρμοστούμε, γνωρίζοντας εξ αρχής ότι η τεχνολογία μπορεί να βοηθήσει και να αλλάξει τα δεδομένα. Εν τέλει, πετύχαμε αυτή τη μετάβαση. Ήταν κάτι που μας κόστισε ωστόσο μπορώ να πω ότι διατηρούμε την ηγετική θέση μας. Όσο πιο μεγάλο είναι το Μέσο Ενημέρωσης, τόσο πιο δύσκολο είναι να αλλάξει το προφίλ του και να αντιμετωπίσει τις νέες προκλήσεις. Δεν είναι τόσο απλό σε αυτό το περιβάλλον. Ο κόσμος αλλάζει, το ίδιο και τα Μέσα που πλέον έχουν ρίξει το βάρος σε έννοιες όπως το SEO και ψάχνουν ειδικούς στο οπτικοακουστικό κομμάτι και στα social media, γνωρίζοντας ότι πρέπει να ενσωματώσουν το video και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ως σημαντικό παράγοντα στην πληροφορία και την ενημέρωση. Από τη στιγμή που μπήκαμε σε αυτή τη διαδικασία, έπρεπε να επενδύσουμε στην ηλεκτρονική έκδοση ώστε να γίνει σημείο αναφοράς».

Πώς ακριβώς έγινε αυτή η αλλαγή;

«Πολλοί αναγνώστες προτιμούν ακόμη την αίσθηση του χαρτιού και την ανάγνωση της εφημερίδας που τους παρέχει το αίσθημα ρουτίνας και αποτελεί μια διαφορετική εμπειρία σε σχέση με τις ηλεκτρονικές συσκευές. Παρ' όλα αυτά, η πλειοψηφία έχει εξελιχθεί και "καταναλώνει" τη Marca με διαφορετικό τρόπο. Προηγουμένως το έκανε μέσα από το χαρτί, τώρα το κάνει με τα κινητά τηλέφωνα. Έτσι και εμείς έχουμε τη ευκαιρία να προσφέρουμε περισσότερες δυνατότητες σε σχέση με την έντυπη έκδοση. Στο σάιτ της Marca υπάρχουν video, στιγμιότυπα και δημοσκοπήσεις, υπάρχει αλληλεπίδραση με τον αναγνώστη ο οποίος με τη σειρά του μπορεί να εκφράσει τη γνώμη του και να ψηφίσει, για παράδειγμα, ποιον θεωρεί υπεύθυνο για την κρίση στην Μπαρτσελόνα, κάτι που δεν μπορούσε να κάνει στο χαρτί. Σιγά-σιγά καταφέραμε να κάνουμε το κοινό να "καταναλώσει" τις πληροφορίες με διαφορετικό τρόπο και το κινητό είναι "κλειδί" σε αυτή τη διαδικασία. Τα πράγματα είναι απλά. Τα προηγούμενα χρόνια είχαμε στο μυαλό μας την επόμενη μέρα και τον αναγνώστη που θα πάει στο περίπτερο για να αγοράσει την εφημερίδα. Τώρα έχουμε αλλάξει τη στρατηγική μας κι έχουμε επικεντρωθεί στο live blogging, στις ζωντανές μεταδόσεις και στα breaking news. Διαμορφώσαμε ξανά και προσαρμόσαμε από την αρχή τις ανάγκες μας σε επιμέρους κατηγορίες όπως είναι η Ρεάλ Μαδρίτης, η Ατλέτικο, η Μπαρτσελόνα, η Primera División, η Segunda, ο μηχανοκίνητος αθλητισμός και το μπάσκετ. Έχει γίνει σημαντική πρόοδος τα τελευταία χρόνια προς αυτή την κατεύθυνση».

Η μέρα που η Marca σμπαράλιασε κάθε ρεκόρ πωλήσεων!

Θυμάστε ποια ήταν η μέρα που η Marca ξεπούλησε; Πότε έκανε τον μεγαλύτερο αριθμό πωλήσεων στην ιστορία της;

«Το απόλυτο ρεκόρ της Marca είναι 1.700.000 φύλλα! Το κάναμε την επόμενη μέρα της Séptima, όταν η Ρεάλ Μαδρίτης νίκησε τη Γιουβέντους στον τελικό με το γκολ του Πέτζα Μιγιάτοβιτς και κατέκτησε το έβδομο Champions League. Ήταν το πρώτο Κύπελλο Πρωταθλητριών για τη Ρεάλ μετά από 32 χρόνια.

Εκείνος ο τίτλος ήταν σημείο καμπής στην ιστορία της αφού σημάδεψε το πριν και το μετά. Θυμάμαι ακόμα την ημερομηνία του τελικού. Ήταν 20 Μαΐου 1998. Εκείνη την εποχή ο μέσος όρος κυκλοφορίας της Marca ήταν μισό εκατομμύριο φύλλα τη μέρα. Την Τρίτη μπορεί να πουλούσε 400.000 φύλλα και την Κυριακή 700.000 ωστόσο ο μ.ό. ήταν περίπου 500.000 ημερησίως. Και τώρα πουλάμε το 1/10, περίπου 50.000 φύλλα τη μέρα».

Πώς είναι πλέον οι σχέσεις των Μέσων με τους ίδιους τους αθλητές; Συμφωνείτε ότι περνάει κρίση;

«Είναι αλήθεια ότι έχει αλλάξει πολύ η σχέση των Μέσων Ενημέρωσης με τους ανθρώπους του αθλητισμού, με τους ποδοσφαιριστές και τους μπασκετμπολίστες. Πλέον έχουν το δικό τους brand και η πρόσβαση είναι δύσκολη. Ξεκίνησα αυτή τη δουλειά στα 90s, έκανα τα πρώτα βήματα στο ισπανικό πρακτορείο EFE πριν από 28 χρόνια και πήγαινα στις προπονήσεις της Ρεάλ όπου μιλούσα απευθείας με τους παίκτες. Τότε υπήρχαν η Marca, η AS και κάποια ραδιόφωνα. Σιγά-σιγά άρχισαν να εμφανίζονται περισσότερα Μέσα. Ταξιδεύαμε με τις ομάδες, είχαμε άμεση επαφή με τους παίκτες και τώρα πια έχουν απομακρυνθεί από εμάς. Προτιμούν να περνούν τις απόψεις τους μέσα από τα social media και εσύ πρέπει να... μεταφράσεις τα μηνύματά τους. Σε αυτή την περίπτωση μπορούν να περάσουν την άποψή τους χωρίς αντίλογο. Αν όμως έδιναν μια συνέντευξη, ο δημοσιογράφος θα ρωτούσε ξανά και ξανά, προσπαθώντας να μάθει περισσότερα για τον χαρακτήρα και την προσωπικότητα του παίκτη. Πιστεύω ότι αυτό έχει μεγαλύτερη αξία σε σχέση με ένα απλό μήνυμα στο Instagram ή στο Twitter. Αλλά είναι αλήθεια ότι η σχέση μας άλλαξε. Ουσιαστικά οι ομάδες ήταν οι πρώτες που σήκωσαν εμπόδια ώστε να μην έχουμε πρόσβαση στους αθλητές. Έκλεισαν τις προπονήσεις και σταδιακά μας απομόνωσαν. Αυτή είναι μια πραγματικότητα που ζούμε τα τελευταία 20 χρόνια. 

Επίσης όταν δημοσιεύσεις κάτι που δεν τους αρέσει, σε "τιμωρούν" και σε αποκλείουν από τις συνεντεύξεις! Εμείς από την πλευρά μας προσπαθούμε να δημοσιεύουμε ό,τι μαθαίνουμε και ό,τι θεωρούμε σωστό. Εξάλλου, ο κόσμος προτιμά να λαμβάνει τις πληροφορίες από τη Marca σε σχέση με το realmadrid.com ή το κανάλι της Ρεάλ. Η Real Madrid TV έχει μέση τηλεθέαση 35.000 χρήστες. Εμείς όμως φτάνουμε τα 5-7 εκατομμύρια καθημερινούς χρήστες! Φυσικά η επίδραση των ποδοσφαιριστών είναι πολύ μεγάλη και οποιαδήποτε δημοσίευσή τους στα social media κάνει θόρυβο. Κατανοώ ότι αυτό αποτελεί μέρος του παιχνιδιού και πρέπει να το δεχτούμε. Επίσης μπορεί να συμβεί το εξής παράδοξο. Μια συνέντευξη με κάποιον που δεν είναι πια ενεργός στον αθλητισμό μπορεί να έχει μεγαλύτερη επίδραση από μια συνέντευξη με τον Μέσι ή τον Κριστιάνο Ρονάλντο! Γιατί; Επειδή θα μιλήσει χωρίς να φιλτράρει τα λόγια του, θα πει ανέκδοτες ιστορίες και πράγματα που θα σε εκπλήξουν. Οι σημερινοί αθλητές είναι στην πλειοψηφία τους πολύ προβλέψιμοι. Μπορεί να κάνεις μια αποκλειστική συνέντευξη με τον Κουρτουά, τον Μόντριτς ή τον Κρόος και οι τρεις θα πουν το ίδιο πράγμα. Ότι η Ρεάλ Μαδρίτης είναι η μεγαλύτερη ομάδα στον κόσμο και στόχος είναι να κερδίσουν το Champions League».

Γιατί όμως οι παίκτες που ανήκουν σε αυτό το επίπεδο έχουν βυθιστεί στα κλισέ; Για ποιο λόγο μιλούν χωρίς να λένε τίποτα;

«Πλέον οι ποδοσφαιριστές προσπαθούν να μην κάνουν λάθη όταν μιλούν δημόσια. Ίσως πιστεύουν ότι έχουν περισσότερα να χάσουν παρά να κερδίσουν σε σχέση με τον Τύπο. Μπορεί, δηλαδή, να περάσουν άθελά τους ένα μήνυμα που θα προσβάλει τον προπονητή τους, τον πρόεδρο της ομάδας, τους οπαδούς ή τους συμπαίκτες τους, επομένως είναι πολύ προσεκτικοί στις κουβέντες τους. Δίνουν πολύ γενικές απαντήσεις και μιλούν με κλισέ για να αποφύγουν τις... παρεξηγήσεις. Εμείς από την πλευρά μας, ως δημοσιογράφοι, θέλουμε να έχουμε τα μεγαλύτερα ονόματα και τις καλύτερες συνεντεύξεις. Παλεύουμε να το πετύχουμε όμως πολλές φορές αυτό που δίνει μεγαλύτερο web traffic είναι εκείνες οι ιστορίες που σε διασκεδάζουν ή σε εκπλήσσουν. Όπως η συνέντευξη που έκανε ο Οτσόα με τον Ίσκο. Τη μια μέρα ο Ίσκο είπε: "Έχω να μιλήσω πέντε χρόνια, ο κόσμος δεν ξέρει τη γνώμη μου". Και την άλλη μέρα είπε: "Θέλω να μιλήσω, θέλω να πω την ιστορία μου"! Ήταν μια συνέντευξη με παγκόσμια επίδραση. Επειδή, ακριβώς, ο ποδοσφαιριστής ήταν ειλικρινής και είπε αυτά ακριβώς που είχε στο μυαλό του».

«Υπέφερα πολύ στη συνέντευξη με τον Μπέκαμ»

Ποιες στιγμές ξεχωρίζετε στο διάστημα που δουλεύετε στη Marca; 

«Θυμάμαι μια πολύ αστεία ιστορία. Μια μέρα μου είπαν ότι ο Πέπε, ο οποίος τότε αγωνιζόταν στην Πόρτο, θα υπογράψει στη Ρεάλ. Δεν είχα την παραμικρή ιδέα! Απλώς ένας κοινός φίλος, ένα άτομο που ήταν μέσα στο κλαμπ, το έμαθε και μου το είπε. Η Ρεάλ θα έδινε 30 εκατομμύρια στην Πόρτο για τον Πέπε και το ανέφερα στη Marca. Δεν είχα επαφή με το ρεπορτάζ, απλώς μου μετέφεραν την πληροφορία. Μπορεί να μην το πίστεψαν πολλοί ωστόσο ο Πέπε έγινε τελικά παίκτης της Ρεάλ. Από 'κει και πέρα, η πρώτη μου μεγάλη συνέντευξη ήταν με τον Ντέιβιντ Μπέκαμ. Πάντα λέω ότι ήταν η χειρότερη στιγμή μου! Οργανώσαμε μια συνέντευξη μαζί του μέσω της Adidas σε ένα ξενοδοχείο στο Σόχο, στη Νέα Υόρκη. Βρέθηκα απέναντί του όμως το επίπεδο των αγγλικών μου ήταν άθλιο! Υπέφερα πολύ! Για 'μένα, εκείνη η συνέντευξη ήταν μια ταλαιπωρία! Μου κόστισε ότι δεν μιλούσα καλά αγγλικά και έτσι ήμουν πολύ νευρικός από την πρώτη στιγμή. Ανυπομονούσα να τελειώσουμε! Επίσης δεν θα ξεχάσω τη συνέντευξη με τον Φερνάντο Τόρες, το μεγάλο αστέρι της Ατλέτικο. Κάναμε το θέμα στο ξενοδοχείο Ritz, εδώ στη Μαδρίτη και βγάλαμε φανταστικές φωτογραφίες. Επίσης με τον Μίτσελ, μετέπειτα προπονητή του Ολυμπιακού και τον Κίκε Σάντσεθ Φλόρες. Δεν είμαι τόσο των συνεντεύξεων. Το έργο μου στη Marca έχει να κάνει περισσότερο με τη διαχείριση των τμημάτων που δουλεύουν εδώ, την οργάνωση και τη λήψη αποφάσεων για τα θέματα που πρέπει να γίνουν».

Για ποιο γεγονός περιμένατε μεγαλύτερα νούμερα και τελικά οι αναγνώστες δεν ανταποκρίθηκαν;

«Ένα από τα πράγματα που μου έχουν προκαλέσει τεράστια έκπληξη όλα αυτά τα χρόνια έχει να κάνει με τον τελικό του 2014 ανάμεσα στη Ρεάλ Μαδρίτης και την Ατλέτικο. Ο τελικός επρόκειτο να διεξαχθεί στη Λισαβώνα σχεδόν μια εβδομάδα μετά το τέλος της La Liga. Δεν υπήρχε κάτι άλλο στην επικαιρότητα. Όλοι μιλούσαν για αυτό το ματς τις προηγούμενες εβδομάδες και εμείς σκεφτόμασταν "τι ωραία! Φτάνει η στιγμή. Ο πρώτος τελικός στην ιστορία του Champions League με δυο ομάδες από τη Μαδρίτη"! Δεν ξέρω τι έγινε όμως τα νούμερα δεν ήταν αυτά που περιμέναμε. Η επισκεψιμότητα στο σάιτ της Marca ήταν μια... ευθεία γραμμή. Δεν έγινε κανένα ξέσπασμα. Ο κόσμος είχε βαρεθεί πολύ! Ίσως είχε κουραστεί να διαβάζει έναν μήνα για τον Μπέιλ, τον Κριστιάνο Ρονάλντο και τον Ντιέγκο Κόστα. Μπορεί να περίμενε διαφορετικό περιεχόμενο και να τους κουράσαμε με πολύ προβλέψιμα θέματα για το ντέρμπι. Πρέπει, λοιπόν, να ξέρεις τι ζητάει ο κόσμος, να κατανοείς τις ανάγκες του αναγνώστη και να μην τον βομβαρδίζεις με ανιαρές πληροφορίες. Επίσης, δεν πρέπει να ξεχνάς ότι υπάρχει ζωή πέρα από αυτές τις δυο ομάδες. Δουλέψαμε πάνω σε αυτό το κομμάτι και αναζητήσαμε άλλες ιστορίες. Η δουλειά μου αφορά πλέον το ψηφιακό κομμάτι. Γνωρίζω πολύ καλά το κοινό μας, ξέρω τι του αρέσει και τι όχι. Το γενικό συμπέρασμα είναι πως όταν αφιερώνουμε πολύ χρόνο και πόρους για περιεχόμενο που αφορά το παρελθόν, ο αναγνώστης δεν το "καταναλώνει". Από την πλευρά μου, προσπαθώ να αλλάξω λίγο τη νοοτροπία της συντακτικής ομάδας. Το ενδιαφέρον μας πρέπει να εστιάσει στις πληροφορίες σε πραγματικό χρόνο, δίνοντας έμφαση στη διάρκεια του αγώνα και στο postgame».

Ο Αρντά Γκιουλέρ, ο Μπαπέ και ο Μπέλινγκχαμ

Ποιος έχει μεγαλύτερη απήχηση τους τελευταίους μήνες στον κόσμο; Ο Μπαπέ ή ο Μπέλινγκχαμ;

«Θα σας πω κάτι. Στο κοινό αρέσουν πολύ τα νέα πρόσωπα όπως, για παράδειγμα, ο Αρντά Γκιουλέρ. Δεν παίζει πολύ, δεν είναι πρωταγωνιστής στη Ρεάλ Μαδρίτης όμως οι αναγνώστες ενδιαφέρονται για τέτοιες ιστορίες. Ειδικά μάλιστα για ένα παιδί που λογίζεται ως ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα στον κόσμο. Θέλουν να μάθουν τα πάντα για αυτόν, τι συμβαίνει με τους τραυματισμούς του, γιατί δεν παίζει, τι θα συμβεί, πότε θα παίξει ξανά... Ο Αρντά Γκιουλέρ τους προκαλεί περιέργεια επειδή έχουν άγνοια για αυτόν. Εν αντιθέσει με τον Μπέλινγκχαμ που ήταν πιο γνωστός.

Στην περίπτωση του Μπαπέ, μιλάμε για έναν παίκτη που έχει ήδη δημιουργήσει τεράστιες προσδοκίες. Μπορώ να πω ότι ο κόσμος είχε... κουραστεί λίγο με τον Μπαπέ και το θέμα της μεταγραφής του, αναζητώντας κάτι διαφορετικό. Ο Τζουντ Μπέλινγκχαμ είναι πολύ σημαντικός χαρακτήρας, ο Μπαπέ είναι στο επίκεντρο όμως το κοινό αναζητά τα πάντα. Τα άρθρα για τον Γκιουλέρ είναι λιγότερα σε σχέση με τον Μπαπέ ή τον Μπέλινγκχαμ όμως κάθε φορά που δημοσιεύουμε κάτι γι' αυτόν, έχει πολύ μεγάλο αντίκτυπο! Αυτό είναι ένα μάθημα. Τι αναζητά τελικά ο κόσμος; Τι πρέπει να κάνεις ως Μέσο; Να τους εκπλήξεις! Να τους δώσεις πράγματα και ιστορίες που δεν ξέρουν και δεν περιμένουν».

Πώς βλέπετε την εξέλιξη της τεχνολογίας να επηρεάζει τον αθλητισμό και τη δημοσιογραφία;

«Από τη μια πλευρά το βλέπω θετικά, επειδή ακριβώς τα Μέσα Ενημέρωσης έχουν στη διάθεσή τους περισσότερα εργαλεία από ποτέ. Παρ' όλα αυτά, υπάρχει κάποια ανησυχία διότι έχουμε πολλούς ανταγωνιστές στη βιομηχανία της ψυχαγωγίας όπως, επί παραδείγματι, το Netflix. Ο κόσμος λαμβάνει καθημερινά άπειρες πληροφορίες και περιεχόμενο. Στο τέλος της ημέρας, το ποδόσφαιρο ανταγωνίζεται τις σειρές, τις ταινίες, τον κινηματογράφο και τη μουσική. Πρέπει να τα βάλουμε με όλους! Βλέπω επίσης με ανησυχία το γεγονός ότι οι νεότεροι εν δυνάμει αναγνώστες δυσκολεύονται να εστιάσουν την προσοχή τους σε ένα πράγμα. Είναι δύσκολο να κάτσουν δυο ώρες στον καναπέ και να παρακολουθήσουν ένα παιχνίδι. Τους αρέσει να είναι στο κινητό και να δουν αυτό που θέλουν στο YouTube και σε άλλες δημοφιλείς πλατφόρμες. Επίσης, "καταναλώνουν" τις πληροφορίες με διαφορετικούς τρόπους. Παλιά το έκαναν μέσα από την τηλεόραση, το ραδιόφωνο και τον Τύπο. Τώρα πια έχουν περισσότερες δυνατότητες. Η Marca έχει προσαρμοστεί από νωρίς σε αυτή τη νέα πραγματικότητα. Έχουμε δυο εκατομμύρια χρήστες που χρησιμοποιούν την εφαρμογή μας κάθε μήνα»!

Συμπερασματικά, πώς μπορεί να επιβιώσει ο Τύπος στην ψηφιακή εποχή;

«Αυτή είναι η πραγματικότητα. Το χαρτί υποφέρει και ακολουθήσαμε διαφορετική κατεύθυνση για να σταθούμε όρθιοι και να περάσουμε στο επόμενο στάδιο. Ζω την κατάσταση από μέσα και μπορώ να πω ότι μας κόστισε πολύ. Έχουμε να κάνουμε με ένα μεγάλο καράβι. Η Marca είναι ένα... υπερωκεάνιο που ήθελε να προχωρήσει γρήγορα στις αλλαγές. Δεν ήταν καθόλου εύκολο. Αυτό είναι ένα γενικό πρόβλημα των Μέσων. Ειδικά για ένα παραδοσιακό Μέσο Ενημέρωσης όπως εμείς. Εξάλλου, μιλάμε για μια από τις πιο παλιές εφημερίδες στην Ισπανία που έπρεπε να αποκτήσει ηλεκτρονική μορφή. Έπρεπε να αλλάξουν οι συνήθειες της συντακτικής ομάδας. Σε αυτή την περίπτωση, πρέπει να πετάξεις από πάνω σου αυτή τη νοοτροπία και τη ρουτίνα, να ξεχάσεις τα ωράρια που έχουν στηθεί γύρω από μια εφημερίδα που κλείνει το απόγευμα. Επιπρόσθετα, πρέπει να προσαρμοστείς στα κοινωνικά δίκτυα. Είσαι στο ΟΑΚΑ για το Παναθηναϊκός - Ολυμπιακός και η κερκίδα χορεύει! Το γήπεδο πάει πάνω-κάτω. Πρέπει να μου το δείξεις! Η δουλειά του δημοσιογράφου δεν είναι πλέον να γράφει ένα κείμενο και τέλος. Δεν βγάζει νόημα πια να γράφεις το ρεπορτάζ ενός αγώνα. Όχι! Πρέπει να έχεις φρέσκες ιδέες, να ψάχνεις άλλου είδους κομμάτια, να παρουσιάσεις πράγματα που θα προκαλέσουν ενδιαφέρον. Αυτό πολλές φορές κοστίζει γιατί έχουμε στο μυαλό μας το ρεπορτάζ του αγώνα και τις δηλώσεις των προπονητών, δίχως να σκεφτόμαστε έξω από το κουτί. Έχουμε κάνει βήματα μπροστά, έχουμε αλλάξει πράγματα όμως κάθε βήμα μάς κόστισε πολύ μέχρι να γίνει».

Το ποδόσφαιρο και το «δεύτερο σπορ» στην Ισπανία

Ο Νάτσο Ντούκε εργάζεται στη Marca από το 1998. Ασχολείται ειδικά με το μπάσκετ από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σίδνεϊ και καλύπτει το ρεπορτάζ της Ρεάλ Μαδρίτης.

Γιατί, λοιπόν, όλοι μιλούν για τη Marca και σε τι διαφέρει σε σχέση με τις υπόλοιπες αθλητικές εφημερίδες στην Ισπανία;

«Ο ρόλος και η επιρροή των εφημερίδων έχουν υποστεί σημαντικές αλλαγές ωστόσο οι αναγνώστες εξακολουθούν να εμπιστεύονται τη Marca. Η προσαρμογή στη ψηφιακή εποχή και η προσφορά ποιοτικού περιεχομένου είναι στοιχεία που τη διατηρούν ως σημαντικό παράγοντα στα Μέσα Ενημέρωσης. Εξάλλου, πρόκειται για την εφημερίδα με τις μεγαλύτερες πωλήσεις στην Ισπανία! Είναι παράξενο, δεν ξέρω αν έχει συμβεί ποτέ κάτι τέτοιο σε άλλη χώρα στον κόσμο. Το να είναι, δηλαδή, πρώτη σε κυκλοφορία μια αθλητική εφημερίδα και όχι μια πολιτική. Όταν ήλθα εδώ, πριν από περίπου 25 χρόνια, οι πωλήσεις έφταναν το ένα εκατομμύριο φύλλα! Αν βάλετε στην εξίσωση τον κόσμο που πήγαινε στο περίπτερο να την αγοράσει με εκείνους που έπεφτε στα χέρια τους μέσα στη μέρα, τη διάβαζαν καθημερινά εκατομμύρια άνθρωποι! Επομένως, μπορώ να πω ότι η Marca έχει πολύ σημαντικό βάρος στην ενημέρωση και στον Τύπο».

Βλέποντας τη μεγάλη εικόνα, το μπάσκετ έχει τον χώρο που του αξίζει στον ισπανικό Τύπο;

«Το μπάσκετ προσπαθεί να βρει τη θέση του όπως οτιδήποτε δεν έχει να κάνει με το ποδόσφαιρο. Είναι ξεκάθαρο ότι το ποδόσφαιρο σαρώνει τα πάντα, από τη στιγμή μάλιστα που η Liga διαθέτει δυο από τα πιο ισχυρά brands στον πλανήτη, τη Ρεάλ και την Μπαρτσελόνα. Στην Ισπανία, λοιπόν, υπάρχει αυτό που λέμε "δεύτερο σπορ". Όταν, για παράδειγμα, πηγαίνει καλά ο Φερνάντο Αλόνσο, το δεύτερο σπορ στη χώρα είναι η Formula One. Όταν ο Ράφα Ναδάλ ή ο Κάρλος Αλκαράθ κατακτούν τα Grand Slam, το δεύτερο σπορ είναι το τένις. Όταν έπαιζαν δέκα Ισπανοί στο ΝΒΑ ή όταν ο Πάου Γκασόλ πανηγύριζε τα πρωταθλήματα με τους Λος Άντζελες Λέικερς, υπήρχε τεράστιο ενδιαφέρον για το μπάσκετ. Το ίδιο ισχύει όταν αγωνίζεται η Εθνική στα EuroBasket, στα Παγκόσμια Κύπελλα και στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Σε αυτή την περίπτωση, το μπάσκετ είναι το δεύτερο σπορ πίσω από τον ποδόσφαιρο. Εν προκειμένω, το ζήτημα έχει να κάνει με το timing αφού η Ισπανία διαθέτει σπουδαίους αθλητές σε κάθε σπορ. Μιλώντας για το μπάσκετ, μπορεί να φαίνεται ότι αποτελεί το δεύτερο πιο δημοφιλές άθλημα στη χώρα όμως αυτό δεν συμβαίνει καθ’ όλη τη διάρκεια της χρονιάς. Βλέποντας τη μεγάλη εικόνα στα Μέσα, υπάρχει το ποδόσφαιρο και μετά το "δεύτερο σπορ". Οποιοδήποτε και αν είναι αυτό».

Πώς έχεις βιώσει την προσαρμογή στη ψηφιακή εποχή και ποια ήταν η μεγαλύτερη δυσκολία σε αυτή τη διαδικασία;

«Πρόκειται για μια ριζική αλλαγή. Το ζούμε καθημερινά τα τελευταία χρόνια. Είναι σαφές ότι η έντυπη έκδοση της Marca παραμένει σημαντική ωστόσο το 80-90% των πόρων προορίζονται πλέον για το διαδίκτυο. Δεν έχουμε εγκαταλείψει την εφημερίδα! Ξέρουμε όμως ότι το μέλλον εξαρτάται από την ικανότητα του Μέσου να προσαρμοστεί και να εξελιχθεί σύμφωνα με τις απαιτήσεις της εποχής. Ο κόσμος ενημερώνεται πια από το Internet. Έτσι έχουμε στο μυαλό μας περισσότερο στο πώς θα παρουσιαστεί η είδηση στο κινητό τηλέφωνο και στους υπολογιστές απ’ ό,τι στο περίπτερο. Γιατί στο τέλος της ημέρας, ο αναγνώστης ενημερώνεται πια σκρολάροντας σε μια οθόνη. Είναι αυτονόητο ότι οι αλλαγές επηρεάζουν τη δουλειά των δημοσιογράφων. Θα μιλήσω με ένα παράδειγμα. Παλαιότερα, όταν ακολουθούσες την ομάδα σε μια αποστολή στο εξωτερικό, δεν μπορούσες να κάνεις κάτι το πρωί του αγώνα. Τώρα όμως πρέπει να δημοσιεύσεις στα social media το video με τον Σέρχιο Γιουλ που σκοράρει από το κέντρο στο shot-around της Ρεάλ Μαδρίτης. Το σύστημα δουλεύει 24 ώρες. Πρέπει να καλύπτουμε τη δράση στο ΝΒΑ από τις 5-5μιση το πρωί ως τη 1 το βράδυ, όταν τελειώσει η δουλειά με τους αγώνες της EuroLeague».

Το χαρτί στα χρόνια του YouTube

Οι παραδοσιακές εφημερίδες, ακόμα και αν κουβαλούν το όνομα και την ιστορία της Marca, μπορούν να ανταγωνιστούν τα σύγχρονα Μέσα και τους YouTubers;

«Είναι αλήθεια ότι πολλοί αθλητές χρησιμοποιούν τα social media για να παρακάμψουν την επαφή τους με τις εφημερίδες και τα Μέσα Ενημέρωσης. Θεωρώ ότι ο αθλητής έχει έναν μικρό... φόβο για τον δημοσιογράφο! Φοβάται, δηλαδή, ότι θα χρησιμοποιήσει σκόπιμα έναν τίτλο στη συνέντευξη που δεν τον συμφέρει. Ότι θα ξεχωρίσει μια ατάκα που θα προκαλέσει για να πουλήσει περισσότερο και θα τσαλακώσει την εικόνα του. Από την άλλη πλευρά, ο ποδοσφαιριστής ή ο μπασκετμπολίστας θα νιώσει πιο άνετα αν εκφραστεί μέσα από πλατφόρμες όπως το TikTok και το Twitter. Στην Ισπανία υπάρχει ένας πολύ διάσημος YouTuber, ο Ibai Llanos, με δέκα εκατομμύρια followers που μιλάει απευθείας με τον Μέσι, τον Πικέ και τον Νεϊμάρ! Μιλάει με τους αθλητές και η συζήτηση μαζί τους βγάζει μια τρομερή οικειότητα. Θα τον ακούσεις να τους λέει: "Είσαι μαλ..ας" σαν να είναι κολλητοί! Αν ο αθλητής νιώσει άνετα, θα ανοιχτεί περισσότερο, θα μπορέσεις να τον πειράξεις και θα κάνετε πλάκα. Ενδεχομένως, λοιπόν, να προτιμήσει το YouTube ή μια livestreaming πλατφόρμα όπου θα νιώσει άνετα  για να μιλήσει αντί για ένα παραδοσιακό Μέσο. Το ζήτημα σε κάθε περίπτωση έχει να κάνει με την εμπιστοσύνη».

Το χαρτί έχει μέλλον;

«Λένε ότι το χαρτί πεθαίνει. Ποιος θα αγοράσει μια εφημερίδα ή ένα περιοδικό όταν το Internet προσφέρει άμεση και συνεχή ενημέρωση; Ακούμε συχνά για ιστορικά έντυπα που κλείνουν ή μεταφέρονται στην οθόνη, περνώντας σε μια άλλη εποχή. Είναι πραγματικά δύσκολο να συμβιβαστείς με αυτό. Σε ό,τι μας αφορά, έχουμε την τύχη να δουλεύουμε σε ένα Μέσο όπως η Marca με τεράστιο κύρος. Κάτι τέτοιο μπορεί να ανοίξει πόρτες όμως είναι δύσκολη η προσαρμογή σε ό,τι νέο εμφανίζεται. Για παράδειγμα, φτάνω τα 25 χρόνια σε αυτή την εφημερίδα, είμαι old school αναγνώστης και μου αρέσει το χαρτί. Είναι κάτι που συνεχίζει να με γοητεύει ωστόσο έπρεπε να προσαρμοστώ στις αλλαγές. Κατά καιρούς έρχονται νέα παιδιά προκειμένου να κάνουν την πρακτική τους για έξι μήνες. Κάποιες φορές χρησιμοποιούν λέξεις και φράσεις που... δεν καταλαβαίνω τι λένε! Πρέπει να προσαρμοστούμε στη γλώσσα του διαδικτύου και στις νέες πλατφόρμες. Είναι δύσκολο για όλους όσοι έχουμε ακόμα το χαρτί βαθιά ριζωμένο στον τρόπο που μάθαμε να δουλεύουμε».

Ποιες στιγμές σε έχουν σημαδέψει ως ρεπόρτερ της μπασκετικής Ρεάλ;

«Για να πω την αλήθεια, έχω καλύψει πολλά Final Four όμως η Ρεάλ Μαδρίτης δεν έχει κερδίσει τίποτα με εμένα στο γήπεδο! Ήμουν, για παράδειγμα, στο Βελιγράδι και το έχασε από την Αναντολού Εφές. Βρέθηκα στη Βαρκελώνη το 2011 όταν τερμάτισε στην τέταρτη θέση. Δεν έχω δει ποτέ από κοντά τη Ρεάλ να κατακτά τη EuroLeague (γέλια)! Στις στιγμές που ξεχωρίζω είναι σίγουρα η συνέντευξη με τον Κόμπι Μπράιαντ.

Είχα ταξιδέψει στις ΗΠΑ για το ντεμπούτο του Πάου Γκασόλ με τους Λέικερς. Έπαιζαν στη Γουάσινγκτον όμως ο Πάου δεν αγωνίστηκε σε εκείνο το παιχνίδι. Τελείωσα αργά με τη δουλειά, έφυγα τελευταίος από το γήπεδο και έπεσα πάνω στον Κόμπι! Του εξήγησα πως ήλθα από την Ισπανία και τελικά είχα την ευκαιρία να του μιλήσω για πέντε λεπτά. Επίσης έζησα από κοντά το EuroBasket 2022 με τον Λορέντζο Μπράουν, τον Χουάντσο και τον Ρούντι Φερνάντεθ, όταν ουδείς περίμενε να κατακτήσουμε το χρυσό μετάλλιο αλλά και τον τελικό των Ολυμπιακών Αγώνων το 2012, όταν παίξαμε με την Αμερική και είχαμε την ευκαιρία μας».

«Πρέπει να περάσεις από πολλά φίλτρα για να μιλήσεις με παίκτη»

Ποιες θεωρείς ότι είναι οι κύριες προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα η βιομηχανία των Μέσων Ενημέρωσης;

«Πιστεύω ότι μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις έχει να κάνει με τις νέες τεχνολογίες και τα κοινωνικά δίκτυα. Πλέον τα Μέσα Ενημέρωσης στηρίζονται εν πολλοίς σε πλατφόρμες και κανάλια όπως το Twitter, το TikTok, το Instagram, το YouTube, το Telegram και το WhatsApp. Το δεύτερο ζήτημα αφορά την πρόσβαση στον ίδιο τον αθλητή. Στο παρελθόν πήγαινες σε μια προπόνηση της Εθνικής Ισπανίας και ζητούσες να μιλήσεις με τον Πάου Γκασόλ, τον Κάρλος Χιμένεθ ή τον Ναβάρο. Ο υπεύθυνος Τύπου σου απαντούσε: "Εκεί είναι, κάνει διατάσεις. Μπορείς να τον ρωτήσεις ό,τι θέλεις όταν τελειώσει". Πλησίαζες τον παίκτη και αν δεν ήταν απασχολημένος, έκανες τη δουλειά σου. Σήμερα πρέπει να περάσεις από πολλά... φίλτρα. Πρέπει να μιλήσεις με τον υπεύθυνο Τύπου και εκείνος θα μιλήσει με τον Διευθυντή Επικοινωνίας που θα σου δώσει την άδεια να κάνεις τη συνέντευξη ή θα απορρίψει το αίτημά σου. Είναι περίπλοκο. Παλιά τα πράγματα ήταν πιο απλά. Γι' αυτό θεωρώ ότι πολλές φορές ο παίκτης, αν θέλει να πει κάτι, θα το κάνει μέσα από τα social media. Ό,τι συνέβη, δηλαδή, τον περασμένο Δεκέμβριο με τον Ντάριο Μπριθουέλα. Βγήκε σε ένα καταλανικό ραδιόφωνο, είπε ότι είναι αντι-Ρεάλ και οι δηλώσεις του προκάλεσαν σάλο! Αντί, λοιπόν, να χρησιμοποιήσει το ίδιο ραδιόφωνο για να δώσει τις εξηγήσεις του, προτίμησε να το κάνει μέσω Twitter. Ανέβασε δυο tweets, είπε αυτά που ήθελε να πει και τέλος. Επομένως, η προσαρμογή των παραδοσιακών Μέσων στο σύμπαν των νέων τεχνολογιών και η πρόσβαση στον αθλητή  αποτελούν τις δυο μεγάλες προκλήσεις».

Πώς προέκυψε η είδηση για τον Ρίκι Ρούμπιο και τι σημαίνει για ένα Μέσο να έχει αυτό το θέμα;

«Η είδηση ότι ο Ρίκι Ρούμπιο υπέγραψε στην Μπάρτσα και δηλώθηκε στη EuroLeague έμεινε στη homepage της Marca για πολλές ώρες και έδωσε "τρελό" web traffic! O Ρίκι έχει μεγάλη πέραση στα ΜΜΕ στην Ισπανία εδώ και πολλά χρόνια. Είναι πολύ αγαπητός στον κόσμο και προσελκύει την προσοχή και τη συμπάθεια από τότε που ήταν πιτσιρικάς και έπαιζε στην Μπανταλόνα. Ήταν τεράστια επιτυχία. Ουσιαστικά, πρόκειται για μια από εκείνες τις ειδήσεις που ανεβάζουν το κύρος και την αξιοπιστία του Μέσου. Κάποιες φορές θα δημοσιεύσεις ένα όνομα και ενδέχεται να πέσεις έξω. Θα πρέπει να είσαι έτοιμος να δεχτείς την κριτική. Στην περίπτωση του Ρίκι, μπορείς να νιώσεις την ικανοποίηση για τη δουλειά που έγινε και ενημέρωσες πρώτος για τις εξελίξεις. Επειδή, ακριβώς, ήταν μια μεταγραφή που φαινόταν από την πρώτη στιγμή που ο Ρούμπιο άρχισε να κάνει προπονήσεις με την Μπαρτσελόνα ότι μπορούσε να συμβεί όμως ουδείς ήταν σίγουρος! Μέχρι τη στιγμή που η Marca έβγαλε την είδηση. Αυτό σου δίνει αξιοπιστία».

Έτσι μπορεί να επιβιώσει μια εφημερίδα

Πώς μπορεί να επιβιώσει πια μια εφημερίδα; Υπάρχει προοπτική; Ή σε λίγο καιρό όλοι θα διαβάζουν τα νέα πίσω από μια οθόνη;

«Ο έντυπος Τύπος βρίσκεται σε πραγματικά δύσκολη θέση. Είναι πολύ εύκολο να το καταλάβει κανείς. Αρκεί να ρίξει μια ματιά στις πωλήσεις, την κυκλοφορία και τα έσοδα από τις διαφημίσεις. Πιστεύω ότι οι μέρες των εφημερίδων είναι μετρημένες! Πολλοί λένε ότι το χαρτί έχει παραδοθεί στο διαδίκτυο και στις νέες τεχνολογίες. Τι είναι όμως αυτό που θα μπορούσε να στηρίξει τις έντυπες εκδόσεις; Ίσως αν αλλάξουν τη δομή και τη νοοτροπία τους. Να λειτουργούν, δηλαδή, σαν ένα καθημερινό περιοδικό. Να μην ασχολούνται, για παράδειγμα, τόσο πολύ με την επικαιρότητα, την παρουσίαση των αγώνων και τις αδιάφορες δηλώσεις των παικτών και των προπονητών αλλά να ρίξουν το βάρος στα μεγάλα ρεπορτάζ, στις συνεντεύξεις και στις αναλύσεις. Να έχουν μια δυνατή συνέντευξη κάθε μέρα ή κάθε τρεις μέρες! Ό,τι έχει να κάνει με την επικαιρότητα και απαιτεί ταχύτητα και αμεσότητα, θα δημοσιεύεται στην ηλεκτρονική έκδοση. Για να γίνει όμως κάτι τέτοιο χρειάζεται χρόνος και έμπειροι δημοσιογράφοι που θα έχουν την ευκαιρία να ασχοληθούν με το κομμάτι της έρευνας: "Έχεις τρεις μέρες να το κάνεις. Μην ασχοληθείς με τίποτα άλλο αυτές τις τρεις μέρες. Αλλά θέλω ένα πολύ καλό θέμα"! Ο αναγνώστης αλλάζει. Δέχεται καταιγισμό πληροφοριών κάθε μέρα. Πρέπει να του δώσεις κάτι διαφορετικό και παράλληλα να καλλιεργήσεις την αναγνωστική κουλτούρα στις νεότερες γενιές». 

Οι συνήθειες του αναγνώστη άλλαξαν. Οι δημοσιογράφοι έχουν αλλάξει;

«Ο κόσμος που συνεχίζει να αγοράζει εφημερίδες είναι κυρίως άνθρωποι στην ηλικία του πατέρα μου. Άνθρωποι 60-70 ετών ή μεγαλύτεροι σε ηλικία που ενδεχομένως δεν έχουν τόση μεγάλη εξοικείωση με τα κινητά τηλέφωνα και την τεχνολογία. Επίσης, μια εφημερίδα μπορεί να πέσει στα χέρια τους στα μπαρ και στα εστιατόρια. Ξέρετε, εδώ στην Ισπανία συνηθίζουμε να αφήνουμε τα περιοδικά και τις εφημερίδες στην μπάρα όπου κάποιος μπορεί να τις ξεφυλλίσει. Επομένως, πρέπει να αλλάξουμε τη νοοτροπία και τον τρόπο που δουλεύουμε, έχοντας στο μυαλό μας ότι απευθυνόμαστε σε αυτό το κοινό. Αν, δηλαδή, γράφεις για την εφημερίδα, μην το κάνεις με τον ίδιο τρόπο που θα το έκανες για την ηλεκτρονική έκδοση. Ο αναγνώστης, εν προκειμένω ο καταναλωτής, αυτός που θα σε αγοράσει, είναι εντελώς διαφορετικός. Πρέπει να προσπαθήσουμε να προσαρμοστούμε στα νέα δεδομένα. Ξέρω ότι είναι πολύ δύσκολο ωστόσο πρέπει να κάνουμε ένα βήμα παραπέρα. Για παράδειγμα, υπάρχουν μελέτες που αναφέρουν ότι οι νέοι δεν μπορούν να μείνουν συγκεντρωμένοι στο ίδιο πράγμα για πάνω από μισή ώρα! Τους είναι πολύ δύσκολο να δουν χωρίς περισπασμούς έναν ολόκληρο αγώνα ποδοσφαίρου ή μπάσκετ. Ο κόσμος ενημερώνεται με μικρά κείμενα και video. Πολλοί νέοι δεν διαβάζουν εφημερίδες ούτε μπαίνουν στα σάιτ αλλά προτιμούν το TikTok,  το YouTube και το Twitter. Ενημερώνονται από μικρούς τίτλους και μαζεμένα κείμενα που δεν εμβαθύνουν αλλά προσφέρουν μόνο τη βασική ιδέα για το πώς έχουν τα πράγματα. Χρειαζόμαστε διαφορετικό περιεχόμενο».

Ποιος μπασκετικός κάνει περισσότερο θόρυβο στα social media;

«Αυτά που γράφει κατά καιρούς ο Σέρχιο Γιουλ έχουν μεγάλη απήχηση. Θυμάμαι το tweet που είχε κάνει όταν έγινε γνωστή η συμφωνία της Μπαρτσελόνα με τον Νικ Καλάθη. Παρεμπιπτόντως, ήταν η περίοδος που η Μπαρτσελόνα είχε στο ρόστερ τον Νίκολα Μίροτιτς με το πιο υψηλό συμβόλαιο στην Ευρώπη και παίκτες όπως ο Άλεξ Αμπρίνες, ο Χίγκινς, ο Χάνγκα, ο Ντέιβις και ο Ερτέλ. Τότε, λοιπόν, ο Γιουλ ανέβασε ένα tweet με τη μεταγραφή του Καλάθη μαζί με δεσμίδες χρημάτων, γράφοντας: "Τι φιέστα, ε"; Ουσιαστικά έκανε νύξη στα οικονομικά της Μπάρτσα και στα λεφτά που έδινε για τις μεταγραφές της! Ο κόσμος του απαντούσε: "Τι θα μας πεις εσύ; Έχεις τον Ταβάρες στη Ρεάλ"! Έγινε μεγάλος ντόρος. Επίσης ο Ρούντι είναι αρκετά ενεργός στα social media όμως δεν προκαλεί με τα σχόλιά του. Το ίδιο και η σύζυγος του Ταβάρες. Μπορεί να σχολιάσει, για παράδειγμα, ότι η στατιστική δεν μέτρησε ένα μπλοκ στον Έντι ή ότι του κάνουν τόσες φορές φάουλ και οι διαιτητές δεν σφυρίζουν τίποτα».

Art direction / γραφικά: Χρήστος Ζωίδης 

Photo credits: MARCA, Shutterstock, instagram