«Θέλω ένα γήπεδο σαν τη Λεωφόρο ή το 'Κλ. Βικελίδης', να χτυπάμε κόρνερ και να νιώθουν ότι είναι πέναλτι»

Ο Γκουστάβο Πογιέτ μιλά για την καριέρα του, την Εθνική Ελλάδας, την Αγγλία, τους οπαδούς, την «τρέλα» του και την αλήθεια του.

Ευθύς, παθιασμένος με το ποδόσφαιρο και τη ζωή και αποφασισμένος να πετύχει με την Εθνική Ελλάδας αλλά πάνω απ' όλα ένας άνθρωπος πολυταξιδεμένος και με καριέρα που ούτε ο ίδιος περίμενε πως θα έκανε. Αυτός είναι ο Γκουστάβο Πογιέτ που άνοιξε την καρδιά του στο Gazzetta και μίλησε για την πορεία του στο ποδόσφαιρο, τη ζωή του, την οικογένειά του και φυσικά για το αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα!

Ο 54χρονος πλέον Γκουστάβο Πογιέτ δεν είναι δημοσιογράφος, όμως με τα χρόνια έχει γίνει blogger στον ελεύθερό του χρόνο. Εάν ψάξει κανείς την ιστοσελίδα του θα δει αρκετές ιστορίες. Άλλωστε έχοντας εργαστεί και ως σχολιαστής στο beIN SPORTS, έχει πάρει μία... γεύση από το τι εστί δημοσιογραφία. Ευθύς, ειλικρινής, παθιασμένος και με μία ιστορία που δεν περνάει απαρατήρητη από κανέναν.

Απεχθάνεται τους ανθρώπους που λένε σε όλα «ναι» και θέλουν να φανούν αρεστοί, μισεί την υποκρισία και δεν έχει θέμα ακόμα και να τσακωθεί με τον γιο του σε επίπεδο δουλειάς, εάν κάτι δεν του αρέσει ή δεν πηγαίνει καλά σε μία προπόνηση και όχι μόνο. Στην Ελλάδα τον γνωρίσαμε ως προπονητή της ΑΕΚ για διάστημα λίγων μηνών και τώρα τον έχουμε ξανά ως προπονητή της Εθνικής μας ομάδας. Ο Πογιέτ όμως κάτι περισσότερο από όλα αυτά. Ένα παιδί που ξεκίνησε να ασχολείται με το ποδόσφαιρο από τα πέντε χρόνια του, που είχε το αθλητικό μέγεθος του μπαμπά Πογιέτ (ο πατέρας του δεν ζει πια), αρχηγού της Εθνικής Ουρουγουάης στο μπάσκετ σε δύο Ολυμπιακούς Αγώνες και που το μεγάλο του ποδοσφαιρικό... σχολείο υπήρξε η Αγγλία και η Premier League. Μία συζήτηση περίπου 1.5 ώρας (με μία μίνι διακοπή από μία Ιταλίδα φαν του και ενώ στη διάρκεια της φωτογράφισης υπήρχαν φίλαθλοι που τον συνεχάρησαν και ήθελαν να βγουν φωτογραφίες μαζί του) με καταγραφές και ανέκδοτες ιστορίες από έναν κόουτς που κουβαλά την ωραία «τρέλα» του...

«Ως παίκτης πέτυχα περισσότερα απ' όσα περίμενα, η απόφαση να πάω στην Τσέλσι μου άλλαξε τη ζωή»

Αρχικά, θα ήθελα ξεκινήσω με ερώτηση για την καριέρα σας. Εάν γράφατε βιβλίο πως θα ήταν; Είστε γεμάτος απ' όσα πετύχατε ως παίκτης; Είστε χαρούμενος;

«Δεν προσπαθώ να είμαι ταπεινός. Θα προσπαθήσω να είμαι ειλικρινής. Ως παίκτης αγωνίστηκα στην Ευρώπη για περισσότερα από 14 χρόνια. Ήθελα να παίξω στην Ευρώπη και πέτυχα περισσότερα απ' όσα περίμενα. Ήμουν σε ομάδες που χωρίς να είναι η Μπαρτσελόνα ή η Ρεάλ Μαδρίτης και η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, είχαν την δυνατότητα να νικούν. Με τη Σαραγόσα πετύχαμε σπουδαία πράγματα όπως είναι η κατάκτηση του Κυπέλλου και του UEFA, κάτι που είναι απίστευτο.

Ήμουν πολύ τυχερός που το έζησα αυτό. Το μόνο πράγμα που μου λείπει είναι ότι δεν έζησα την εμπειρία ενός Μουντιάλ. Κατέκτησα όμως το Copa America. Έτσι είναι η ζωή! Η περίοδος που έπαιξα στην Εθνική δεν ήταν μεγάλη, αλλά στη θέση μου υπήρχαν καλύτεροι παίκτες. Είμαι ρεαλιστής. Δεν έλεγα 'γιατί δεν παίζω στην Εθνική'. Μπορεί να έπαιζα στην Τσέλσι, αλλά ο παίκτης που ήταν βασικός ήταν καλύτερος από εμένα. Ήταν πραγματικά καλός και αυτός ήταν ο λόγος. Αν δεν ήταν καλός ο παίκτης που ήταν μπροστά από εμένα, τότε θα παραπονιόμουν. Ίσως να μην ήταν τέλειο το δικό μου timing με την Εθνική ομάδα από πλευράς θέσης, αλλά αυτό αρκούσε για να κερδίσω το Copa America. Είμαι χαρούμενος γι' αυτό».

Είχατε όμως θητεία σε ομάδες όπως οι Τσέλσι και Τότεναμ. Δυνατά brand names του ποδοσφαίρου.

«Η Τσέλσι ήταν ένα plus για την καριέρα μου. Ήταν μία αλλαγή και μια πρόκληση. Ήμουν 29 ετών: είχα τα πάντα στη Σαραγόσα, είχα την πιθανότητα και τη δυνατότητα να ανανεώσω το συμβόλαιό μου και να μείνω εκεί για πάντα αλλά κάτι μέσα μου μού έλεγε να πάω στην Αγγλία κι ότι το ποδόσφαιρο εκεί θα είναι τέλειο για εμένα. Πήραμε αυτήν την απόφαση μαζί με τη γυναίκα μου και τελικά μας βγήκε σε καλό.

Τώρα η Αγγλία είναι το σπίτι μου. Ο κόσμος πιστεύει ότι το σπίτι μου είναι στην Ισπανία ή στην Ουρουγουάη, αλλά είναι στο Λονδίνο. Νομίζω ότι η ποδοσφαιρική ζωή, η ποδοσφαιρική κοινωνία και όλα όσα έχουν να κάνουν με το ποδόσφαιρο, ειδικά στο Λονδίνο, είναι τέλεια για εμένα ως προσωπικότητα. Εχω βρει εκεί όλα όσα θέλω. Κάθε μέρα υπάρχει κάτι καινούριο εκεί και δεν αναφέρομαι μόνο στην προπονητική. Έχει να κάνει και με μένα ως προσωπικότητα το πως συνδέθηκα. Είναι η ενέργεια που σου δίνει να κινείσαι, να γνωρίζεις ανθρώπους, η τηλεόραση, το ραδιόφωνο, η προπονητική κι όλες αυτές οι προοπτικές που υπάρχουν. Χάρις σε αυτήν την απόφαση που πήρα το 1997 άλλαξε όλη μου η ζωή».

Τι είναι αυτό που σας συνδέει περισσότερο με την Αγγλία; Το πάθος ή κάτι άλλο;

«Στην Ισπανία, παρόλο που ήμουν τυχερός και έπαιξα στη Σαραγόσα, το γήπεδο γέμιζε όταν παίζαμε με τη Μπαρτσελόνα, τη Ρεάλ Μαδρίτης και όταν παίξαμε στον ημιτελικό. Πήγα στην Αγγλία το 1997 και θυμάμαι τον πρώτο αγώνα Κυπέλλου στο Carling Cup, που το λέγαμε τότε Coca Cola Cup. Παίζαμε με την Γουόλσολ ή την Όλνταμ και το γήπεδο ήταν γεμάτο σε ένα ματς Κυπέλλου. Είπα από μέσα μου 'ουάου'. Σκέφτηκα ότι ίσως το κάνουν επειδή παίζαμε εκτός έδρας και ήθελαν να μας στηρίξουν. Μετά παίζαμε εντός έδρας και το γήπεδο ήταν και πάλι γεμάτο.

Δεν υπάρχει άλλο τέτοιο συναίσθημα για έναν παίκτη, το να βλέπει κάτι τέτοιο. Είναι εντυπωσιακή όλη αυτή η ατμόσφαιρα. Όταν πανηγυρίζεις μία νίκη μαζί με τους οπαδούς της ομάδας, η σύνδεση που υπάρχει μεταξύ των δύο πλευρών είναι τρομερή. Η σύνδεση των οπαδών με την ομάδα τους στην Αγγλία είναι σε τρομερό επίπεδο».

Από πλευράς καριέρας η κατάκτηση του Copa America ήταν η κορυφαία σας στιγμή;

«Από πλευράς συναισθημάτων, ναι, η κατάκτηση του Copa America με την Εθνική ομάδα ήταν η κορυφαία μου στιγμή. Δεν μπορώ να το εξηγήσω επακριβώς αλλά το να νικάς με την Εθνική ομάδα της χώρας σου είναι πάνω από κάθε άλλο συναίσθημα που μπορείς να έχεις σε οποιοδήποτε άθλημα. Όταν παίζεις σε έναν σύλλογο, κάνεις περήφανη την οικογένειά σου και τους δικούς σου αλλά και τους οπαδούς της ομάδας. Η Εθνική ομάδα είναι σαν την παράδοση και την κληρονομιά της χώρας. Έχω πολύ καλούς φίλους από το σχολείο, είμαστε ακόμη φίλοι και έχουμε ακόμα και το δικό μας γκρουπ στο Whatsapp. Tη Δευτέρα πήγαν στη δουλειά τους μετά την κατάκτηση του Copa America και ήταν περήφανοι! Πήραμε το Copa America, ένιωθαν τέτοια αυτοπεποίθηση που πίστευαν ότι τίποτα δεν ήταν ικανό να τους λυγίσει. Εκπροσωπείς τόσο πολύ κόσμο σε μια τόσο μικρή χώρα όπως είναι η Ουρουγουάη. Εχεις αυτήν τη νύχτα. Σας το λέω: Οι πανηγυρισμοί εκείνη τη νύχτα ήταν το κάτι άλλο. Το έχω πει ξανά, εκείνη τη νύχτα οι λογαριασμοί πήγαν περίπατο. Κανείς δεν σκεφτόταν τις υποχρεώσεις που έπρεπε να πληρώσει. Δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα για τη ζωή και τη δουλειά. Όλοι ξεχνούν τα πάντα! Το μόνο που κάνεις είναι να πανηγυρίζεις γιατί έχει να κάνει με τη χώρα σου. Αυτό το πράγμα που νιώθεις μέσα σου σε συνεπαίρνει. Φαντάζομαι όλοι θυμάστε πού ήσασταν όταν η Εθνική Ελλάδας πήρε το Euro το 2004 - ε, έτσι ήταν και για εμάς.

Δεν λέω κάτι μη ρεαλιστικό, θέλουμε να επαναφέρουμε αυτό το πάθος στην Εθνική. Νομίζω ότι μπορούμε να τα καταφέρουμε, διότι θεωρώ ότι κατά κάποιο τρόπο η Ελλάδα με την Ουρουγουάη μοιάζουν. Έχουν ομοιότητες. Όμως πέρα απ' αυτό, για εμένα ήταν η κορυφαία στιγμή το να πάρω το Copa America με την Ουρουγουάη».

«Ο πατέρας μου στα 9 μου χρόνια έλεγε 'εδώ στην Ουρουγουάη δεν χάνουμε ποτέ από τους Αργεντίνους, δεν είναι αποδεκτό'»

Πριν όμως από όλη αυτήν την καριέρα και την πορεία σας στο ποδόσφαιρο πώς ξεκινήσατε;

«Ξεκίνησα το ποδόσφαιρο σε ηλικία πέντε ετών σε μια μικρή ομάδα, στην Ουρουγουάη λέγεται 'Baby Football'. Εχει ηλικιακές βαθμίδες και είναι πιθανότητα ο μεγαλύτερος ποδοσφαιρικός οργανισμός σε αυτό το κομμάτι. Μετά είχα τον πατέρα μου - ήταν ένας πολύ διάσημος αθλητής. Μέχρι τη στιγμή που κατέκτησα το Copa America ήμουν ο γιος του. Ήμουν ο γιος του Ουάσινγκτον Πογιέτ. Αφότου πήρα το Copa America έγινα ο Γκουστάβο Πογιέτ. Ελεγαν: "Εντάξει, τώρα μπορούμε να σε ξεχωρίσουμε από τον πατέρα σου".

Ο πατέρας μου ήταν ο αρχηγός της Εθνικής ομάδας μπάσκετ της χώρας σε δύο Ολυμπιακούς Αγώνες και τον είχαν αναγνωρίσει ως τον πιο παθιασμένο και τρελό παίκτη της ομάδας. Ήταν της λογικής 'θα κάνω τα πάντα για να νικήσω'. Επρεπε να μαρκάρει έναν Ρώσο ύψους 2.12 κι ο πατέρας μου είχε ύψος 1.96.

Ήταν όμως ο πιο ψηλός στην ομάδα και έπρεπε να τον μαρκάρει. Πώς θα γινόταν αυτό; Κι όμως βρήκε τον τρόπο! Προφανώς και... ενάντια στους κανονισμούς. Ήμουν 9 ετών και γύρισε και μου είπε όταν παίζαμε με μια ομάδα από την Αργεντινή, λίγο πριν φύγω από το σπίτι: 'Εδώ στην Ουρουγουάη δεν χάνουμε ποτέ από τους Αργεντίνους, δεν είναι αποδεκτό'. Και ήμουν μόλις 9 ετών.

Το ξέρω ήταν μεγάλη πίεση για ένα παιδί. Καταλαβαίνω ότι κάτι τέτοιο δεν πρέπει να υπάρχει σε ένα παιδί. Μεγάλωσα με αυτόν τον τρόπο και δεν έχω πρόβλημα με αυτό. Ξέρω ότι υπάρχουν ματς που πρέπει να τα νικήσεις, όπως είναι τα ντέρμπι ή οι τελικοί.

Ο αδερφός μου ήταν επίσης παίκτης μπάσκετ και έπαιζε στην πρώτη κατηγορία της Ουρουγουάης. Για να είμαι ειλικρινής το μπάσκετ είναι το δεύτερό μου άθλημα. Λατρεύω το μπάσκετ, το αγαπώ.

Στη δική μου εποχή το μπάσκετ παιζόταν σε υπαίθρια γήπεδα. Τώρα αυτό έχει αλλάξει, παίζουν σε κλειστά γήπεδα και έχει γίνει πιο επαγγελματικό. Όμως έπαιζα στο σχολείο μπάσκετ και πραγματικά μ' αρέσει αυτό το άθλημα. Είναι με διαφορά το δεύτερο πιο αγαπημένο μου άθλημα».

Άρα ήσασταν μία αθλητική οικογένεια. Η οικογένειά σας πόσο σας στήριξε ώστε να ακολουθήσετε το ποδόσφαιρο;

«Ο πατέρας μου ήθελε να γίνει ποδοσφαιριστής αλλά δεν μπόρεσε. Και μία μέρα, περνούσε από μία ομάδα και έτσι ασχολήθηκε με το μπάσκετ. Το ποδόσφαιρο του άρεσε πάντα. Ήταν μεγάλος φαν του και πήγαινε στο γήπεδο για να δει την αγαπημένη του ομάδα, την Πενιαρόλ. Με έπαιρνε μαζί του και πάντα μου έδινε την ώθηση για να γίνω ποδοσφαιριστής.

Μου μιλούσε και συζητούσαμε για τους στόχους μου. Κατέγραφε τις επιδόσεις μου και ήταν μεγάλος λάτρης του ποδοσφαίρου».

Άρα είχατε καλά παιδικά χρόνια;

«Ναι, είχα δύο περιόδους στην Ουρουγουάη. Στην πρώτη ήμασταν υπό καθεστώς δικτατορίας και ήταν πολύ αυστηρά τα πράγματα αλλά είχα πολύ καλή ζωή.

Παίζαμε ποδόσφαιρο στους δρόμους. Ήμουν αρκετά τυχερός για να πάω σε ένα πολύ καλό σχολείο, το Σάντα Μαρία. Από την ηλικία των 6 ετών μέχρι τα 17 μου ήμουν εκεί. Ακόμη νιώθω πράγματα και έχω ωραία συναισθήματα για το σχολείο μου, όταν γυρίζω στην Ουρουγουάη πηγαίνω να το δω. Είναι το σχολείο μου.

Δεν έχω κανένα παράπονο. Ήμασταν μία μεσαίας τάξης οικογένεια. Στην Ουρουγουάη σήμαινε αυτό τη δεκαετία του '70 και του '80 ότι δεν είχες αυτοκίνητο και ότι έπρεπε να χρησιμοποιείς τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς. Ότι θα πήγαινες με το λεωφορείο. Έπαιζα στην πρώτη κατηγορία της Ουρουγουάης και χρησιμοποιούσα το λεωφορείο - ήταν κάτι φυσιολογικό για εμένα. Το πρώτο μου αυτοκίνητο το πήρα στη Γαλλία: μου το έδωσαν το 1988.

Ήταν σε μια περίοπτη θέση μίας έκθεσης. Σε ένα σημείο όπου έπρεπε να το κατεβάσουν. Μου έδωσαν τα κλειδιά για να το κατεβάσω εγώ και τους είπα 'αποκλείεται, εσείς θα μου το φέρετε ως το δρόμο' (γέλια). Φοβόμουν μήπως αναποδογυρίσει. Εζησα, λοιπόν, όλη τη διαδικασία της εξέλιξης. Από το λεωφορείο στην Ουρουγουάη μέχρι το να οδηγώ αμάξι και να παίζω μπάλα στη Γαλλία.

Το ξεκίνημα της καριέρας μου στην Ουρουγουάη ήταν πολύ καλό, αλλά στη Γαλλία με... έριξαν κάτω, γιατί πολύ απλά δεν ήμουν τόσο καλός. Έπρεπε να ξεκινήσω πάλι από την αρχή κι αυτό νομίζω ότι σε κάνει καλύτερο».

Μιλήσαμε για τον πατέρα σας. Για τη μητέρα σας τι έχετε να μας πείτε;

«Η μητέρα μου ζει ακόμη. Είναι 84 ετών και είναι δυνατή. Είναι δίπλα σε όλους μας. Έχει δουλέψει πολύ και όταν ήταν νέα εργαζόταν σκληρά μαζί με τον πατέρα μου. Έκαναν διαφορετικές δουλειές. Η μητέρα μου δούλευε σε μια ιδιωτική εταιρία, στον τομέα της υγείας, για όλη της τη ζωή.

Από την άλλη, ο πατέρας μου, όταν τελείωσε το μπάσκετ έγινε προπονητής για ένα διάστημα. Ο πατέρας μου ήταν πιο τρελός από εμένα. Με διαφορά πιο τρελός από εμένα (γέλια). Τον έβλεπα να θέλει να σταματήσει τόσες πολλές φορές το παιχνίδι στο μπάσκετ, τα παιχνίδια του, για να διαμαρτυρηθεί. Του έλεγα 'σταμάτα, θα χάσεις το ματς'. Ήταν, όμως, το πάθος του. Είχε μεγάλο πάθος για αυτό».

Μιλώντας για πάθος. Το πάθος που έχετε, σας έχει οδηγήσει σε σωστές αποφάσεις ή σας παρασέρνει και σε λάθη; Ή γενικά σας επηρεάζει;

«Μπορεί να υπάρξουν στιγμές που σε βάζει σε λάθος δρόμους χωρίς αμφιβολία. Όμως, εγώ ακολουθώ τα συναισθήματά μου και το ένστικτό μου. Έχω σταθεί πολύ τυχερός ακολουθώντας το ένστικτό μου.

Όταν πήγα στην ΑΕΚ είχα μια πολύ μεγάλη οικονομική πρόταση από τη Σαουδική Αραβία, αλλά το ένστικτό μου μού είπε: 'Πήγαινε στην ΑΕΚ, εκεί θα νικήσεις'. Εκείνη τη στιγμή δεν είχε να κάνει με τα χρήματα η απόφασή μου αλλά με το τι ένιωθα εγώ. Ήρθα εδώ και ήταν καταπληκτικά. Υπάρχει το πάθος και η ειλικρίνεια. Εγώ είμαι πάντα ειλικρινής, όμως η ειλικρίνεια κι η αλήθεια δεν αρέσουν πάντα στον κόσμο. Σου λένε πως την θέλουν, αλλά στην πραγματικότητα δεν την θέλουν».  

«Στο Ολντ Τράφορντ ήθελαν να με συλλάβουν στο ημίχρονο γιατί 'άρπαξα' αστυνομικό κι εγώ έλεγα 'στο τέλος του αγώνα, όχι στο ημίχρονο'»

Μιλώντας για ιστορίες ποια είναι η πιο ξεχωριστή ή... τρελή ιστορία που μπορείτε να μας περιγράψετε από Ουρουγουάη, Ισπανία ή Αγγλία; Άλλωστε αν και δεν γράφετε βιβλίο, γράφετε blog...

«Δεν γράφω βιβλίο, αλλά κάποιες φορές γράφω στο blog μου... Υπάρχουν κάποιες ιστορίες που δεν μπορώ να τις πω. Υπάρχουν καλές και κακές ιστορίες. θα σας πω μία που συνέβη το 1997.

Έχουμε πάρει το Κύπελλο UEFA με την Σαραγόσα, σήμερα είναι τα γενέθλια ενός παίκτη από εκείνη την ομάδα.

Έχουμε το δικό μας γκρουπ και είμαστε ακόμη σε επαφή όλοι μας και αυτό δείχνει πως μια ομάδα που δεν ήταν τόσο μεγάλη, βρέθηκε σε θέση να κατακτήσει ένα μεγάλο τουρνουά, διότι ήμασταν ένα σύνολο παικτών όπως ακριβώς έπρεπε. Είχαμε εντελώς φυσικά ένα τρομερά δυνατό δεσμό μεταξύ μας.

Ήταν απίστευτο! Δεν χωρίσαμε ποτέ. Στις 10 Μαΐου είναι σαν να έχουμε γενέθλια, γιορτάζουμε όλοι μαζί. Σήμερα ο Μπέλμαν, ο τρίτος τερματοφύλακας εκείνης της ομάδας έχει τα γενέθλιά του και όλοι του ευχηθήκαμε. Όλοι ευχηθήκαμε στον Πέπε.

Αυτό δείχνει στον κόσμο του αθλητισμού τη σημασία του συνόλου και τη σημασία ενός δυνατού γκρουπ παικτών. Δεν υπάρχει κάτι άλλο πιο δυνατό απ' αυτό. Ξέρω ότι μιλάμε για τακτικές, για τα τρεξίματα μέσα στο παιχνίδι, για τα τάκλιν, τις κίτρινες κι όλα αυτά, αλλά όταν το σύνολο είναι τόσο δυνατό, είσαι πάντα ένα βήμα μπροστά, ένα βήμα πιο ψηλά.

Είσαι πάντα σε καλύτερη θέση για να παίρνεις νίκες. Όλο αυτό είναι κάτι που θέλω να το περνάω στις ομάδες μου. Η πιο τρελή ιστορία που έχω να πω είναι από ένα ματς της Τσέλσι με τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.

Μόλις είχα φτάσει στην Αγγλία, όλα ήταν καλά και στο ημίχρονο υπήρξε μεγάλο πρόβλημα στη φυσούνα. Μιλάμε για πολύ μεγάλο πρόβλημα. Ύστερα από ένα κόρνερ στο Ολντ Τράφορντ υπήρξε καβγάς. Πηγαίνω και 'αρπάζω' έναν μέσα στην ένταση. Προφανώς κανείς δεν θέλει να τον κρατάει ο άλλος τόσο σφιχτά και μετά το έκανα ξανά.

Τη δεύτερη φορά κατάλαβα ότι ήταν αστυνομικός. Απλά προσπαθούσε να χωρίσει αυτούς που ήταν στον καβγά. Ήθελαν να με συλλάβουν στο ημίχρονο. Επειδή ακόμη δεν μιλούσα αγγλικά, κάποιος μου εξήγησε στα γαλλικά ότι πρέπει να ηρεμήσω γιατί είναι η αστυνομία. 'Δεν μπορείς να ακουμπάς τον αστυνομικό', μου είπαν. Εγώ είπα ότι δεν τον ακούμπησα και ότι εκείνος με άρπαξε. 'Τώρα θα σε συλλάβουν', μου είπαν. Η αντίδρασή μου - κοίτα - ήταν: 'Είναι το ημίχρονο, δεν μπορούν να με συλλάβουν τώρα. Ίσως μετά τον αγώνα. Πώς είναι δυνατόν να με συλλάβουν τώρα;'.

Στο τέλος δεν έγινε κάτι. Με πήγαν στα αποδυτήρια και έπαιξα στο δεύτερο ημίχρονο. Όμως, το αστείο ήταν με εμένα που αναρωτιόμουν για το αν γίνεται να με συλλάβουν στο ημίχρονο. Ήταν τρελό! Εγώ απλά ήθελα να με αφήσουν να παίξω στο δεύτερο ημίχρονο».

Από την καριέρα σας έχετε αγαπημένους συμπαίκτες ή πιο δύσκολους αντιπάλους;

«Προέρχομαι από μία εποχή που οι παίκτες έμεναν δύο - δύο στα δωμάτια. Στην Τσέλσι ήταν ο Πετρέσκου από τη Ρουμανία. Είμαστε σαν αδέρφια. Αδέρφια για μια ολόκληρη ζωή.

Εχω πάει στο γάμο του στη Ρουμανία, πήγα στα 50ά γενέθλιά του στο Ντουμπάι και είμαστε αδέρφια. Μετά στην καριέρα μου, είχα τον Μαουρίτσιο Ταρίκο. Έγινε μετά ο βοηθός μου, παίξαμε μαζί στην Τότεναμ και είναι σαν μέλος της οικογένειάς μου. Με τον Νταν Πετρέσκου είναι πιο προσωπικό, με τον Ταρίκο είναι σαν να είμαστε οικογένεια για μια ζωή.

Ο πιο δύσκολος αντίπαλος με διαφορά ήταν ο Ρόι Κιν. Κάθε ματς απέναντι στον Ρόι Κιν απαιτούσε μια ειδική προετοιμασία για εμένα. Πνευματική και σωματική προετοιμασία. Ήταν μια πρόκληση και το απολάμβανα αλλά ήταν κάτι το ξεχωριστό. Ήταν ένας τοπ ποδοσφαιριστής, ένας απόλυτα κορυφαίος παίκτης, πολύ σκληρός. Είχα κάποια αμφίρροπες μονομαχίες μαζί του. Τον συνάντησα μετά σε ένα πάνελ στην τηλεόραση και ήταν ένας πολύ διαφορετικός άνθρωπος».

Οι καλύτεροι παίκτες όμως με τους οποίους έχετε συνυπάρξει;

«Πρέπει να αναφέρω δύο: Το έχω εξηγήσει πολλές φορές, γιατί μπορεί να είναι και άδικο σε ορισμένες περιπτώσεις. Οι δύο κορυφαίοι παίκτες που έχω παίξει μαζί τους είναι ο Φραντσέσκολι και ο Τζόλα. Τώρα γιατί βάζω τον Τζόλα πιο ψηλά από τον Φραντσέσκολι: Με τον Φραντσέσκολι έπαιξα μόνο 8 ή 10 ματς και κάναμε μαζί 20 προπονήσεις.

Απόλαυσα τη συνεργασία μαζί του, αλλά κράτησε για λίγο. Όμως μιλάμε για τοπ ποδοσφαιριστή, άλλη κλάση κι άλλο επίπεδο. Άλλη κλάση ως παίκτης, ως αρχηγός, σε όλα του.

Τον Τζόλα τον είχα συμπαίκτη τέσσερα χρόνια.

Κάθε μέρα ήμασταν μαζί και έχω δει απίστευτα πράγματα απ' αυτόν. Το πιστεύω ότι στην Τσέλσι έγινα καλύτερος παίκτης εξαιτίας του. Συνεπώς, θα πρέπει να τον βάλω σε μια ξεχωριστή θέση και σίγουρα πιο ψηλά απ' όλους».

Κορυφαίος προπονητής ή πιο καλοί προπονητές υπήρξαν για εσάς στην καριέρα σας;

«Ποτέ δεν είχα τον τέλειο προπονητή. 'Επαιρνα πάντα πράγματα απ' όλους, πάντα κάτι λίγο και κάποιες συμβουλές ή κάποια άλλα πράγματα και βέβαια το πιο σημαντικό είναι το τι δεν πρέπει να κάνω. Αυτό συνέβη εξαιτίας πραγμάτων που είδα και δεν μου άρεσαν σε πολλούς προπονητές. Όταν βλέπεις πράγματα που δεν σου αρέσουν λες: 'Εγώ αυτό δεν θα το κάνω'. Δεν έχω αγαπημένο προπονητή».

«Έδωσα το ντεμπούτο στον Τσουαμενί στα 18 του, διότι απλά ήταν απίστευτος»

Ως προπονητής έχετε παίκτες σας που να ξεχωρίζετε;

«Ναι, είναι φυσικό. Στη Μπράιτον είχαμε ένα πολύ καλό σύνολο παικτών, που ήξεραν τι πρέπει να κάνουν αλλά οι καλύτεροι παίκτες στις ομάδες που έχω δουλέψει ήταν οι κεντρικοί χαφ. Ήταν πολύ σημαντικοί και ήταν το 'κλειδί'.

Στη Μπράιτον ήταν ο Λίαμ Μπρίνκατ. Στη Σάντερλαντ, στην κορυφαία της... έκδοση με εμένα, ήταν ο Λι Κάτερμολ, με τον οποίο είχαμε φοβερές συζητήσεις για το ποδόσφαιρο. Όταν ήρθα εδώ στην Ελλάδα, στην ΑΕΚ, ήταν ο Σιμόες. Στη Μπορντό ήταν ο Πλάσιλ από την Τσεχία σε ηλικία 35 ετών.

Όλοι μου έλεγαν για την ηλικία του και εγώ έλεγα ότι είναι ο καλύτερος στη θέση του. Αυτοί οι παίκτες με βοήθησαν στο να έχω καλύτερη οργάνωση στις ομάδες μου. Στην Εθνική ομάδα είναι διαφορετικά, όμως θα δείτε στο μέλλον πως και σε επίπεδο Εθνικής θα υπάρχουν πάικτες – κλειδιά».

Πως νιώθετε για τον Τσουαμενί που αναδείχθηκε μαζί σας μέσω της Μπορντό και έγραψε ιστορία με τη μεταγραφή του στη Ρεάλ Μαδρίτης;

«Θα σας πω μια ιστορία για τον Ορελιέν γιατί έχει μεγάλο ενδιαφέρον. Μίλησα στον ισπανικό Τύπο γιατί ήμουν ο προπονητής με τον οποίο έκανε ντεμπούτο. Του έδωσα τη δυνατότητα να κάνει ντεμπούτο διότι απλά ήταν απίστευτος. Ήταν 18 ετών αλλά δεν έμοιαζε και δεν έδειχνε 18.

Ήταν ένας παίκτης που δεν ήξερε κανείς και όλοι μου έλεγαν μπράβο για την επιλογή μου να τον βάλω να παίξει. Είχε κάνει προπονήσεις μαζί μου στην προετοιμασία και ήταν απίστευτος.

Τρομερός από πλευράς φυσικής κατάστασης και με πολύ καλές ικανότητες. Είχαμε και πολύ καλή σχέση, ήταν σε μια περίοδο που η ομάδα δεν μπορούσε να κάνει πωλήσεις, πήγε πολύ καλά στο Europa League, σκόραρε στην Ουκρανία και άρχισε να μεγαλώνει ποδοσφαιρικά. Κάναμε και κάποιες προσωπικές συζητήσεις και είχαμε καλή σύνδεση ως παίκτης με προπονητή. Μετά εγώ έφυγα και έναν χρόνο μετά πήγε στη Μονακό για 10 εκατ. ευρώ. Ήταν έκπληξη για εμένα αυτά τα 10 εκατ. ευρώ; Όχι, δεν ήταν. Τώρα πήγε στη Ρεάλ Μαδρίτης και είναι εντυπωσιακό. Είμαι χαρούμενος γι' αυτόν και ήδη του έχω στείλει μήνυμα. Μιλήσαμε και νομίζω ότι είναι ένα πολύ καλό βήμα γι' αυτόν. Είναι επικεντρωμένος σε αυτό που κάνει, πολύ αφοσιωμένος και πολύ έξυπνος.

Ποτέ δεν σταμάτησε να μαθαίνει από τότε που ήταν με εμένα στη Μπορντό και την αξίζει αυτήν την ευκαιρία. Πηγαίνει στη Ρεάλ σε μια πολύ σημαντική στιγμή της καριέρας του. Δεν χρειάζεται να μπει και να αποδώσει ή να παίξει με το 'καλημέρα'. Υπάρχουν οι Κασεμίρο, Κρόος, Μόντριτς, Καμαβινγκά και Βαλβέρδε. Έχει τη δυνατότητα να πάρει το χρόνο του για να προσαρμοστεί. Φυσικά ο Αντσελότι θα αποφασίσει. Αυτός ξέρει καλύτερα από εμένα. Αυτό που εννοώ είναι ότι όταν υπογράφεις έναν παίκτη, δεν σημαίνει και ότι από την πρώτη στιγμή θα πρέπει να παίζει και να σκοράρει. Νομίζω ότι έχει να δώσει στη Ρεάλ αρκετά ή πολλά χρόνια καλό ποδόσφαιρο. Έχει όλο το 'πακέτο' ως παίκτης. Εγώ προτιμούσα να παίζει στη θέση Νο 8. Αυτός προτιμούσε να αγωνίζεται στη θέση Νο 6 και τα κατάφερε. Μπορεί να καλύψει και τις δύο θέσεις, οπότε είναι σίγουρα ενδιαφέρον. Είναι ένα μεγάλο επίτευγμα».

«Όταν έφυγα από την ΑΕΚ είπα 'τι έκανα λάθος;', Γύρισα στην Ελλάδα για μια πιστωτική κάρτα και μετά... μπουμ ήρθε η Εθνική»

Μιλώντας για το ποδόσφαιρο του σήμερα ποιές είναι οι βασικές διαφορές με το ποδόσφαιρο που έχετε βιώσει εσείς ως παίκτης;

«Η ταχύτητα. Η ταχύτητα είναι τρομερή στις μέρες μας. Οι παίκτες δεν θέλουν να αμύνονται. Δεν υπάρχουν τόσοι πολλοί αμυντικοί ανά τον κόσμο. Στην εποχή μου όλοι ήθελαν να παίζουν άμυνα. Ναι, τώρα όλοι θέλουν να κάνουν επίθεση! Άκου... Η κορυφαία ομάδα που έχω δει ποτέ στη ζωή μου, με διαφορά η πιο καλή ομάδα, είναι η Μπαρτσελόνα του Πεπ Γκουαρντιόλα. Με διαφορά.

Για μένα έτσι; Λόγω αυτής της ομάδας εκατομμύρια προπονητές σε επίπεδο Ακαδημιών σε όλον τον κόσμο ξέχασαν την άμυνα. Όλοι κοιτάνε την κατοχή της μπάλας. Μπάλα, μπάλα, κρατήστε τη μπάλα. Στις προπονήσεις. Παντού στον κόσμο.

Μιλάς με έναν αμυντικό 15 ετών με κάθε σεβασμό στη Μαλαισία και τον ρωτάς 'γιατί πηγαίνεις καλά' και σου λέει 'γιατί πασάρω καλά'. Δεν σου πει ποτέ αμύνομαι. Διότι δεν υπάρχει άμυνα. Οπότε θα πρέπει να το προσέξουμε αυτό. Να υπάρχει ισορροπία. Θέλω να παίξω επιθετικό ποδόσφαιρο; Ναι. Να κοιτάξουμε να βάλουμε πολλά γκολ;

Ναι. Όμως πρέπει και να αμυνόμαστε. Και έχω πει ότι παίρνεις το βιβλίο των κανόνων των FIFA και UEFA. Λέει 11 παίκτες και τα λοιπά. Μετά λέει θα πρέπει να προσπαθήσεις να σκοράρεις και να μην δεχθείς γκολ. Αυτός είναι ο κανόνας του ποδοσφαίρου. Γιατί το έχουμε ξεχάσει αυτό;

Θα σας πω μία από τις κορυφαίες στιγμές σε αυτά τα τέσσερα παιχνίδια της Εθνικής ομάδας. Θα το μοιραστώ μαζί σας και μπορείτε να το μοιραστείτε με τον κόσμο διότι δεν το έχω πει ξανά. Είναι η τελευταία μπαλιά του Κοσόβου στο εκτός έδρας ματς που βγήκε ο Βλαχοδήμος και μάζεψε τη μπάλα και που ο Σιώπης πήγε από πάνω του και του είπε 'σε ευχαριστώ πολύ'. Αυτή ήταν μία καθοριστική στιγμή για εμάς. Διότι όσο σημαντικό κι αν είναι το να σκοράρεις ένα γκολ άλλο τόσο σημαντικό είναι να μαζέψεις αυτή τη μπαλιά. Διότι μία δεύτερη μπαλιά ή ένα ριμπάουντ μπορεί να σου φέρει το 1-1.

Οπότε, όπως είπα, ισορροπία! Μπορώ εγώ να κάθομαι να λέω πως είμαι επιθετικογενής προπονητής, κρατάμε τη μπάλα και έχουμε 60% κατοχή. Μπλα, μπλα, μπλα. Η πραγματικότητα έχει να κάνει με τη νίκη. Σε αυτά τα τέσσερα παιχνίδια νικήσαμε και είχαμε και κατοχή αλλά και επιθετικότητα.

Οκ, δίκαιο. Δεν θα είναι πάντα έτσι. Έχω δει μία πολύ καλή Ελλάδα απέναντι στην Ισπανία. Δύο χρόνια πριν, στο 1-1, χωρίς να κρατάει μπάλα. Είναι μέρος του παιχνιδιού. Το έχουμε χάσει λίγο αυτό το κομμάτι. Οι αμυντικοί μας μας βοηθούσαν στο προωθητικό παιχνίδι. Επίσης οι μέσοι και οι επιθετικοί έπρεπε να πρεσάρουν ψηλά. Έτσι σκοράραμε κιόλας. Οπότε, δουλειά»!

Σε σχέση με τη δική σας πορεία νιώθετε πως αφήσατε κάτι στη μέση από το προηγούμενο πέρασμά σας από την Ελλάδα;

«Ήταν τόσο ωραία. Ήταν τόσο καλά, που ήταν δύσκολο και σκληρό όταν έφυγα. Η λογική λέει πως φεύγεις από ένα μέρος όταν δεν πηγαίνεις καλά. Ας πούμε ότι πηγαίνεις σε μία ομάδα, πηγαίνεις καλά και μένεις δύο χρόνια.

Μετά θες να προχωρήσεις και αποχωρείς. Η λογική λέει πως θα βρεις ένα club στην ίδια χώρα. Διότι έχεις πάει καλά. Οπότε για μένα το να μην έχω την ευκαιρία αυτή ήταν σε φάση... 'τι έγινε, τι έκανα λάθος'; ΟΚ, είχα κάποια τηλεφωνήματα στα επόμενα χρόνια από την ΑΕΚ όμως δεν ήταν ποτέ το σωστό timing. Ναι, μετά το 2016 ήταν. Ήταν το 2019. Το timing δεν ήταν το σωστό. Όμως γιατί; Και μετά όλα έγιναν από σύμπτωση! Ήρθα στην Ελλάδα για προσωπικούς λόγους. Είχε λήξει η πιστωτική κάρτα μου και ήρθα να πάρω νέα κάρτα. Οπότε είπα το Σαββατοκύριακο να δω την ΑΕΚ να παίζει με τον ΠΑΟΚ, όμως το ματς δεν έγινε. Πόσο τυχερός ήμουν... Ήρθα για πέντε μέρες και το ματς δεν έγινε.

Και μετά ήρθα σε επαφή με κάποιους ανθρώπους. Γνώρισα κάποιους ανθρώπους. Είχα ένα τηλεφώνημα με τον Κώστα Κωνσταντινίδη και μετά συναντηθήκαμε ξανά. Έγινε απλά με το να είμαι εκεί. Όπως είπα και πριν, είναι θέμα timing. Το timing είναι τα πάντα στη ζωή. Σκέφτονταν τότε στην Ελλάδα να βρουν έναν νέο προπονητή. Έψαχναν προπονητή διότι ο προηγούμενος είχε φύγει και υπήρχαν τα φιλικά. Έρχονταν κάποια φιλικά. Υπήρχαν και κάποιες άλλες επιλογές, από τη Γερμανία εάν δεν κάνω λάθος. Ήμουν εδώ από σύμπτωση την κατάλληλη στιγμή και... μπουμ, ήρθε αυτό».

Πόσο σημαντικό ήταν το προηγούμενο πέρασμά σας από την Ελλάδα για εσάς;

«Ναι,ήταν σημαντικό για μένα. Με κάθε σεβασμό, σε κάθε χώρα για να δεχθείς να αναλάβεις μία Εθνική πρέπει να έχεις μελετήσει πολύ. Να είσαι πολύ... διαβασμένος. Πολύ. Ναι εδώ ήταν πιο εύκολο για εμένα. Εκτός από τους πολύ νέους σε ηλικία παίκτες ήξερα όλους τους άλλους ποδοσφαιριστές».

Ποια η σύνδεσή σας με τη χώρα μας;

«Είναι το πάθος. Οι Ελληνες φίλαθλοι είναι παθιασμένοι. Και εγώ είμαι έτσι και δεν χρειάζεται να προσποιείσαι ή να παίζεις κάποιον ρόλο. Εγώ έτσι είμαι. Με έχουν δει με την ΑΕΚ. Με βλέπουν και τώρα. Όταν είμαι στο παιχνίδι είναι σαν να παίζω το παιχνίδι. Είμαι εκεί.

Είμαι σωματικά εκεί. Δεν έχω τη μπάλα αλλά είναι σαν παίζω. Έτσι είμαι εγώ. Έτσι ήμουν ως παίκτης και έτσι είμαι ως προπονητής. Και νομίζω πως στην Ελλάδα υπάρχουν ομοιότητες με μένα κατά κάποιον τρόπο στους ανθρώπους».

«Το πιο σημαντικό είναι να πείσεις τους παίκτες και να συνδεθείς μαζί τους. Δεν κρύβω τίποτα, είμαι εγώ, και αυτό νομίζω είναι καλό».

A show poster for Kellar
A show poster for Kellar

Πώς είναι για εσάς αυτό το ξεκίνημα στην Εθνική Ελλάδας;

«Συνεχίζω να μαθαίνω. Είμαι προπονητής ποδοσφαίρου και είναι μία πρόκληση για μένα το να αναλύω. Να μιλάς με τους ανθρώπους και να αναλύεις. Και μετά έχεις τρεις μέρες τρέλας. Οπότε, ακόμα μαθαίνω.

Κατά δεύτερον το πιο σημαντικό είναι να πείσεις τους παίκτες και να συνδεθείς μαζί τους. Πολύ σημαντικό. Προσπαθήσαμε να απλοποιήσουμε τα πράγματα. Στο ποδόσφαιρο μπορείς να μιλάς για 10 ώρες. Για όταν παίρνεις τη μπάλα εκεί και αυτό και αυτό... Και να μιλάς.

Και μετά αρχίζει το παιχνίδι και σκοράρουν οι αντίπαλοι. Ε, ό,τι έχεις πει έχει πάει... περίπατο. Και μετά θα πρέπει να ισοφαρίσεις.

Οπότε η κεντρική μας ιδέα ήταν να κάνουμε απλά τα πράγματα και να πείσουμε τους παίκτες, να συνδεθούμε μαζί τους και να δούμε εάν το κάνουν όλο αυτό. Έτσι δείχνεις και το εάν είσαι πιο καλός προπονητής ή χειρότερος. Κάποιες φορές δουλεύεις πολύ γρήγορα. Κάποιες άλλες φορές χρειάζεσαι τρεις μήνες. Κάποιες φορές δεν συμβαίνει τίποτα απ΄ αυτά και φεύγεις. Να δώσω ένα παράδειγμα. Ο Ρανιέρι πήρε την Premier League. Εδώ στην Ελλάδα όμως δεν τα κατάφερε.

Θα πει κανείς ότι είναι κακός προπονητής; Είναι το timing και η σύνδεση και η δουλειά. Είμαι πολύ ικανοποιημένος και χαρούμενος. Κάναμε αυτή τη σύνδεση που θέλαμε γρήγορα με τους παίκτες».

Ήταν και η πρώτη φορά μετά από πολύ καιρό και ενδεχομένως και η πρώτη φορά που σε δέκα ημέρες η Εθνική είχε τέσσερα ματς. Πως ήταν αυτό για εσάς;

«Ναι, ήταν η πρώτη φορά (σε πολλά χρόνια) που παίζαμε τόσα παιχνίδια σε τόσο μικρό διάστημα. Θα σας πω την κατάσταση και έχει ενδιαφέρον. Εάν μου συνέβαινε αυτό πριν από 10 με 15 χρόνια η απάντησή μου θα ήταν τελείως διαφορετική.

Και αυτό διότι ήμουν ένας νέος προπονητής τότε. Τώρα μπορώ να πω τα εξής. Όταν παίζαμε με τη Βόρεια Ιρλανδία ζητούμενο ήταν να ξεκινήσουμε καλά. Αυτές ήταν οι συζητήσεις. Διότι όπως ξέρετε είναι η Εθνική. Νικήσαμε.

Και μετά πήγαμε στο 2ο παιχνίδι και η συζήτηση ήταν πως δεν είχαμε νικήσει σε 2 σερί ματς σε ενδιάμεση φάση. Είχαμε να το κάνουμε τόσα χρόνια. Νικήσαμε.

Μετά ειπώθηκε πως δεν σκοράρουμε πάνω από ένα γκολ. Αυτό ήταν το... δράμα πριν την Κύπρο. Αυτό το 1-0. Αυτός ο προπονητής είναι του 1-0. ΟΚ λοιπόν, 3-0 λοιπόν (με την Κύπρο). Μετά είπαν πως ποτέ δεν έχουμε νικήσει το Κόσοβο εντός έδρας. Και σκέφτομαι γιατί πάντα κοιτάμε την αρνητική, την κακή πλευρά; Μετά να σπάσουμε τα ρεκόρ. Εγώ εάν ήμουν 10-15 χρόνια νεότερος θα έλεγα 'τι συμβαίνει εδώ, γιατί είναι όλα τόσο αρνητικά;'

Τώρα είμαι πιο έμπειρος. Ξέρω για το Κόσοβο. Μου τα είχαν πει. Τώρα είμαι έτοιμος για τον Σεπτέμβριο.

'Ναι, κόουτς αλλά την τελευταία φορά που νικήσαμε σε 5 σερί ματς ήταν το 199... μπλα μπλα μπλα'. Κοιτάξτε. Είμαι ρεαλιστής. Σας το υπόσχομαι. Αυτό σημαίνει πως όταν θέλω να προπονήσω είναι όπως είχα πει στον εαυτό μου όταν ήμουν στην Αγγλία. Δεν έχω καμία ελπίδα να πάω στη Premier. Ίσως έχω για τη Championship. Αυτό ήταν ρεαλιστικό. Μετά δεν είχα πιθανότητα για τη Championship. Έπρεπε να βρεθώ στη League One.

Δεν φοβήθηκα. Είπα στον εαυτό μου ότι εάν δεν μπορώ να βρεθώ εκεί, ας βρεθώ εδώ. Και μετά πήγα στη Premier League. Ρεαλιστής. Δεν είπα από την αρχή 'θέλω να πάω στη Τσέλσι και την Premier'. Όχι. Είναι το ίδιο ακριβώς εδώ. Είμαι ρεαλιστής.

Είμαστε καλοί αυτή τη στιγμή αλλά πρέπει να βελτιωθούμε δραστικά διότι θα γίνεται όλο και πιο δύσκολο. Διότι τώρα ο κόσμος θα μας προσέχει. Θα πρέπει να δούμε αν είναι ρεαλιστικά και αυτά που ζητάμε. Αν είναι ρεαλιστικοί οι στόχοι μας. Όταν ανέλαβα τη δουλειά εκείνο το πρωινό η ερώτηση ήταν για το εάν ήταν μεγάλο το ρίσκο για μένα. Το σκέφτηκα και λέω ΄να δω την ομάδα και τους παίκτες, να δω αυτό που έρχεται' και μετά είπα 'μου αρέσει'!

Αναλαμβάνω την πρόκληση. Δεν ήξερα ότι θα κάναμε 4 νίκες. Δεν είμαι μάγος. Ο κόσμος ρωτούσε πόσους πόντους θα μαζέψουμε κόουτς: 9, 10; Δώδεκα λοιπόν! Προσπάθησα να βοηθήσω. Όλοι οι άνθρωποι γύρω από τους παίκτες προσπάθησαν να δώσουν ό,τι μπορούσαν για να αποδώσουν, να είστε σίγουροι γι' αυτό. Οι παίκτες είναι το κλειδί. Ξέρω πως το κεντρικό πρόσωπο μπορεί να θεωρείται ο προπονητής, όμως οι παίκτες είναι το κλειδί. Εάν ο Μπακασέτας κάνει το σουτ και η μπάλα πάει στη γωνία και είναι γκολ τότε είμαι ένας καλός προπονητής. Εάν η μπάλα βρει το δοκάρι και φύγει έξω είμαι 'έτσι και έτσι'. Η κεντρική ιδέα λοιπόν είναι πως το πιο σημαντικό πράγμα είναι οι παίκτες. Ως παίκτης στο παρελθόν το ξέρω αυτό και τώρα είμαι προπονητής. Και όταν συνδεθείς με τους παίκτες έχεις πιο καλές πιθανότητες».

Η λατρεία στην πίεση και οι «φωνές» της μαμάς Πογιέτ επειδή έβριζε στον πάγκο του!

Μιλώντας για την Εθνική το αναλύουμε τόσο λόγω της μεγάλης πίεσης που υπάρχει.

«Πρώτον, λατρεύω την πίεση. Χωρίς πίεση δεν μπορώ να δουλέψω. Δεύτερον δεν θα μιλήσω για το παρελθόν της Εθνικής, διότι είναι πιο καλά αυτά να μην λέγονται δημόσια. Έχω την άποψή μου αλλά μέχρι εκεί.

Αυτό που προσπαθώ εγώ είναι να υπάρχει βελτίωση. Ας προσθέσουμε πράγματα. Έστω λίγα πράγματα. Όλα αυτά για να γίνουμε πιο καλοί. Και ξεχάστε το τι είχε συμβεί το 2004 με κάθε σεβασμό φυσικά.

Ξεχάστε και το 2014 και το τι μπορεί να έγινε σε μία δεκαετία. Το ποδόσφαιρο έχει αλλάξει δραστικά και σε μεγάλο βαθμό φτάνοντας στο σήμερα. Μιλάμε για άλλη τεχνολογία παντού. Εντελώς διαφορετικά τα πράγματα.

Ας μην λέμε λοιπόν να κάνουμε τα πράγματα όπως τα κάναμε το 2003 ή όπως το 2019. Εγώ λέω ας γίνουμε καλύτεροι. Ας γίνουμε λίγο πιο καλοί. Ό,τι πρέπει να βελτιώσουμε να το βελτιώσουμε. Ας βελτιωθούμε.

Διότι όποια βελτίωση έρθει πρώτον θα είναι καλή για τους παίκτες, που θα είναι καλύτερα προετοιμασμένοι, θα μας εκπροσωπούν πιο καλά και θα έτοιμοι για αυτά που θα έρθουν και για ότι συμβεί. Σε 2 χρόνια ή σε 5 χρόνια ο επόμενος προπονητής να βρει την ομάδα σε πιο καλή θέση. Αυτό μου αρέσει εμένα. Να βρίσκω τις ομάδες σε πιο καλή κατάσταση από αυτήν που τις βρήκα. Τα έχω βρει ΟΚ τα πράγματα. Δεν έχω κανένα παράπονο. Θέλω να υπάρχει βελτίωση. Είναι κάτι σημαντικό».

Μυστικό για τις νίκες υπάρχει και εάν ναι ποιο είναι;

«Η σύνδεση και η χημεία με τους παίκτες. 100%. Ξεχάστε οτιδήποτε άλλο».

Τι θεωρείτε πως έλειπε στην Ελλάδα τα προηγούμενα χρόνια και τι χρειάζεται για τη συνέχεια;

«Θα το επαναλάβω. Ξεχάστε το παρελθόν. Θα πω για την Εθνική της χώρας μου. Πήρε το Μουντιάλ το 1930 και το 1950. Και μετά σε κάθε τουρνουά ήταν σαν να έπρεπε να νικάμε διότι πήραμε τον τίτλο το 1930. Μιλάμε για το 1930 και το 1950. Τι λέμε τώρα; Τι συζητάμε; Έπαιζα στην Εθνική το 1993. Οπότε η κατάσταση είναι ως εξής: την ιστορία πρέπει να την έχουμε και να τη δεχόμαστε και να τη θυμόμαστε.

Είμαι σίγουρος ότι θυμάστε που ήσασταν στο Euro 2004. Όπως εγώ θυμάμαι τόσα πράγματα που έχει κάνει η Ουρουγουάη. Όμως εγώ είμαι άνθρωπος που κοιτάζω μπροστά. Θέλω να βελτιώνομαι.

Πραγματικά περιμένω το παιχνίδι με τη Βόρεια Ιρλανδία σε ένα γεμάτο γήπεδο. Πρέπει να επιλέξουμε ένα γήπεδο που θα νιώθουμε την έδρα. Που θα είναι όπως ακριβώς το πιστεύουν εκτός Ελλάδας. Όπως θα περίμεναν έναν αγώνα με την Ελλάδα. Εάν είσαι στην Αγγλία και στην Ισπανία και λες 'παίζουμε στην Ελλάδα, ουάου'. Θα περιμένουμε γεμάτο γήπεδο και με πίεση. Που θα είναι ένα παιχνίδι όπως πρέπει. Αυτό είναι που θέλω τον Σεπτέμβριο και γι' αυτό θέλουμε το κατάλληλο γήπεδο (μέρος). Το κατάλληλο στάδιο και να είναι γεμάτο. Να διατηρήσουμε αυτό τον δεσμό που δημιουργήσαμε με τον κόσμο μας σε αυτά τα τέσσερα παιχνίδια».

Με αφορμή τα όσα είχε πει για εσάς ο Ραχμνάνι είχατε μιλήσει για εσάς, λέγοντας πως είστε παλαιάς σχολής. Τι σημαίνει πρακτικά αυτό για εσάς;

«Όταν παίζεις σε ένα άθλημα όπως είναι το ποδόσφαιρο που έχει τόσο πολύ την επαφή και τόσες πολλές κουβέντες και τόσες αντιδράσεις οι άνθρωποι μιλάνε. Είσαι εκεί και δίνεις τη... μάχη σου για να νικήσεις. Και μετά το παιχνίδι τελειώνει. Μην πηγαίνεις πίσω στον χρόνο και κάνεις σαν παιδί.

'Όχι μου είπε αυτό και μου είπε το άλλο'... Και μετά ποιος πιστεύει ποιόν... Δεν έχω ανάγκη κανένας να πιστέψει το οτιδήποτε.

Το μόνο που θέλω είναι να παίξω το παιχνίδι. Αυτό ήταν το μήνυμά μου. Ας παίξουμε το παιχνίδι. Έντεκα με έντεκα. Αυτό το έξω από το γήπεδο είναι έξω από το γήπεδο. Έξω είναι η Αστυνομία. Έξω είναι η Κυβέρνηση. Έξω είναι οι άνθρωποι της ασφαλείας.

Έντεκα με έντεκα λοιπόν. Δεν υπήρχε πρόβλημα εκεί. Οπότε μετά το τι είπα και το τι είπε... Τώρα πρέπει και να προσέχουμε με τις κάμερες και τα μικρόφωνα.

Θα σας πω μία ιστορία. Όταν άρχισα να προπονώ στη Premier League με πήρε τηλέφωνο η μητέρα μου από την Ουρουγουάη. Μου είπε 'μπορείς να σταματήσεις να βρίζεις;'. Της είπα 'πώς το ξέρεις;'. Έχεις μία κάμερα και ένα μικρόφωνο δίπλα σου και ακούγονται τα πάντα. Έλεγα διάφορα στα ισπανικά και η μαμά μου τα άκουγε στην Ουρουγουάη διότι έβλεπε το παιχνίδι. Και της είπα 'οκ μαμά, συγγνώμη'.

Όταν είσαι εκεί, είσαι εκεί. Δεν είναι ότι αυτά που λες είναι για να προσβάλλεις. Μερικές φορές στην Ουρουγουάη λέμε πράγματα πάνω στην ένταση της στιγμής κα του αγώνα. Θέλω να είμαι ειλικρινής. Έτσι το ζω το ποδόσφαιρο και έτσι θέλω να το ζω. Σέβομαι τους άλλους. Θέλουν να μιλάνε; Ας μιλάνε.

Θες να πεις το τι σου είπα ή το τι νομίζεις πως σου είπα. Το είπες. Είναι ο τρόπος σου. Για μένα αυτό είναι παιδιάστικο. Οι άνδρες παίζουν το παιχνίδι, το τελειώνουν και τα λένε μετά.

Στην Αγγλία το κατάλαβα αυτό διότι είχα αρκετά 'τρελά' ματς. Θα σας πω για μένα. Είχα αποβληθεί στο παιχνίδι με τη Χαλ (με τη Σάντερλαντ). Ήταν απλό.

Δεν έκανα τίποτα κακό εκτός από το να κλωτσήσω το δικό μου μικρό ψυγείο με τα νερά. Το κλώτσησα, έπεσε και τα νερά βρέθηκαν έξω. Με απέβαλαν αλλά φάνηκε σαν να να υπήρχε ένταση με τον άλλον προπονητή, τον Στιβ Μπρους. Ήμουν κάπως. Μετά τον αγώνα ήρθε να με δει. Και του λέω 'δεσμεύομαι προσωπικά και σου υπόσχομαι πως δεν είπα τίποτα για σένα'. Και μου είπε 'έλα να πιούμε ένα ποτό μαζί'. Στην Αγγλία οι προπονητές κάνουν παρέα. Και έτσι πήγα και ήπιαμε μαζί ποτό. Ο,τι να ειπώθηκε τότε ή ότι και να είπα στο γήπεδο τελείωσε. Διότι αυτό είναι το ποδόσφαιρο.

Όταν ήμουν στην Ισπανία έχω ακούσει τα... πάντα προερχόμενος από τη Λατινική Αμερική και έχω πει τα πάντα. Κανένα πρόβλημα. Και μετά είχα γνωρίσει κάποιον που μου είχε πει 'ήσουν φριχτός στο γήπεδο, πάντα μιλούσες'. Το ξέρω. Έτσι είμαι εγώ».

Ο Μπάλντοκ, η πιο δύσκολη στιγμή με τον Λημνιό, το νέο προπονητικό κέντρο και η επιθυμία για "καυτή" έδρα

Κεφάλαιο Μπάλντοκ. Υπάρχουν άλλες περιπτώσεις παικτών με ελληνικές ρίζες που παρακολουθείτε;

«Είναι κάτι που το τσεκάρουμε. Το βλέπουμε. Αυτή τη στιγμή δεν είναι σε αυτό το επίπεδο όμως στο μέλλον πιθανότατα ναι.

Κοιτάμε 2 με 3 περιπτώσεις. Νομίζω έχει σημασία το τι ακούς από την άλλη πλευρά. Δεν είναι μία διαδικασία του στιλ να πας και να ψάχνεις ελληνικά ονόματα σε όλον τον κόσμο. Α, έχεις ελληνικό όνομα από την Αυστραλία και έρχεσαι δηλαδή.

Όταν μίλησα με τον Τζορτζ και άκουσα αυτό το 'θέλω να έρθω εκεί και να παίξω', το αισθάνεσαι. Και μετά είπα 'τον θέλω αυτόν τον παίκτη'. Τον ήξερα ως παίκτη. Όταν μου έδειξε αυτή την αφοσίωση λέω εδώ έχουμε κάτι. Το έδειξε αυτό και ειδικά με το Κόσοβο».

Είναι μεγάλη η λίστα με τους υποψήφιους διεθνείς;

«Ναι, λοιπόν, ξέρω μερικούς. Το πρόβλημα είναι πως έχουμε μεγάλη λίστα. Μία λίστα με 50 παίκτες με δυνατότητα να παίξουν (ή να κληθούν). Το πρόβλημα έχει να κάνει με το ότι πρέπει να καλέσω 25, 26 ή 27 παίκτες.

Υπάρχουν κάποιοι που δεν είναι έτοιμοι και κάποιοι στο τέλος της καριέρας τους. Όμως είναι όλοι εκεί γιατί αυτό μπορεί να αλλάξει από τη μία στιγμή στην άλλη. Κοιτάξτε, έχουμε το παράδειγμα του 'Λίμι' (εννοεί τον Λημνιό). Ήμασταν τόσο στεναχωρημένοι που τραυματίστηκε. Ήταν από τους κορυφαίους παίκτες μας. Ήταν εξαιρετικός. Και στην καλύτερή του στιγμή που σκόραρε τραυματίστηκε. Οπότε τώρα θα πρέπει να βρούμε λύση.

Ευτυχώς τώρα πιθανότατα γυρίζει ο Πέλκας. Θα έχουμε ξανά μαζί μας. Πάντα όμως κοιτάζουμε».

Ήταν η στιγμή με τον Λημνιό η δυσκολότερη που είχατε στην Εθνική;

«Ήταν μία στενάχωρη και δύσκολη στιγμή. Την επόμενη ημέρα αλλάξαμε την προπόνηση. Προσπαθήσαμε να την κάνουμε πιο διασκεδαστική για να ανεβάσουμε ξανά το ηθικό της ομάδας.

Ήταν τρία παιχνίδια που είχαμε νικήσει και χωρίς να είχαμε δεχθεί γκολ και ήταν σαν να είχαμε... πεθάνει ψυχολογικά. Και την τελευταία μέρα αλλάξαμε την προπόνηση. Ξέρετε όμως το τι μας βοήθησε; Ότι ο 'Λίμι' έμεινε.

Ζήτησε να μείνει μαζί μας μέχρι την Κυριακή. Έμεινε και ήταν τόσο θετικός. Με τον 'Λίμι' να είναι χαμογελαστός και ενώ αλλάξαμε την προπόνηση άρχισαν τα πράγματα να δείχνουν πάλι κανονικά. Για δύο μέρες ήταν δύσκολα τα πράγματα. Εκείνο το βράδυ ήταν η εικόνα του 'Λίμι' που ήρθε με με τις πατερίτσες στο εστιατόριο της ομάδας.

Από το ασθενοφόρο με τις πατερίτσες και ήμασταν όλοι έτσι και κοιτάζαμε. Και μετά κάποιος χειροκρότησε και όλοι σηκωθήκαμε όρθιοι (αναστέναξε). Δύσκολο. Τον είχα αυτόν τον τραυματισμό. Ήταν δύσκολο. Την επόμενη μέρα με ρώτησε εάν μπορεί να μείνει και του είπα φυσικά. Τον ευχαρίστησα και ήρθε στην προπόνηση. Κάθε μέρα ερχόταν στην προπόνηση με τις πατερίτσες.

Ναι, ήταν η πιο δύσκολη στιγμή. Διότι άρχισαν και οι συζητήσεις γιατί αυτό έγινε τώρα. Μήπως είναι ένα σημάδι. Μήπως τα πράγματα είναι αρνητικά. Και είπα εγώ μισό λεπτό, αυτό είναι το ποδόσφαιρο. Είναι ένας τραυματισμός. Ας διαχωρίζουμε τα πιστεύω του καθενός, που τα σέβομαι, από το ποδόσφαιρο. Να διασφαλίσουμε πως όλοι είναι στο σημείο που πρέπει. Να έχουν τη συναισθηματική κατάσταση που πρέπει και να παίξουμε το παιχνίδι».

Μετά τη 2η νίκη με το Κόσοβο ποιά ήταν τα συναισθήματά σας;

«Περήφανος. Πολύ περήφανος. Ήμουν πραγματικά πολύ περήφανος και ήθελα οι παίκτες να το νιώσουν αυτό. Ζήτησα αυτήν την καλή χημεία. Να νικήσουμε αυτά τα παιχνίδια.

Νικήσαμε τέσσερις αγώνες στη σειρά και ήδη περάσαμε και χωρίς να περιμένουμε τα δύο τελευταία παιχνίδια. Ήταν η στιγμή για να είμαι περήφανος. Αυτό είναι και το συναίσθημα που θέλω οι παίκτες να έχουν παίζοντας για τη χώρα τους. Διότι αυτός είναι ο τρόπος που εκπροσωπείς τους ανθρώπους σου. Και όταν τους εκπροσωπείς και νικάς πρέπει να το νιώθεις.

Νομίζω πως μπορούμε να επαναφέρουμε τον κόσμο που χάσαμε και προσωπικά το προσπαθώ και θα το προσπαθώ κάθε μέρα. Δεν θα ζητήσω κάτι άλλη φορά. Ζήτησα μία φορά από τον κόσμο να έρθει στο γήπεδο λέγοντας 'σας παρακαλώ ελάτε να μας βοηθήσετε'. Θεώρησα πως ήταν η σωστή στιγμή. Τώρα θέλω να υπάρξει αυτή η φυσική σύνδεση. Να γίνει από μόνο του.

Νομίζω πως το πρώτο βήμα έγινε και τους δείξαμε το τι σημαίνουν για εμάς. Το τι είναι να παίζουμε και να νικάμε. Νομίζω πως αυτή τη χημεία, αυτό το δέσιμο, πρέπει να το έχουμε πάλι τον Σεπτέμβριο. Νομίζω ότι είναι πολύ σημαντικό».

Με δεδομένο πως τα εισιτήρια στο Πανθεσσαλικό στο παιχνίδι με το Κόσοβο είχαν εξαντληθεί θεωρείτε πως θα ήταν προτιμότερο η Ελλάδα να αγωνίζεται εκτός Αθηνών;

«Όχι. Νομίζω πως μπορούμε να παίξουμε οπουδήποτε είναι ένα γήπεδο μικρό και με την εξέδρα κοντά στον αγωνιστικό χώρο. Και να είναι γεμάτο. Να χωράει μάξιμουμ 25.000 κόσμο. Να νιώθουμε το γήπεδο.

Τα προηγούμενα χρόνια δεν είχαμε κόσμο και τώρα πήγαμε στις 15.000 με 16.000. Μπορούμε παραπάνω, οπότε θέλουμε ένα γήπεδο με 20.000. Διαλέξτε εσείς το γήπεδο. Ο κόσμος μου λέει «α, θέλεις να παίξεις σε ένα γήπεδο σαν του Παναθηναϊκού». Ναι θέλω. Δεν το κρύβω. Είχε μιλήσει και ο πρόεδρος για αυτό. Μπορούμε να παίξουμε στην Κρήτη, εάν το εγκρίνει η UEFA με γεμάτο γήπεδο; ΟΚ. Μπορούμε να παίξουμε στην έδρα του Άρη; Με γεμάτο γήπεδο. Ακόμα κι εάν ο Άρης δεν έχει Έλληνες παίκτες στο ελληνικό πρωτάθλημα. Το ξέρω αυτό. Δεν με αφορά και δεν με ενδιαφέρει. Εκεί δεν θα είναι ο Άρης. Θα είναι η Ελλάδα. Με αυτόν τον τρόπο θα κάνουμε τα πράγματα πιο εύκολα για εμάς και πιο δύσκολα για τον αντίπαλο.

Όταν βγήκαμε για το ζέσταμα με το Κόσοβο ήταν δύσκολο για τους αντιπάλους. Ο κόσμος ήταν εκεί. Από πάνω από την ομάδα. Είμαστε άνθρωποι. Δεν χρειάζεται να είμαστε όλοι machos (η ισπανική λέξη για τον σκληρό). Είμαστε όλοι διαφορετικοί. Κάποιοι δυναμώνουν με τις αποδοκιμασίες. Κάποιοι γίνονται νευρικοί. Είναι λογικό. Ή να φοβούνται. Ναι είναι λογικό.

Είναι φυσιολογικό. Θέλω όταν οι αντίπαλοι έρχονται να παίξουν εδώ να το σκέφτονται: 'οο πάμε να παίξουμε στην Ελλάδα. Θα είναι δύσκολα'. Αυτό το συναίσθημα θέλω. Μπορείτε να ρωτήσετε τους Αυστραλούς. Όταν πήγαν να παίξουν με τους Ουρουγουανούς για πρώτη φορά για το Παγκόσμιο το 2001 σκέφτηκαν 'ΟΚ, θα πάμε στην Ουρουγουάη, έχει 3 εκατ. κόσμο'. Ηττήθηκαν με 3-0 και τα... λέμε μετά. Πηγαίνετε στην Αυστραλία. Τη 2η φορά που πήγαν ήταν προετοιμασμένοι.

Πήγαν στην Αργεντινή αντί για την Ουρουγουάη. Πέταξαν από εκεί διότι είναι μισή ώρα πτήση. Το έμαθαν το μάθημά τους. Θέλω να έρχονται εδώ οι αντίπαλοι και να καταλάβουν πως θα είναι δύσκολα τα πράγματα. Δύσκολα δεν σημαίνει τρελά πράγματα. Η στήριξη και οι αποδοκιμασίες στον αντίπαλο.

Αυτό είναι σημαντικό για μένα. Όταν έχεις να χτυπήσεις ένα κόρνερ να είναι σαν έχεις κερδίσει πέναλτι! Να το νιώθει αυτό ο αντίπαλος. Νομίζω πως μπορούμε να το δημιουργήσουμε αυτό. Διότι αυτή είναι η Ελλάδα. Αυτή είναι η Ελλάδα που ήξερα όταν ήμουν με την ΑΕΚ και έπαιζα με Ολυμπιακό, Παναθηναϊκό και ΠΑΟΚ. Ήταν όπως πρέπει. Ας το κάνουμε να συμβεί».

Το τελευταίο διάστημα έχει ξεκινήσει η συζήτηση για το προπονητικό κέντρο της Εθνικής. Πως νιώθετε για αυτό;

«Ευχαριστώ Θεέ μου! Πολύ σημαντικό. Στο παιχνίδι είναι 11 εναντίον 11 αλλά πριν από αυτό υπάρχει προετοιμασία. Ακούστε... Τώρα δεν ξέρω το τι θα συμβεί με την Αγγλία. Η Αγγλία είναι σε πολύ δύσκολη θέση μετά από το απογοητευτικό της αποτέλεσμα με την Ουγγαρία, θα υποβιβαστεί.

Και εμείς ανεβαίνουμε. Και ίσως στο επόμενο Nations League παίξουμε ο ένας με τον άλλον. Έχετε δει το St. George's Park;

Παίζουμε με τις ίδιες συνθήκες; Λοιπόν σιγά σιγά, δεν λέω να γίνει αύριο, θα πρέπει να στοχεύσουμε στο να έχουμε κάτι καλύτερο. Ας γίνουμε καλύτεροι βήμα με βήμα. Ότι μπορούμε να το πετύχουμε. Διότι οι παίκτες θα λατρεύουν να πάνε σε ένα τέτοιο προπονητικό και να μένουν εκεί. Τα λέω σαν είναι να μείνω εδώ 10 χρόνια, όμως το κάνουν τώρα σε επίπεδο Ακαδημιών στην Αγγλία που βλέπουν την ποιότητα της πρώτης ομάδας και θέλουν να πάνε εκεί. Σου λέει δες τα αποδυτήρια, δες το γήπεδο και σου λέει θέλω να παίξω εκεί. Στην Αγγλία υπάρχει αυτή η απόκλιση σε θέματα ποιότητας από κάτω προς τα πάνω για να θέλει ο παίκτης να πάει στην πιο καλή ποιότητα. Ναι, είναι οικονομικό το θέμα. Μόλις έμαθα πως πήραμε χρήματα μετά από πολλά χρόνια (σε επίπεδο Εθνικής εννοεί που πήγαν στην Ομοσπονδία). Πήραμε χρήματα από την UEFA. Αυτό είναι πολύ σημαντικό. Ελπίζω να είμαι μέρος αυτής της διαδικασίας και να τα κάνουμε όλα σωστά. Θα μου αρέσει πολύ να βοηθήσω στο να αποκτήσουμε το δικό μας προπονητικό κέντρο, διότι θα είναι κάτι πολύ μεγάλο».

Η συνέχεια για την Εθνική μας ομάδα τι περιλαμβάνει;

«Θα πρέπει να διασφαλίσουμε τα κεκτημένα μας στο γκρουπ και μετά να βρούμε δυνατά φιλικά. Δεν θα είμαστε στο Μουντιάλ οπότε όλοι θα θέλουμε να παίξουν μαζί μας και μετά πρέπει να ετοιμαστούμε για το EURO 2024 και να βρούμε το momentum. Ελπίζω να έχουμε μία καλή κλήρωση. Θα είναι μία δύσκολη μέρα για μένα.

Είχα δύο κληρώσεις στη Λατινική Αμερική. Μία στο Κόπα Λιμπερταδόρες σε επίπεδο ομίλου. Ήταν ΟΚ. Ήμασταν τυχεροί. Και μετά όταν πήγαμε στη φάση των '16' πέσαμε πάνω στην πρωταθλήτρια Παλμέιρας. Και κατέκτησε το τρόπαιο. Χάσαμε τα δύο ματς με 1-0 αλλά είναι κάτι που σου τα αλλάζει όλα. Είναι μεγάλη η διαφορά. Όταν πέφτεις πάνω στην Παλμέιρας είναι σαν να πέφτεις... νοκ άουτ».

Έχει μπει ποτέ στο μυαλό σας το να διεκδικείτε τρόπαιο με την Εθνική μας ομάδα;

«Είναι κάτι που το σκέφτεσαι όταν πηγαίνεις για ύπνο. Πάντα σκέφτομαι τους πανηγυρισμούς. Αυτοί οι πανηγυρισμοί με έκαναν οπαδό της Σαραγόσα για πάντα. Οπαδό της για μία ζωή. Και οπαδό της Τσέλσι για πάντα.

Οι πανηγυρισμοί ενώνουν τον κόσμο και έρχονται όταν νικάς. Δεν μπορώ να υποσχεθώ κάτι και είναι πολύ δύσκολο. Ο Γκουαρδιόλα είχε πει μία μέρα: 'Το φυσιολογικό είναι να χάνεις. Το δύσκολο είναι η νίκη'. Δεν θέλω να φτιάξω τέτοια εικόνα και τέτοια προοπτική. Θέλω να 'χτίσω' όμως κάτι. Πήρα την ομάδα στη θέση 55 και θέλω να την αφήσω σε πιο καλή θέση. Στο Νο54 μπορεί να λέμε ότι φαίνεται κάτι μικρό, αλλά θα είναι βελτίωση.

Εάν είναι το Νο 40 τότε μπορούμε να μιλήσουμε για κάτι. Μετά θέλουμε να βγουν μπροστά οι νέοι παίκτες.

Το ποδόσφαιρο σε διεθνές επίπεδο αλλάζει γρήγορα. Όταν είσαι 30 λες είμαι ΟΚ και μετά όταν είσαι 33 είναι το τελευταίο τουρνουά. Η νέα γενιά λοιπόν πρέπει να είναι αυτή που θέλουμε. Πρέπει να δούμε κάτι να συμβαίνει με την U21. Το βήμα από την U21 στην πρώτη ομάδα δεν είναι μεγάλο. Και όταν γίνει διαθέσιμος ο παίκτης, τότε είναι μεγάλο βήμα. Δεν με ενδιαφέρει η διαφορά στο σύστημα ή το στιλ. Μιλάω για βασικά πράγματα, όπως η νοοτροπία».

Γενικότερα έχουμε όμως νέους σε ηλικία παίκτες στην Εθνική.

«Είμαστε μία πολύ νεανική ομάδα. Λέω στον 'Τζάβε' (στον Τζαβέλλα) ότι ανεβάζει τον μέσο όρο (λόγω ηλικίας) που είναι 33. Τον λατρεύω. Είμαστε πολύ νέοι ως ομάδα. Πιο νέοι απ' όσο πιστεύει ο κόσμος. Όμως αυτό σημαίνει πως σε πέντε χρόνια από τώρα αυτοί οι παίκτες θα είναι σε τέλεια ηλικία. Εκεί στοχεύω.

Στους παίκτες που είναι 23 ετών σήμερα ή 25, 26 ή 27. Ο Χατζηδιάκος που είναι 25. Ο Τσιμίκας που είναι 26. Εκεί θα είναι η στιγμή μας. Θα είμαστε νέοι ακόμα αλλά θα έχουμε όση διεθνή εμπειρία χρειάζεται. Όταν είσαι πολύ μεγάλος ή πολύ νέος κάτι λείπει. Για μένα αυτό το ιδανικό θα είναι σε 4 χρόνια από τώρα».

Με τη δική σας ματιά υπάρχουν παίκτες - ηγέτες στην Εθνική ή όλα είναι θέμα συνόλου;

«Είναι όλη η ομάδα, όλο το σύνολο. Χρειάζεσαι ξεχωριστούς παίκτες. Χρειάζεσαι τον χαρακτήρα, την προσωπικότητα και τους ηγέτες. Χρειάζεσαι τους αρχηγούς, με τους οποίους μιλάω. Χρειάζεσαι και τους παίκτες που είναι σε πιο υψηλό επίπεδο. Είναι μία μείξη όλο αυτό. Είδα την αντίδραση των φιλάθλων στον Βόλο. Που είχαν τη δυνατότητα να δουν από κοντά τον Τσιμίκα. Ήταν η μέρα τους. Δύο κορίτσια πήγαν να βγάλουν φωτογραφία μαζί με τον Τσιμίκα και μετά με τον Πασχαλάκη. Ήταν το χαμόγελο και πόσο 'φώτισε' το πρόσωπό τους. Είχαν τη στιγμή τους. Ίσως να σκέφτηκαν πως δεν θα τους έβλεπαν ποτέ στη ζωή τους.

Και εμείς βρεθήκαμε εκεί. Στον Βόλο. Και είχαν την ευκαιρία τους. Ίσως ο 'Τσίμι' να μην το αντιλήφθηκε (υπό αυτήν την έννοια) διότι έχει 100 άτομα να πηγαίνουν πάνω του όλη την ώρα. Όμως εγώ που ήμουν στο λεωφορείο της ομάδας και είδα αυτήν την εικόνα λέω 'κοίτα αυτό, αυτό είναι το ποδόσφαιρο όπως το θέλουμε'.

Όταν έπαιζα στη Σαραγόσα η βάση των οπαδών δεν ήταν νεανική. Οι περισσότεροι ήταν πάνω από 30 ή πάνω από 40 ετών. Και επειδή πήραμε το Κύπελλο, τα νέα παιδιά άρχισαν να πηγαίνουν στο γήπεδο.

Πριν το 1995 στη Σαραγόσα τα παιδιά που έπαιζαν στα σχολεία είχαν φανέλες της Ρεάλ Μαδρίτης και της Μπαρτσελόνα. Πήραμε το Κύπελλο το 1995 και την επόμενη χρονιά όλοι φορούσαν φανέλα της Σαραγόσα. Οι νίκες ενώνουν τον κόσμο. Τους φέρνουν κοντά και φέρνουν άλλη νοοτροπία».

Συμφωνείτε με την άποψη ότι οι ελληνικές ομάδες πρέπει να έχουν πιο έντονο ελληνικό στοιχείο;

«Ναι, συμφωνώ 100%. Όμως είμαι όμως ένας ειλικρινής άνθρωπος. Σιχαίνομαι και μισώ τους υποκριτές. Εάν ήμουν προπονητής σε οπαιαδήποτε ομάδα στην Ελλάδα θα έβαζα τους καλύτερους μου παίκτες. Δεν έχει σημασία το πού έχεις γεννηθεί.

Συνεπώς, προσωπικά καταλαβαίνω και σέβομαι απόλυτα τις αποφάσεις των προπονητών. Δεν μπορείς να πεις 'να είσαι καλός με τον Πογιέτ και την Εθνική και να βάζεις Έλληνες παίκτες'. Δεν μπορείς να πεις 'να βάζεις Έλληνες γιατί ο Πογιέτ μπορεί να είναι ωραίος τύπος'. Πρέπει να παίρνεις νίκες. Οπότε οι ομάδες και οι προπονητές έχουν τους κανόνες τους.

Είναι ελεύθεροι να κάνουν ότι νομίζουν και τους αρέσει και το δέχομαι αυτό. Εάν μας... σκοτώνει αυτό ως ομάδα; Ναι μας... σκοτώνει. Διότι έχουμε ανάγκη οι νέοι παίκτες να παίζουν. Δεν ξέρω πώς θα μπορούσε να γίνει διότι υπάρχουν οι διεθνείς κανόνες και οι κανόνες της UEFA.

Το βασικό θέμα έχει να κάνει με τους προέδρους. Το να βρεθούν μαζί οι πρόεδροι και οι ιδιοκτήτες και να σκεφτούν όλοι μαζί το τι χρειαζόμαστε ως χώρα. Εάν τα βρουν, θα είμαι πολύ χαρούμενος. Εάν όχι, έτσι θα είναι η κατάσταση. Δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι για αυτό».

«Στην προπόνηση με τον γιο μου διαχωρίζω το επαγγελματικό από το προσωπικό, είναι δύσκολο όταν πρέπει να του πω κάτι έντονο αλλά του το λέω»

Περνάμε στον γιο σας. Τον έχετε μαζί σας στο τεχνικό επιτελείο. Πως είναι αυτή η συνεργασία;

«Είναι δύσκολο όταν πρέπει να του πω κάτι βαρύ και δυνατό. Διότι είναι το παιδί σου. Όμως του το λέω. Δεν έχει διαφορά. Δεν υπάρχει διαφορά όταν μιλάω στον βοηθό μου, Ζεράρ Νους, συγκρτικά με τον Ντιέγκο.

Εάν πρέπει να πω κάτι στον Ζεράρ, το λέω. Εάν πρέπει να πω το ίδιο στον Ντιέγκο θα του το πω. Υπάρχει μία διαφορά με μένα που μπορεί να είναι δύναμη. Ένα ατού. Δεν ξέρω εάν είναι όντως, αλλά διαχωρίζω το επαγγελματικό κομμάτι από το προσωπικό. Οταν ο Ντιέγκο κάνει κάτι άσχημο στην προπόνηση θα του το πω.

Θα του το πω με τον ίδιο τρόπο που θα το πω σε έναν παίκτη. Όσο άσχημα θα το έλεγα σε έναν παίκτη. Όμως μετά είμαι στο σπίτι μαζί του και είναι ο γιος μου. Και αυτό έχει τελειώσει.

Την επόμενη μέρα (το πρωί) στις 10 είμαι πάλι ο προπονητής και είσαι ο βοηθός μου. Το απόγευμα είσαι ο γιος μου. Διαχωρίζω με λογικό τρόπο τον επαγγελματία από την προσωπική σχέση, από το άτομο. Το ίδιο κάνω με τους παίκτες. Στις 10 είναι ο προπονητής. Εάν δω κάποιον παίκτη εδώ (στην καφετέρια) είμαστε δύο άνθρωποι. Δεν είμαι ο προπονητής εδώ και τους μιλάω με διαφορετικό τρόπο. Είμαστε άνθρωποι. Το διαχωρίζω το επαγγελματικό από το προσωπικό».

Είναι το ίδιο και για εκείνον;

«Το ίδιο είναι και για αυτόν. Ενοχλήθηκε μία φορά, εκνευρίστηκε μαζί μου αυτές τις ημέρες στην Εθνική διότι του είπα κάτι και μετά όταν μου απάντησε 'δεν μου το είπες' ήμουν έντονος! Όμως ξέρει πώς του το λέω διότι το χρειάζομαι αυτό. Όχι επειδή είμαι εναντίον του ή ότι έχω πρόβλημα μαζί του. Όταν είναι δουλειά, είναι δουλειά. Ήταν ένα πρόβλημα που είχαμε με τα γιλέκα της προπόνησης. Του είπα να πάει τα φέρει, τα έφερε και μετά κάποιος τα πήρε. Και μετά του λέω 'πού είναι τα γιλέκα;' και μου απαντά 'εδώ ήταν'.

Και μετά έφυγε τρέχοντας και γύρισε και του λέω 'μην συγχύζεσαι με μένα. Τα γ......α γιλέκα δεν είναι εδώ. Η ευθύνη σου είναι να βρίσκονταν εδώ'. Ενας από τους βοηθούς τα είδε και τα είχε πάει μέσα. ΟΚ ήταν άτυχος. Μετά πήγαμε να φάμε και είναι ο γιος μου. Δεν θα σταματήσω να του μιλάω δηλαδή για 4 ώρες επειδή έγινε αυτό. Το καταλαβαίνει αυτό διότι με ξέρει. Όσοι δεν με ξέρουν ίσως γίνονται λίγο οουυ, κάπως... Όχι αυτοί είναι οι κανόνες στη δουλειά και άλλοι κανόνες στη ζωή».

Αρα, το διαχωρίζετε το προσωπικό από το επαγγελματικό σκέλος και οι δύο.

«Ναι. Με τον Ντιέγκο είναι το εξής: πρέπει να έχεις γύρω σου άτομα που εμπιστεύεσαι. ΟΚ λοιπόν. Με το staff υπάρχουν άτομα που αρχίζουν να με μαθαίνουν τώρα όπως και εγώ αυτά. Με τον Ντιέγκο είναι απλό και γρήγορο όλο αυτό.

Το πόσο καλά γνωριζόμαστε. Είναι ψηλά και βλέπει το ματς. Είμαστε σε συνεχή επικοινωνία με τον Ζεράρ και μιλάμε τακτικά με τον Ντιέγκο και ξέρω πως είναι 100% όπως εγώ. Σαν να βλέπω εγώ το παιχνίδι από ψηλά.

Μπορώ να τον ρωτήσω οτιδήποτε. Μπορώ να του πω ποιός είναι κουρασμένος και να μου απαντήσει. Όχι σε φάση 'ίσως είναι αυτός'. Να είναι έτσι επειδή του αρέσει ένας παίκτης ή δεν του αρέσει. Σε όλους μας, μας αρέσουν κάποιοι παίκτες. Όχι. Μου λέει 'αυτός είναι κουρασμένος' και του λέω 'συμφωνώ'.

Διότι ξέρω και τον ρωτάω ενώ βλέπει από ψηλά. Και αυτό με βοηθάει στη λήψη των αποφάσεών μου. Εγώ τους ρωτάω όλους. Είμαι ανοιχτός στην επικοινωνία με όλους. Τηλεφωνώ στον Ζεράρ και του λέω 'τι γνώμη έχεις'; Μου δίνει τη δική του γνώμη και μετά μιλάω με τον Ντιέγκο.

Και μετά εγώ αποφασίζω. Είναι πιθανό να μην κάνω ότι θα έκαναν. Μπορώ να σας πω μία μικρή ιστορία για αυτό. Ρώτησα κάποιον εάν ο Χατζηγιοβάνης μπορεί να παίξει τα τελευταία 10 λεπτά με το Μαυροβούνιο ως δεξιός μπακ (έπαιζε δεξιός εξτρέμ). Δεν ήθελα να βάλω άλλον μπακ. Ήθελα να κάνω αυτό και είχα τον Κουλούρη επιθετικό. Και του λέω πως στην επίθεση θα παίζει εξτρέμ και πίσω ως μπακ. Ήμασταν μπροστά και ο άνθρωπος που ρώτησα μου είπε 'όχι δεν μπορεί να παίξει μπακ'.

Δύο λεπτά μετά είπα στον Χατζηγιοβάνη 'άλλαξε, μπαίνεις σε αυτή τη θέση του δεξιού μπακ'. Δεν σημαίνει πως επειδή μου είπες όχι θα συμφωνήσω μαζί σου. Σε ρώτησα τι πιστεύεις. Μετά παίρνω την απόφασή μου διότι μετά είμαι εγώ σε αυτό το χαρτί (εννοεί το χαρτί του αγώνα).

Αν ακούω τους συνεργάτες μου; Ναι, το κάνω. Θέλω την άποψή τους; Ναι. Ναι τη χρειάζομαι την άποψή τους. Τις πιο μεγάλες συζητήσεις μου για το ποδόσφαιρο τις είχα με τον προηγούμενο βοηθό μου, Μαουρίτσιο Ταρίκο. Πολύ μεγάλες. Ξέρετε πώς τελειώνουν; Δεν συμφωνούμε και συζητάμε κάτι άλλο!

Μπορούμε να μιλάμε για τρεις ημέρες και να μην συμφωνήσουμε. Είναι η διαφορά απόψεων. Όμως όλο αυτό με κάνει πιο καλό ως προπονητή. Το χρειάζομαι αυτό. Δεν χρειάζομαι άτομα να μου λένε 'ναι ναι ναι' όταν τους ρωτάω μήπως πρέπει να το αλλάξω αυτό ή κάτι άλλο. Στην Αγγλία τους λένε ή τους λέμε yesman. Μισώ τον yesman. Αυτό δεν σημαίνει πως πρέπει συνέχεια να μου λες όχι. Να είσαι ειλικρινής.

Πες το τι πιστεύεις. Είναι το καλύτερο που μπορείς να κάνεις. Το καλύτερο».

Οι γρήγορες απολύσεις των προπονητών στην Αγγλία, το γκολφ και ο Ρουντ Γκούλιτ

Υπάρχει, πλέον το φαινόμενο γρήγορης απόλυσης προπονητών και στην Αγγλία. Γιατί πιστεύετε ότι συμβαίνει αυτό;

«Δεν είναι εύκολο να πετύχεις. Εγώ θεωρώ πως όταν πηγαίνεις σε έναν σύλλογο πρέπει να βάζεις τη δική σου σφραγίδα στο πώς παίζει η ομάδα. Όποια είναι η ταυτότητα που θεωρείς ότι πρέπει να έχει.

Γι' αυτό χρειάζεσαι και τύχη. Οταν πήγα στη Μπράιτον έπρεπε να αποφύγουμε τον υποβιβασμό. Τα καταφέραμε. Την επόμενη σεζόν ξεκινήσαμε με συγκεκριμένο σύστημα και τρόπο παιχνιδιού και ήταν νομίζω στο ματς Νο7 ή Νο9 στη 2η σεζόν. Καθόμουν στον πάγκο σε εκτός έδρας ματς στο Πλίμουθ και είπα στον Ταρίκο, τον βοηθό μου, 'αυτό είναι'. Αυτό το κλικ. Και μετά εντός έδρας νικήσαμε στο τελευταίο λεπτό.

Χρειάζεσαι και τύχη. Νικήσαμε, αναρριχηθήκαμε στη βαθμολογία και μείναμε ψηλά όλη τη σεζόν. Οι παίκτες ήξεραν πια πώς να κινηθούν και πού να πιέσουν.

Αυτό ήταν. Ήταν Νοέμβριος του 2009. Ήταν ένας χρόνος εκεί. Στη Σάντερλαντ δεν είχα αυτόν τον χρόνο. Η Σάντερλαντ δεν είχε να κάνει με την ταυτότητα. Ήταν ή νικάς το Σάββατο ή πέφτεις. Δεν νικάς το άλλο Σάββατο και πάλι πέφτεις. Δεν έχει σημασία το πώς θα νικήσεις.

Σχεδίαζα να το κάνω αυτό τη δεύτερη σεζόν αλλά ήταν ένα δύσκολο καλοκαίρι. Νομίζω με την ΑΕΚ το πετύχαμε αυτό. Όταν έφυγα από την ΑΕΚ οι Γκάλο και Μπακάκης (οι δεξιοί μπακ) ήξεραν τον ρόλο τους. Οι κεντρικοί χαφ ήξεραν τον ρόλο τους, όπως και οι στόπερ. Ο Ντίντακ ήξερε τον ρόλο του. Ο Κολοβέτσιος και ο Λαμπρόπουλος. Ήταν ένα διάστημα επτά μηνών. Τώρα με την Εθνική θα πρέπει να περιμένεις δύο μήνες. Προσπαθούμε να διατηρήσουμε αυτά που κάνουμε. Τα βασικά».

Περνάμε στο κλείσιμο της συζήτησής μας με κάτι που αγαπάτε πολύ. Το γκολφ. Γιατί έτσι; Σας ηρεμεί το γκολφ;

«Όταν ήμουν στην Ουρουγουάη και την Ισπανία νόμιζα ότι το γκολφ είναι βαρετό. Ποτέ δεν είχα φανταστεί τον εαυτό μου να παίζει γκολφ. Είχα πάει στην Αγγλία και ήταν η πρώτη προετοιμασία μου με την Τσέλσι. Δεν μιλούσα αγγλικά.

Μπαίνω στο λεωφορείο της ομάδας και βλέπω τους παίκτες να έχουν τις τσάντες τους και μία τσάντα με τον εξοπλισμό για γκολφ. Και σκέφτομαι 'μα έχουμε προετοιμασία'.

Πηγαίνω στο πίσω μέρος του λεωφορείου και αρχίζω να παρατηρώ το τι γίνεται. Μιλούσα μόνο με τον Γάλλο χαφ Φρανκ Λεμπέφ γιατί μιλούσα γαλλικά. Και τον ρώτησα και μου απάντησε πως πηγαίνουμε σε ένα συγκρότημα εγκαταστάσεων στον αγγλικό Νότο και έχει γήπεδα γκολφ εκεί. Προπονηθήκαμε τις δύο πρώτες μέρες και την τρίτη ημέρα ο Γκούλιτ έδωσε off για το απόγευμα μετά την πρωινή προπόνηση. Φανταστείτε το τι έγινε στην προπόνηση. Οι παίκτες 'πέταγαν' και έκαναν τάκλιν διότι το απόγευμα δεν θα είχαμε προπόνηση.

Ήταν ένας άλλος πλανήτης για μένα διότι δεν μπορούσα να επικοινωνήσω. Έτρωγα με τον Νταν Πετρέσκου που μιλούσαμε σε μια... ειδική γλώσσα. Μία μίξη από ρουμάνικα, ιταλικά και ισπανικά. Ένας παίκτης σηκώνεται και φεύγει. Λέω 'αυτό ήταν κακό, περίμενε να τελειώσουμε το φαγητό'.

Μιλάω με τον Νταν με αυτή τη... διεθνή γλώσσα και του λέω 'τι γίνεται;' Μου λέει 'γκολφ'. Λέω 'όχι'. Και πάνε όλοι για γκολφ. Όχι ακριβώς όλοι. Και ο Γκούλιτ έπαιζε. Είναι ένας καλός γκόλφερ με 6 handicap. Ένας πολύ καλός γκόλφερ. Οπότε το ξεκίνησα αλλά μετά τραυματίστηκα. Όταν γύρισα είπα να δοκιμάσω ξανά.

Υπάρχει ένα θέμα στο γκολφ. Τη μέρα που θα χτυπήσεις σωστά το μπαλάκι, τη μέρα που θα πάει 240 γιάρδες, αυτή είναι η μέρα σου. Ναι είναι συνδυασμός υπομονής και ακρίβειας. Εγώ δεν είμαι πολύ καλός. Δεν μου αρέσει να προπονούμαι. Θέλει ώρες προπονήσεων. Ώρες και ώρες...

Εμένα με χαλαρώνει το γκολφ. Έχω έναν κανόνα. Όταν πηγαίνω για γκολφ, το κινητό κλείνει. Είναι αδιαπραγμάτευτο. Όταν είσαι σε μία ομάδα δεν μπορείς να κλείνεις το κινητό σου.

Το πιο σημαντικό είναι πως δεν μπορείς να παίξεις γκολφ όταν είσαι στο τηλέφωνο. Πρέπει να χαλαρώνεις και να παίξεις. Είμαι γρήγορος παίκτης εγώ. Δεν είμαι αργός. Λατρεύω την ιστορία του γκολφ».

Υπήρχε κάποια στιγμή που νιώσατε διαφορετικά με το γκολφ;

«Η καλύτερη στιγμή μου ήταν πήγα δύο φορές στο Σεντ Άντριους στη Σκωτία. Η καλύτερη μέρα της ζωής μου. Η ιστορία του χώρου αυτού είναι τρομερή. Πρέπει να παίξεις με τον βοηθό που εργάζεται εκεί. Να σου κουβαλάει τη τσάντα. Και να σου λέει ιστορίες της χρονιάς. Όπως για την τρύπα Νο60 νομίζω που προσπάθησε να χτυπήσει κάποιος και η μπάλα βγήκε στον δρόμο. Όταν στο λένε, θέλεις να δοκιμάσεις. Στην τρύπα Νο17 θα πρέπει να περάσεις τη μπάλα πάνω από έναν τοίχο ενός ξενοδοχείου. Οι περισσότεροι πάνε εκεί και σκέφτονται ότι θα χτυπήσουν το μπαλάκι και θα το στείλουν μέσα στο ξενοδοχείο, έχοντας ακούσει την ιστορία. Μόλις το ακούς αυτό λες 'θα χτυπήσω το ξενοδοχείο'!

Ο Ισπανός γκολφέρ Χιμένες, που καπνίζει πούρο ενώ παίζει, είχε κάνει ένα τρομερό χτύπημα. Και λες 'πώς να το χτυπήσω όπως εκείνος;'. Καμία περίπτωση! Μπορείς να χτυπήσεις το μπαστούνι στον τοίχο. Εάν δεν χτυπήσεις τέλεια, θα πάει στον δρόμο. Λατρεύω το γκολφ και την ιστορία του. Το Ryder Cup δεν το χάνω. Είναι μη διαπραγματεύσιμο αυτό. Είναι η πιο συγκλονιστική μέρα του γκολφ και ελπίζω να μην παίζουμε τότε με την Εθνική ομάδα. Είναι η πιο μεγάλη και συγκλονιστική ημέρα του γκολφ».

Άρα η σειρά προτίμησης είναι ποδόσφαιρο, μπάσκετ και μετά γκολφ.

«Στο μπάσκετ μου βγαίνει φυσικά... Στο γκολφ πρέπει να βελτιωθώ. Η σειρά των αθλημάτων, ναι, είναι ποδόσφαιρο, μπάσκετ και γκολφ».

A photo of Kellar
A poster illustrating Kellar's "self-decapitation" illusion
A show poster of Kellar and 3 red devils
A poster of Kellar levitating a woman in a red dress
A poster of Kellar levitating a woman in a pink dress
A poster of Kellar levitating an Indian princess

art direction / συνθέσεις: Χρήστος Ζωίδης / Ευαγγελία Λώλου
Φωτογραφίες: Χρήστος Λώλος

Η φωτογράφηση έγινε στο Peñarrubia Lounge στον Άλιμο, το οποίο ευχαριστούμε και για τη φιλοξενία.