
Βράδυ 29ης Μαΐου 1985. Ο ήλιος είχε δύσει πάνω από τις Βρυξέλλες, μα η νύχτα δεν έφερε γαλήνη, ενθουσιασμό, έφερε θάνατο. Στο «Heysel», εκεί όπου υποτίθεται πως Αγγλοι και Ιταλοί θα διαφήμιζαν το ποδόσφαιρο, αντήχησαν κραυγές τρόμου και σιωπές απόγνωσης.
Ο αγώνας ήταν η… πρόφαση. Η πραγματικότητα ήταν ένας αργός κατήφορος προς το χάος. Λίγο πριν τη σέντρα, το πλήθος σάλευε, όχι από προσμονή, μα από θυμό. Μπουκάλια, πέτρες, καπνογόνα. Μια θάλασσα χωρίς έλεος. Και μετά, η κατάρρευση. Κυριολεκτικά. Στην επίθεση των Άγγλων χούλιγκαν, οι Ιταλοί οπαδοί στριμώχτηκαν, ποδοπατήθηκαν, θάφτηκαν κάτω από ένα τείχος που δεν άντεξε την πίεση. Σιωπηλά, πνιγηρά, 39 ψυχές ξεψύχησαν, 32 Ιταλοί, τέσσερις Βέλγοι, ένας Γάλλος, ένας Βορειοϊρλανδός.
Κι όμως, ο αγώνας συνεχίστηκε. Η μπάλα κύλησε πάνω σε μια κόκκινη σκιά που δεν θα ξεθωριάσει ποτέ. Η Γιουβέντους νίκησε. Μα τι σημασία είχε; Τίνος η νίκη, όταν οι ήττες μετρούνται σε φέρετρα;
Και ύστερα, η σιωπή. Φυλακίσεις, ενοχές, δίκες. Μα καμία τιμωρία δεν στάθηκε αρκετή. Το στάδιο κατεδαφίστηκε, όμως τα φαντάσματα του Ηeysel δεν έφυγαν ποτέ. Περιφέρονται ακόμη, ψιθυρίζοντας την υπενθύμιση πως όταν η βία αντικαθιστά το πάθος, το ποδόσφαιρο παύει να είναι παιχνίδι. Ήταν μια νύχτα που η Ευρώπη έκλαψε. Και ο κόσμος του ποδοσφαίρου δεν ήταν ποτέ ξανά ο ίδιος. 40 χρόνια και κανείς δεν ξέχασε…
Χέιζελ, το χρονικό της τραγωδίας

Με τον χουλιγκανισμό στην Ευρώπη να βρίσκεται σε έξαρση από τις αρχές της δεκαετίας του 80΄οι σειρήνες κινδύνου ηχούσαν ανελέητα, αλλά κανείς δεν ήθελε να δώσει την απαραίτητη σημασία. Και τα παραδείγματα ήταν άφθονα, ακόμα και στο κορυφαίο επίπεδο.
Μόλις ένα χρόνο πριν από την τραγωδία του Χέιζελ, ο τελικός του Champions League το 1984 ανάμεσα σε Λίβερπουλ και Ρόμα είχε στιγματιστεί από το μαχαίρωμα ενός Άγγλου οπαδού με στιλέτο από τους τιφόζι των Ρωμαίων. Την ίδια ώρα στα αγγλικά γήπεδα το χάος επικρατούσε σε σημείο όπου οι χούλιγκανς είχαν αποκτήσει μια διαβόητη φήμη στην Ευρώπη, την οποία φούντωσαν ακόμα περισσότερο με τα εκτεταμένα επεισόδια κατά τη διάρκεια το ντέρμπι ανάμεσα σε Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και Λίβερπουλ, μόλις λίγες εβδομάδες πριν από τον τελικό του Champions League το 1985.
Τελικά η «βόμβα» έσκασε στις 29 Μαΐου. Γιουβέντους και Λίβερπουλ ταξίδεψαν στις Βρυξέλλες για τον μεγάλο τελικό του Champions League, όμως μια λαμπερή βραδιά μετατράπηκε γρήγορα σε εφιάλτη. Το γέρικο «Χέιζελ», ένα γήπεδο χωρίς καμία σοβαρή συντήρηση από τα εγκαίνια του 1930, έμελλε να αποτελέσει νεκροταφείο για 39 ανθρώπους που έχασαν τη ζωή τους όταν ένας φράκτης κατέρρευσε από το βάρος των οπαδών.
Η υποτίμηση της Αστυνομίας και το... φυτίλι
Αν και η Αστυνομία είχε φροντίσει να μεριμνήσει στέλνοντας τους οργανωμένους των δύο ομάδων να κάθονται σε απέναντι εξέδρες, μακριά η μια πλευρά από την άλλη, στους υπολογισμούς της έκανε ένα μοιραίο λάθος ή πιο σωστά μια τραγική υποτίμηση. Δίπλα από τους οργανωμένους της Λίβερπουλ επιλέχθηκε μια εξέδρα για ποικίλους οπαδούς, οι οποίοι ωστόσο ήταν κυρίως φίλοι της Γιουβέντους. Αν και δεν έφεραν το «λάβαρο» των οργανωμένων - ήταν ως επί το πλείστον οικογένειες από την Ιταλία που ζούσαν στο Βέλγιο - η παρουσία τους αποτέλεσε κόκκινο πανί για τους οπαδούς της Λίβερπουλ.
Πολύ σύντομα από τη διπλανή εξέδρα, διάφορα αντικείμενα - μεταξύ των οποίων και καπνογόνα - εκτοξεύτηκαν προς την κερκίδα των Ιταλών, προκαλώντας πανικό και τρόμο. Σύντομα τα επεισόδια κορυφώνονται όταν μερίδα Άγγλων οπαδών παραβιάζουν κιγκλίδωμα κι ελλείψει σοβαρής αστυνομικής παρουσίας κινούνται απειλητικά προς τη διπλανή εξέδρα. Για να διαφύγουν από τον κίνδυνο, οι Ιταλοί κατευθύνθηκαν χαμηλά προς τον φράκτη που διαχώριζε τις εξέδρες από τον αγωνιστικό χώρο, όμως από το βάρος εκείνος κατέρρευσε και εκατοντάδες άνθρωποι ποδοπατήθηκαν πάνω στην αναταραχή, ενώ δεκάδες έχασαν τη ζωή τους όταν συνεθλίβησαν από την πίεση χιλιάδων κόσμου.
Η παρουσία μόλις ενός γιατρού και 150 εθελοντών του Ερυθρού Σταυρού δεν ήταν αρκετή για να εξυπηρετήσει κάθε ιατρικό περιστατικό στο γήπεδο, όπως ούτε και η παρουσία των Αστυνομικών δυνάμεων για να σβήσει κάθε «φλόγα» που ξεπηδούσε στην εξέδρα.
Χρειάστηκε μέχρι και η παρέμβαση των αρχηγών των ομάδων για να κατευνάσουν το σοκαρισμένο πλήθος, συνιστώντας ψυχραιμία από τα μεγάφωνα του γηπέδου.
Ο τραγικός απολογισμός και το... πράσινο φως της UEFA
Τελικά ο τραγικός απολογισμός κατέγραψε τον θάνατο 39 ανθρώπων, νεότερος εκ των οποίων ήταν ένα 11χρονο αγόρι. 32 Ιταλοί, τέσσερις Βέλγοι, δυο Γάλλοι κι ένας Άγγλος δεν έφυγαν ποτέ από το «Χέιζελ» εκείνη την αποφράδα ημέρα... Ο αριθμός των τραυματιών από την άλλη ανήλθε στους 600, δείγμα του χάους επικράτησε σε ολόκληρη την εμβέλεια του γηπέδου.
Παρά τον εφιάλτη ωστόσο που διαδραματίστηκε, η UEFA φοβούμενη ακραίες αντιδράσεις από τους οπαδούς που βρίσκονταν στο γήπεδο σε περίπτωση ματαίωσης του τελικού, άναψε το πράσινο φως για την διεξαγωγή του αγώνα με τη σύμφωνη γνώμη του ρέφερι, Αντρέ Νταϊνά. «Ήταν η λιγότερο κακή επιλογή» θυμάται ο Ελβετός. «Εξακολουθώ να πιστεύω ότι κάναμε το σωστό. Ο διαιτητής είναι συνήθως υπεύθυνος, αλλά εκείνο το βράδυ, επειδή ήταν τελικός, όλα τα αφεντικά από την UEFA ήταν εκεί και εξετάσαμε τις διαφορετικές επιλογές μαζί.
Κανείς δεν μπορούσε να με αναγκάσει να βγω στο γήπεδο, αλλά ήμουν πεπεισμένος ότι έπρεπε να το κάνω για να τελειώσει η βραδιά όσο πιο ''ομαλά'' γινόταν. Στόχος μου ήταν πάση θυσία να αποφύγω να ξανά σκηνικά βίας, κάτι που θα μπορούσε να είχε συμβεί αν δεν γινόταν ο αγώνας».
Με τη σύμφωνη γνώμη όλων των αρμόδιων, περίπου 1,5 ώρα μετά την προγραμματισμένη ώρα έναρξης, η μπάλα κύλησε για πρώτη φορά το χορτάρι. Η Γιουβέντους τελικά επικράτησε 1-0 και κατέκτησε το Κύπελλο Πρωταθλητριών, όμως μόνο χαρά δεν επικρατούσε εντός του συλλόγου. Ιδίως για τους οργανωμένους της Γηραιάς Κυρίας, είχε κηρυχθεί ένας άτυπος πόλεμος. Κατά την επιστροφή της ομάδας της Λίβερπουλ στο αεροδρόμιο, Ιταλοί τιφόζι πέταξαν αντικείμενα στο πούλμαν παρά την συνοδεία της Αστυνομίας. Την ίδια στιγμή οι οπαδοί των Reds έψαχναν άμεσα τρόπο για να διαφύγουν από την πόλη.
Το βάρος της ευθύνης

Πολύ σύντομα οι Reds ήταν δακτυλοδεικτούμενοι από τα ΜΜΕ ανά τον κόσμο που εξαπέλυσαν προς τους οπαδούς της Λίβερπουλ σκληρές κατηγορίες. «Δολοφόνοι», «κόκκινα ζώα», «σφαγείς» ήταν μόνο μερικοί από τους τίτλους που γράφτηκαν την επόμενη μέρα σε εφημερίδες της Ευρώπης.
Ακόμα και η ίδια η UEFA στην επίσημη ανακοίνωση που εξέδωσε την επόμενη του τελικού, στοχοποίησε ως μοναδικούς υπεύθυνους τους Άγγλους που βρέθηκαν στο γήπεδο. Η απονομή ευθυνών ωστόσο μονάχα στους οργανωμένους της Λίβερπουλ δεν αποτυπώνει ολόκληρη την αλήθεια...
Οι έρευνες που ακολούθησαν άλλωστε μετά την τραγωδία αποκάλυψαν σοβαρές δυσλειτουργίες εντός του γηπέδου που κρίθηκε άκρως ακατάλληλο για την διεξαγωγή ενός τέτοιου αγώνα. Μια άποψη που μοιράζονταν τόσο η Γιουβέντους, όσο και η Λίβερπουλ προτού συμβεί η τραγωδία! Αμφότερες μάλιστα είχαν αιτηθεί στην UEFA την αλλαγή έδρας του τελικού, αλλά η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία έσπευσε να τους καθησυχάσει μέσω μιας επιθεώρησης - παρωδίας που διήρκησε περίπου μισή ώρα.
Παράλληλα σοβαρές ήταν και οι ευθύνες της Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας του Βελγίου, η οποία απέτυχε να διακρίνει τον κίνδυνο με την απόφαση να ανάψει το πράσινο φως για την παρουσία Ιταλών φιλάθλων δίπλα στην οργανωμένη εξέδρα της Λίβερπουλ, η οποία τελικά αποτέλεσε και τη θρυαλλίδα πίσω από τη χιονοστιβάδα που ακολούθησε.
Τα μέτρα της Θάτσερ - Μύθος ή αλήθεια;
Οι εξελίξεις μετά την τραγωδία ήταν καταιγιστικές. Η FA σε συνεννόηση με την αγγλική κυβέρνηση αποφάσισε να αποσύρει άμεσα τις αγγλικές ομάδες από την Ευρώπη, προτού ακολουθήσει η επίσημη τιμωρία της UEFA που απέκλεισε επ΄αόριστον όλες τις ομάδες του Νησιού από τις διοργανώσεις της. Αργότερα η τιμωρία αποκλεισμού μειώθηκε στα πέντε χρόνια για όλους τους αγγλικούς συλλόγους εκτός της Λίβερπουλ, που τιμωρήθηκε με έναν χρόνο περισσότερο.
Ήταν το πρώτο ντόμινο πίσω από ένα ολόκληρο σύστημα εξυγίανσης του ποδοσφαίρου στην Αγγλία και της κάθαρσής του από τον χουλιγκανισμό, Όπως αποδείχθηκε ωστόσο, ο αγώνας τους είχε ακόμα αρκετό δρόμο να διανύσει. «Πρέπει να καθαρίσουμε τον χουλιγκανισμό και θα περάσουμε ξανά τη θάλασσα για να παίξουμε σε ευρωπαϊκές διοργανώσεις, μόνο αν και όταν τελειώσουμε με αυτό το πρόβλημα» είχε τονίσει η τότε πρωθυπουργός της Αγγλίας, Μάργκαρετ Θάτσερ, η οποία ζήτησε να τοποθετηθεί άμεσα κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης στις κερκίδες των αγγλικών γηπέδων.
Προοδευτικά τα φαινόμενα χουλιγκανισμού άρχισαν να μειώνονται στο Νησί, όμως ήταν η τραγωδία του Χίλσμπορο τέσσερα χρόνια αργότερα που αποτέλεσε το βασικό γρανάζι πίσω την εξάλειψή του. Κι ένα νέο νομοσχέδιο που πρότεινε κάμερες, πλήρη ταυτοποίηση, κάρτα φιλάθλου και περιορισμό του αλκοόλ (μεταξύ άλλων) για να βάλει φρένο στις αιματηρές συμπλοκές που μάστιζαν τα βρετανικά γήπεδα.
Για τη Γιουβέντους από την άλλη, οι επιπλοκές ήταν πολύ λιγότερες. Η Γηραιά Κυρία υποχρεώθηκε να δώσει ορισμένους εντός έδρας αγώνες στην επόμενη διοργάνωση του Κυπέλλου Πρωταθλητριών κεκλεισμένων των θυρών, με την ψυχική οδύνη ωστόσο να παραμένει βαθιά χαραγμένη στο DNA του κλαμπ.
Σε επίπεδο προσώπων, συνολικά 26 ύποπτοι συνελήφθησαν από τις Αρχές και τον Σεπτέμβριο του 1987 εκδόθηκαν στο Βέλγιο. Η δίκη ξεκίνησε τον Απρίλιο του 1988 και ολοκληρώθηκε έναν χρόνο αργότερα, όταν 14 οπαδοί της Λίβερπουλ, καθώς και ο αρχηγός της Αστυνομίας, καταδικάστηκαν σε τριετή κάθειρξη για ανθρωποκτονία εξ αμελείας.
Οι Άγγλοι ξέχασαν, οι Ιταλοί ποτέ
Με το πέρασμα των χρόνων βέβαια η τραγωδία του Χέιζελ έχει αποκτήσει διαφορετικές διαστάσεις σε Αγγλία και Ιταλία. Αν και οι επιπλοκές ήταν πολύ πιο έντονες στο Νησί με αποκλεισμούς, τιμωρίες και πλήρη αναδιάρθρωση του συστήματος επιτήρησης των ποδοσφαιρικών γηπέδων, εν έτει 2025 οι Άγγλοι παραδέχονται ανοικτά πως έχουν ξεχάσει αυτή την τραγωδία.
Ή για να το θέσουμε πιο ορθά, έχουν επιλέξει να την αφήσουν στο παρελθόν. Χαρακτηριστική είναι η αποτίμηση που έκανε πρόσφατα στο «BBC», o Δρ Ρόγκαν Τέιλορ, λέκτορας ποδοσφαιρικών σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Λίβερπουλ, ο οποίος επί της ουσίας υποστηρίζει πως μέχρι και σήμερα ένα είδος ντροπής βασανίζει το αγγλικό κοινό για την τραγωδία του Χέιζελ.
«Πρόκειται για μια μαύρη μέρα για τον οπαδό της Λίβερπουλ. Είχαμε μια αμφιλεγόμενη τοπική αυτοδιοίκηση εκείνη την εποχή και όλα πήγαιναν κατά διαόλου. Υπήρχαν μόνο δύο μεγάλες πολιτιστικές πηγές αριστείας - η μουσική και το ποδόσφαιρο. Είχαμε την καλύτερη ποδοσφαιρική ομάδα στον κόσμο και τα σκηνικά του Χέιζελ ήταν ένα μαχαίρι στην καρδιά για την πόλη. Ήταν μια μαύρη, μαύρη μέρα» παραδέχεται.
Όταν οι δυο ομάδες συναντήθηκαν για πρώτη φορά μετά την τραγωδία στο «Ανφιλντ» το 2005, οπαδοί της Λίβερπουλ σήκωσαν πανό με το μήνυμα «φιλία», σε μια προσπάθεια να αφήσουν το παρελθόν πίσω. Αν και μια μερίδα οπαδών της Γιουβέντους χειροκρότησε την πρωτοβουλία, την ίδια στιγμή οι αποδοκιμασίες των Ιταλών ακούστηκαν έντονα στο γήπεδο. Στη ρεβάνς του Τορίνο πάντως, οι Μπιανκονέρι δεν ήταν τόσο φιλικοί στα δικά τους μηνύματα...
«Εύκολο να μιλάς, δύσκολο να συγχωρείς. Δολοφονίες και 15 Απριλίου 1989 (σ.σ αναφορά στην τραγωδία του Χίλσμπορο). Ο Θεός υπάρχει» έγραφε ένα αμφιλεγόμενο πανό, έκδηλο για τα συναισθήματα που έτρεφε μεγάλη μερίδα των Ιταλών. Ακόμα και σήμερα αρκετοί φίλοι των Μπιανκονέρι θεωρούν πως στην Αγγλία δεν δίνουν την πρέπουσα σημασία στην τραγωδία του Χέιζελ. Ενώ άλλωστε στην Ιταλία οι οπαδοί τιμούν ακόμα τους νεκρούς τους με αναφορές σε αγώνες, στο Νησί επικρατεί μια αμήχανη σιωπή...



«Ο καρκίνος ήταν εκεί, τώρα εξερράγη»: Πώς ο Τύπος της εποχής κάλυψε την τραγωδία




Το αίμα που χύθηκε στο Χέιζελ, ήδη από το ίδιο βράδυ έγινε μελάνι και γέμισε τις εφημερίδες, αθλητικές και μη, ολόκληρης της Ευρώπης. Ειδικά τότε άλλωστε, επρόκειτο για μια ανεπανάληπτη τραγωδία, που ταρακούνησε συθέμελα τη Γηραιά Ήπειρο, θεωρούμενη ως το αποκορύφωμα της έξαρσης του χουλιγκανισμού. Αποσβολωμένος ακόμη, ο Τύπος επιχείρησε αφ'ενός να παρουσιάσει τα τραγικά γεγονότα της προηγούμενης νύχτας και αφ'ετέρου να αρχίσει να ξετυλίγει το κουβάρι των ευθυνών.
Και η αλήθεια είναι πως, όσον αφορά στο δεύτερο σκέλος, τα Μέσα ακολούθησαν τη διαδρομή που χάραξε η UEFA, δίνοντας το μεγαλύτερο κομμάτι της πίτας των ευθυνών στους οπαδούς της Λίβερπουλ. Και στην Ελλάδα και στην Ιταλία, αλλά και στην Αγγλία.
«Οι Άγγλοι με μαχαίρια ορμούσαν και τρυπούσαν τα κορμιά των Ιταλών - 40 νεκροί - Μακελειό», έγραψε χαρακτηριστικά στο πρωτοσέλιδό της η «Αθλητική Ηχώ» την 30η Μαΐου του 1985. Και εκτενέστερα αναφέρει: «Στην προσπάθειά τους να σωθούν, οι οπαδοί της Γιουβέντους πηδούσαν έντρομοι από τις κερκίδες και, όπως έπεφταν κάτω με σπασμένα πόδια και χέρια, τους αποτελείωναν με μαχαιριές οι Βρετανοί και οι άλλοι που έπεφταν από πάνω τους. Τεράστια και η ευθύνη της αστυνομίας, αφού μεταξύ των οπαδών των δύο ομάδων, η δύναμή της ήταν υποτυπώδης».
«Τα πτώματα στοιβαγμένα έξω από το γήπεδο, δίπλα-δίπλα και τυλιγμένα μέσα σε κουβέρτες, έδιναν μια φρικιαστική εικόνα της απάνθρωπης συμφοράς» και «Το παιχνίδι θα περάσει στην ιστορία ως ο "ματωμένος τελικός"», ήταν κάποια ακόμη σχόλια της Αθλητικής Ηχούς, δηλωτικά του μεγέθους του σοκ.
Σε ανάλογο μήκος κύματος κινήθηκαν και οι Άγγλοι. «Μια νύχτα τρόμου», ήταν ο περιεκτικός τίτλος της «Liverpool Echo», με την «Daily Star» να γράφει στο εξώφυλλό της την 30η Μαΐου: «Πεδίο μάχης - Θάνατος στην κερκίδα και τα επεισόδια συνεχίζονται».
Η Liverpool Echo μάλιστα δεν δίστασε να σκαλίσει το ζήτημα, επικρίνοντας σκληρά τους Άγγλους οπαδούς αλλά και την αγγλική κοινωνία εν γένει, επιρρίπτοντας ευθύνες για τη αδιαφορία την ώρα που ο χουλιγκανισμός γιγαντωνόταν και αποτυπωνόταν με τον χειρότερο δυνατό τρόπο στο τραγικό συμβάν των Βρυξελλών. «Αυτό που είδαμε ήταν η αρρωστημένη προέκταση ενός φαινομένου που χτιζόταν επικίνδυνα τα τελευταία χρόνια. Είχε καμουφλαριστεί από την καλή στάση των περισσότερων φιλάθλων στο Μέρσισαϊντ αλλά και από την αποδοχή του χαμηλού πήχη συμπεριφοράς από την κοινωνία γενικότερα. Οι χυδαιότητες, οι λιθοβολισμοί κατά προπονητών, οι κατεστραμμένες παμπ, οι συμμορίες, οι μάχες στο Μάντσεστερ φέτος, οι μεθυσμένες συρράξεις στο Παρίσι το 1981. Ο καρκίνος ήταν εκεί, απλωνόταν σταδιακά και τώρα εξερράγη. Πολλοί από τους αλήτες που προκάλεσαν τόσους θανάτους ήταν από το Μέρσισαϊντ. Ό,τι κι αν πούμε, δεν θα αλλάξει αυτό. Οπότε σήμερα πρέπει να κάνουμε κάτι πολύ απλό. Να απολογηθούμε ειλικρινά προς όλες τις οικογένειες που θρηνούν στο Τορίνο. Εμείς χάσαμε τη φήμη μας, αυτές έχασαν πολλά, πολλά περισσότερα», ήταν το χαρακτηριστικό σχόλιο της αγγλικής εφημερίδας.
Ήταν αλήθεια. Τόσες οικογένειες θρηνούσαν. Αλλά δεν ήταν μόνες τους. Μαζί τους θρηνούσε και ολόκληρος ο ιταλικός αθλητισμός. Άλλωστε, όσα συνέβησαν στο Χέιζελ αντιμετωπίστηκαν στην Ιταλία όχι ως μια απλή αθλητική τραγωδία, αλλά ως δολοφονία. Ή μάλλον δολοφονίες. «Σφαγή στις Βρυξέλλες! 47 οπαδοί νεκροί και είναι σχεδόν όλοι τους Ιταλοί», έγραψε με μεγάλα γράμματα το επόμενο πρωί η «Gazzetta dello Sport», αφήνοντας, πλήρως φυσιολογικά, σε δεύτερη μοίρα το πρώτο ευρωπαϊκό τρόπαιο της Γιουβέντους. Η «Stampa» του Τορίνο από την πλευρά της, είπε αυτό ακριβώς που σκεφτόταν, όπως ακριβώς είχε δει τα πράγματα: «Δολοφονία σε στάδιο». «54 νεκροί (33 Ιταλοί), πέρα από τους 200 τραυματίες μετά από έφοδο των Άγγλων χούλιγκαν εναντίον των Μπιανκονέρι οπαδών», έγραψε, αποτυπώνοντας απόλυτα τη θεώρηση της πόλης και της χώρας. Πληγωμένοι, συγκλονισμένοι ακόμα, άπαντες στην Ιταλία μιλούσαν όχι για δυστύχημα, αλλά για δολοφονίες.
«Άνθρωποι καλυμμένοι με αίμα, μάτια χωρίς ζωή»: Μαρτυρίες από την κόλαση
Συντρίμμια, αίμα, πτώματα, αμίλητοι ζωντανοί-νεκροί να κείτονται αναίσθητοι κι άλλοι να ουρλιάζουν προσπαθώντας να ξεφύγουν, προσπαθώντας να συνειδητοποιήσουν όλο αυτό που ξεδιπλωνόταν μπροστά στα τρομοκρατημένα μάτια τους. Αυτό δεν ήταν ποδοσφαιρικός αγώνας, αυτό σίγουρα δεν ήταν γιορτή. Ήταν κόλαση. Και ως τέτοια την έζησαν όσοι καταραμένοι βρέθηκαν εκεί, στο λάθος μέρος, τη λάθος στιγμή. Στο Χέιζελ την 29η Μαΐου του 1985. Ποδοσφαιριστές, οπαδοί, συγγενείς των θυμάτων. Όλοι - με διαφορετικό τρόπο, ίσως και σε διαφορετικό χρόνο - έζησαν την κόλαση.
Τη ζουν μέχρι σήμερα. Άλλωστε, αυτές οι πληγές δεν πρόκειται να κλείσουν για κανέναν. Ο αρχηγός της Λίβερπουλ, Φιλ Νιλ, 74 ετών σήμερα, έχει πει: «Δεν μου αρέσει να μιλάω για αυτό, είναι μια μέρα της ζωής μου που θέλω να ξεχάσω. Δεν θέλω να επιστρέφω εκεί. Εύχομαι αυτό που συνέβη σε εμένα εκεί, να μη συμβεί σε κανέναν. Με πόνεσε τότε, με πονάει σήμερα. Έκαναν τον τελικό του Ευρωπαϊκού Κυπέλλου σε ένα στάδιο που ήταν έτοιμο για κατεδάφιση. Γιατί κανείς δεν έκανε καμία έρευνα για αυτό; Γιατί; Ήταν η χειρότερη ημέρα της ζωής μου, έπρεπε να διαχειριστώ μια απαίσια κατάσταση, μου έχει πάρει πάρα πολύ καιρό - πραγματικά πάρα πολύ - να αναρρώσω».
Ακόμα και μερικοί από τους νικητές θέλουν να ξεχάσουν εκείνο το βράδυ, να σβήσουν το πρώτο ευρωπαϊκό τρόπαιο στην ιστορία της Γιουβέντους. Κανένας τίτλος, δεν μπορεί να επουλώσει τα τραύματα των αναμνήσεων από το Χέιζελ. Και ο Μάρκο Ταρντέλι, βασικός στη μεσαία γραμμή της Γιουβέντους στον ματωμένο τελικό, το γνωρίζει πολύ καλά. «Από όλους τους τίτλους που έχω πάρει, αυτός είναι ο μοναδικός για τον οποίο δεν αισθάνομαι υπερήφανος. Ήταν ένα εφιαλτικό βράδυ. Ένα παιχνίδι το οποίο θέλω να ξεχάσω, ακόμα κι αν είναι αδύνατο να το ξεχάσω. Δεν έπρεπε να έχει γίνει ποτέ ο αγώνας, αλλά δεν ήταν δική μας απόφαση». «Θυμάμαι αυτό το βράδυ για όλους τους λόγους που δεν θέλω, όχι για το τρόπαιο, όχι για τη νίκη. Για να το πω απλά, είναι τραγικό να πηγαίνει κόσμος να δει τον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών και να μην επιστρέφει ποτέ σπίτι, επειδή έχει δολοφονηθεί. Έβλεπα πτώματα να βγαίνουν από το στάδιο. Μας έβαλαν να παίξουμε ποδόσφαιρο, ενώ γύρω μας πέθαιναν άνθρωποι», έχει πει ο Πολωνός στράικερ της Γιούβε, Ζμπίγκινιεφ Μπόνιεκ. Οι ίδιοι άνθρωποι, αυτοί που πέθαιναν, θα στοίχειωναν για πάντα τον τότε πρόεδρο της UEFA, Ζακ Ζορζ, μέχρι κι αυτός να αφήσει την τελευταία πνοή το 2004. Πολύ, πολύ πιο γαλήνια από όσο εκείνοι. «Νομίζετε ότι οι εικόνες δεν με επισκέπτονται; Το αίμα που χυνόταν από την κερκίδα και τα ακρωτηριασμένα πτώματα. Θα κουβαλώ αυτό το βάρος μέχρι το νεκροκρέβατό μου», ομολόγησε χρόνια μετά.
Οι πληγωμένες αναμνήσεις των ποδοσφαιριστών και των παραγόντων ωστόσο, δεν μπορούν να συγκριθούν ούτε στο ελάχιστο με όσα έζησαν οι οπαδοί στην κερκίδα. Κι όσοι - αναπόφευκτα - τα θυμούνται μέχρι σήμερα, μάλλον τόσα χρόνια έχουν πονέσει περισσότερο και από τους δικούς τους ανθρώπους που συνεθλίβησαν στα συντρίμμια του Χέιζελ από τα κορμιά των συνοπαδών τους. Ο Οτέλο Λορεντίνι, φίλος της Γιουβέντους, έφυγε από τη ζωή πριν 11 χρόνια, είναι ξανά δίπλα στον γιο του, Ρομπέρτο, έσμιξαν και πάλι μετά από εκείνο το εφιαλτικό απόγευμα. Τα λόγια του, η θύμησή του, συγκλονίζουν μέχρι σήμερα:
«Ο 30χρονος γιος μου, Ρομπέρτο, σκοτώθηκε στην κερκίδα. Ήταν γιατρός και επέλεξε να μείνει εκεί, για να προσπαθήσει να σώσει όποιον μπορούσε. Ήμουν χαλαρός εκείνο το απόγευμα, διάβαζα μια εφημερίδα, όταν είδα έναν Άγγλο χούλιγκαν. Πήδηξε μέσα στην κερκίδα μας και άρχισε να μας κυνηγάει. Ακολούθησαν πολλοί. Κρατούσαν κομμάτια από τσιμέντο, μπουκάλια, πέτρες, μέχρι και μαχαίρια. Όλοι πανικοβληθήκαμε. Υπήρχαν επτά ή οκτώ αστυνομικοί γύρω από το περίφραγμα της κερκίδας. Τους ικετεύσαμε να βοηθήσουν, αλλά δεν ήρθε κανείς. Νόμιζα πως θα πεθαίναμε. Προσπαθούσαμε να αποφύγουμε τους οπαδούς της Λίβερπουλ και ο τοίχος γκρεμίστηκε. Ευτυχώς, γιατί αλλιώς θα είχαν πεθάνει εκατοντάδες από τη συντριβή. Μπορώ ακόμα να κάνω εικόνα το πρόσωπο ενός χούλιγκαν που ήταν έτοιμος να με χτυπήσει με μια σιδερένια βέργα. Ήμουν τυχερός γιατί τελικά χτύπησε κάποιον άλλον. Προσπάθησα να βρω τον γιο μου, αλλά είχε εξαφανιστεί. Ήταν πάρα πολλοί οι παγιδευμένοι, αυτοί που πέθαιναν, όμως έναν άνδρα δεν θα τον ξεχάσω ποτέ: το πρόσωπό του ήταν γεμάτο αίμα, τον έχω δει σε πολλούς εφιάλτες μου όλα αυτά τα χρόνια. Βρήκα το σώμα του γιου μου, έβαλα το αυτί μου στο στήθος του και ανάγκασα τον εαυτό μου να πιστέψει πως άκουγε τον σφυγμό του. Αλλά όχι, ήταν νεκρός. Οι κάμερες με τραβούσαν και αργότερα είδα τον εαυτό μου στην τηλεόραση να βρίσκει το πτώμα του γιου μου».
Στη θέση του Ρομπέρτο θα μπορούσε να είχε βρεθεί και ο πατέρας του Σιμόνε Στέντι, ενός ακόμη επιζώντα, ο οποίος όμως βρήκε τον τρόπο να σώσει τον δικό του ανθρώπο. «Ο ουρανός έβρεχε πέτρες, μπουκάλια και τσιμέντα και όλοι είχαμε τρομάξει. Ήμουν με τον πάτερα μου, στην άκρη του τοίχου που μόλις είχε σπάσει. Όλοι ήταν πανικόβλητοι, οπότε εμείς ήμασταν οι μόνοι που μπορούσαμε να σώσουμε τις ζωές μας. Ο πατέρας μου δεν μπορούσε να κουνηθεί, δεν ξέρω πού βρήκα τη δύναμη, αλλά με κάποιον τρόπο μπόρεσα να τον τραβήξω. Πηδήξαμε σε ένα κτίριο περίπου τρία μέτρα κάτω για να σωθούμε και να βγούμε από την κερκίδα. Περάσαμε μέσα από συρματοπλέγματα που μας τρύπησαν στην προσπάθειά μας να τα βγάλουμε από τη μέση. Τότε ήρθε η αστυνομία. Ήταν γελοίο, υπήρχαν 20 έφιπποι αστυνομικοί, που δεν μπορούσαν καν να μπουν στην κερκίδα να επιβάλουν την τάξη. Η UEFA και οι Αρχές δεν ήταν έτοιμοι για αυτό το παιχνίδι, για έναν ευρωπαϊκό τελικό. Στο Χέιζελ υπήρχαν 50.000 οπαδοί και οριακά 100 αστυνομικοί. Όταν δραπετεύσαμε και με κάποιον τρόπο βρεθήκαμε στο ταρτάν γύρω από το γήπεδο, επικρατούσε το απόλυτο χάος. Ήταν κάτι σαν κόλαση. Άνθρωποι καλυμμένοι με αίμα, έκλαιγαν γοερά μα ταυτόχρονα τα μάτια τους δεν είχαν ζωή, ήταν σαν ζόμπι», θυμάται ο Στέντι.
Ο Μπρούνο Γκουαρίνι, οπαδός της Γιουβέντους, είχε την ίδια τύχη με τον Οτέλο Λορεντίνι. Ανγκάστηκε κι αυτός να ανασύρει το πτώμα του γιου του μέσα από τα συντρίμμια αυτής της κόλασης. Μέχρι σήμερα, οι τελευταίες του λέξεις στις τελευταίες μαρτυρικές στιγμές του ηχούν στο κεφάλι του και ο πόνος αναγκάζει το πρόσωπό του να συνοφρυώνεται σε κάθε άκουσμα του Χέιζελ, του τόπου όπου απώλεσε τα πάντα: «Έχασα τον γιο μου, Αλμπέρτο, στο Χέιζελ. Έριξαν τον φράχτη και έτρεξαν κατά πάνω μας. Ο Αλμπέρτο παγιδεύτηκε σε ένα κιγκλίδωμα. Οι τελευταίες του λέξεις ήταν: ‘Papa, mi stanno schiacciando’ - ‘Μπαμπά, με συνθλίβουν’. Ο Αλμπέρτο κι εγώ πήραμε από το Τορίνο το αεροπλάνο για τις Βρυξέλλες, τραγουδώντας συνθήματα για τη Γιουβέντους μας. Πέταξα πίσω με το πτώμα του γιου μου. Τα θυμάμαι όλα σαν ταινία. Μέχρι την τελευταία στιγμή, όταν η ταινία τελειώνει πια και δεν τη βλέπεις. Όμως τη νύχτα, ξυπνάω ξαφνικά και τη βλέπω ξανά. Χέιζελ: Αυτή η λέξη μπορεί να με τρελάνει».
Στη ματωμένη σκιά της τραγωδίας του Χέιζελ το 1985, όπου 39 φίλαθλοι – κυρίως Ιταλοί – ποδοπατήθηκαν μέχρι θανάτου πριν τον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών, το βρετανικό ποδόσφαιρο τέθηκε στο εδώλιο. Ο κόσμος παρακολουθούσε σοκαρισμένος. Και μαζί του, η Σιδηρά Κυρία. Όμως, ήταν η αντίδραση της Μάργκαρετ Θάτσερ μια πράξη ηγετικής αποφασιστικότητας – ή μια καλά σκηνοθετημένη πολιτική παράσταση;
Τις ημέρες που ακολούθησαν, η Θάτσερ κάλεσε αθλητικούς δημοσιογράφους στην Ντάουνινγκ Στριτ, απαιτώντας απαντήσεις και παρουσιάζοντας ιδέες που – κατά δική της ομολογία – θα μπορούσαν είτε να «σώσουν το άθλημα είτε να το αφήσουν να πεθάνει». Ήταν μια δραματική δήλωση πολέμου. Αλλά η ουσία βρίσκεται όχι σε όσα είπε, αλλά σε όσα πραγματικά έκανε.
Η απαγόρευση συμμετοχής των αγγλικών ομάδων στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις δεν ήταν απόφαση της βρετανικής κυβέρνησης, αλλά της UEFA. Παρ’ όλα αυτά, η Θάτσερ την υποστήριξε σθεναρά και αρνήθηκε να μεσολαβήσει για την άρση της. Η σιωπή της ήταν εύγλωττη: για εκείνη, η τιμωρία ήταν αναγκαία – και πολιτικά βολική.
Ακολούθησαν μέτρα: απαγόρευση αλκοόλ στα γήπεδα και στα μέσα μεταφοράς προς αυτά, αυξημένη αστυνόμευση, και το διαβόητο Σχέδιο Ταυτοποίησης Φιλάθλων, μέσω υποχρεωτικής κάρτας οπαδού. Η πρόταση ενσωματώθηκε στο Football Spectators Act του 1989, αλλά ποτέ δεν εφαρμόστηκε πλήρως. Αντιμετωπίστηκε με έντονη αντίδραση από φιλάθλους, οργανώσεις πολιτικών δικαιωμάτων και ίδιες τις ομάδες.
Κι όμως, το πιο αμφιλεγόμενο δεν ήταν τα ίδια τα μέτρα, αλλά ο τρόπος σκέψης που τα γέννησε. Η Θάτσερ δεν αγάπησε ποτέ το ποδόσφαιρο. Δεν το παρακολουθούσε, δεν συμμεριζόταν την κουλτούρα του, δεν κατανοούσε το πάθος των εργατικών τάξεων που το γέννησαν. Για εκείνη, τα γήπεδα ήταν μέτωπα χάους και ανομίας – σύμβολα μιας κοινωνίας που, κατά την ίδια, είχε διαφθαρεί από την ευημερία.
Συνέκρινε τους χούλιγκανς με απεργούς εργάτες και διαδηλωτές στη Βόρεια Ιρλανδία. Πρότεινε αυστηρές ποινές και κάλεσε τους «έντιμους πολίτες» να καταδίδουν τους παραβάτες. Η συμβουλευτική της ομάδα έφτασε στο σημείο να προτείνει την απίθανη εκστρατεία «Τερματοφύλακες κατά των Χούλιγκανς» – ένα σχέδιο που προκάλεσε ειρωνικά χαμόγελα και έκδηλη απόγνωση.
Η προσέγγισή της δεν ήταν μόνο αυταρχική – ήταν αποκομμένη από την πραγματικότητα. Σε πόλεις όπως το Λίβερπουλ, η κληρονομιά της είναι βαριά, όχι μόνο για το Χέιζελ, αλλά και για όσα ακολούθησαν, με κορύφωση την τραγωδία του Χίλσμπορο. Εκεί, το όνομά της έμεινε συνώνυμο όχι με προστασία, αλλά με απόγνωση και προδοσία.
Λοιπόν, μύθος ή αλήθεια; Η απάντηση είναι σύνθετη. Ναι, πήρε μέτρα – αλλά πολλά από αυτά ήταν επιφανειακά, ανεφάρμοστα ή καθαρά πολιτικά. Ο μύθος της αποφασιστικής σωτήρα αποκρύπτει μια πολύ πιο δύσκολη αλήθεια: μια ηγέτιδα που έβλεπε το ποδόσφαιρο όχι ως εθνικό πάθος, αλλά ως κοινωνικό πρόβλημα προς καταστολή.
Η Θάτσερ κοίταξε την κρίση κατάματα, αλλά δεν κατάλαβε τι πραγματικά έβλεπε.
Η πληγή που παραμένει ανοιχτή και το αδιάφορο σφύριγμα της Γιουβέντους

Τέσσερις δεκαετίες μετά, το Χέιζελ παραμένει μια από τις πολυσυζητημένες - ποδοσφαιρικές και μη - τραγωδίες στην Ευρώπη. Και είναι αλήθεια πως οι πληγές του - αν το κάνουν ποτέ - δύσκολα θα κλείσουν. Ειδικά για τους Ιταλούς, ειδικά για τους συγγενείς και τους κοντινούς ανθρώπους των θυμάτων. Όχι τόσο επειδή, ό,τι κι αν συμβεί, οι αγαπημένοι τους δεν θα πάψουν να είναι νεκροί, δεν θα επιστρέψουν ποτέ στη ζωή. Αλλά κυρίως επειδή η αίσθηση βλασφημίας δύσκολα θα σβήσει. Μέχρι σήμερα το λένε ανοιχτά. Νιώθουν πως κανείς δεν σεβάστηκε τα θύματα, κανείς δεν κατάλαβε, ούτε ενδιαφέρθηκε να καταλάβει το πένθος τους. Και το δάκτυλό τους παραμένει τεντωμένο προς τη Γιουβέντους. Τους παίκτες και τον πρόεδρό της τότε, αλλά και τον σύλλογο συνολικά.
Η έναρξη του παιχνιδιού σαν να μην είχε συμβεί τίποτα, ο πανηγυρισμός του Μισέλ Πλατινί στο γκολ που έκρινε το ματς, ο γύρος του θριάμβου στο διαλυμένο Χέιζελ, οι γιορτές, τα πάρτι στην Ιταλία για το πρώτο Ευρωπαϊκό των Μπιανκονέρι. Και αυτή η αμήχανη σιωπή, το ταμπού, ο μυστικισμός του club επί του θέματος, η άρνησή του - σχεδόν - να «θυμάται» την τραγωδία και τα θύματά της, να τα τιμά. Δεν υπάρχει καν κάποιο μνημείο προς τιμήν τους, δεν υπάρχει μια εκδήλωση, οποιαδήποτε ενέργεια ώστε αυτοί οι οπαδοί να μη χαθούν στη λήθη. Όλα αυτά λοιπόν. Μαζί. Αλάτι στην ανοιχτή πληγή.
Ο Στέφανο Σέντι, που έζησε από μέσα την εφιαλτική βραδιά, θυμάται: «Όλοι στη Λίβερπουλ και τη Γιουβέντους ισχυρίζονται ότι δεν ήξεραν για τον κόσμο που πέθαινε, αλλά αυτό δεν είναι αλήθεια. Ένας διάσημος Ιταλός δημοσιογράφος, ο Τζάνι Μίνα, ήρθε κοντά μας και μας είπε πως υπήρχαν νεκροί. Άρα δεν γίνεται κι αυτοί να μην ήξεραν. Εγώ ο ίδιος είδα τον Στέφαν Τακόνι, τον τερματοφύλακα της Γιουβέντους, και τον παρακάλεσα να μην παίξουν το παιχνίδι γιατί τόσα άτομα είχαν πεθάνει. Δεν απάντησε τίποτα.
Η Γιουβέντους δεν είχε κατακτήσει ποτέ το Πρωταθλητριών, παρ'ότι είχε εμφανιστεί σε τελικούς. Ίσως για αυτό να πανηγυρίστηκε έτσι αυτή η νίκη. Ο πρόεδρός της τότε, Τζανπιέρο Μπονιπέρτι είχε εμμονή με αυτόν τον τίτλο, ήθελε να τον φέρει στο Τορίνο. Για αυτό εθελοτυφλούσε σχετικά με όσα συνέβησαν εκείνο το βράδυ. Ο Μπονιπέρτι αρχικά είπε ότι αυτό το τρόπαιο δεν μετράει μέχρι το επόμενο, πως δεν θα το εκθέσει καν στο παλμαρέ του συλλόγου. Αυτό θα ήταν μια συμβολική κίνηση τουλάχιστον. Αλλά την επόμενη ημέρα, το Κύπελλο ήταν εκεί, ανάμεσα στα άλλα. Η Γιουβέντους δεν ήταν ποτέ υποστηρικτική με κανέναν τρόπο προς τις οικογένειες των θυμάτων και ποτέ δεν απολογήθηκε. Ο σύλλογος ξέχασε την τραγωδία και πανηγύρισε κάνοντας παρέλαση».
Ένας από τους μεγαλύτερους μαχητές στον πόλεμο κατά της λήθης ήταν ο Οτέλο Λορεντίνι, που έχασε τραγικά τον γιο του, Ρομπέρτο, στα συντρίμμια του Χέιζελ. Ο Οτέλο ίδρυσε τον «Οργανισμό Οικογενειών Θυμάτων του Χέιζελ» και δεν σταμάτησε να παλεύει για τη δικαίωση - η νομική στην πραγματικότητα δεν ήρθε ποτέ - προσπαθώντας έστω να κρατήσει «ζωντανούς» όλους τους νεκρούς της τραγωδίας μέσω της μνήμης. Ο εγγονός του, Αντρέα, συνεχίζει σήμερα το όραμά του.
«Για τη Γιουβέντους και την Ιταλική Ομοσπονδία όλο αυτό είναι εξαιρετικά άβολο. Ο Μπονιπέρτι θεωρεί επιτυχία εκείνο το βράδυ, είχε το Κύπελλο σαν παιδί του. Η Γιουβέντους δεν βοήθησε ποτέ τις οικογένειες των θυμάτων. Για 25 χρόνια, από το 1985 μέχρι το 2010, δεν έκανε το παραμικρό για να θυμηθούν και ξαφνικά στην 25η επέτειο οργάνωσαν ένα μνημόσυνο, πριν σιωπήσει ξανά», λέει.
Ο Αντρέα έχει εξαπολύσει τα πυρά του και κατά του Μισέλ Πλατινί, ο οποίος εκείνο το βράδυ σκόραρε, πανηγύρισε το γκολ και το τρόπαιο και ουδέποτε σχολίασε πραγματικά την τραγωδία του Χέιζελ. «Για να έγινε Πρόεδρος στην UEFA, μάλλον έχει πολύ διαφορετικές αναμνήσεις από το Χέιζελ. Μιλάει για το Financial Fair Play, αλλά αρνείται να μιλήσει για το Χέιζελ. Αισθάνεται άβολα». Οι ίδιοι άνθρωποι, οι συγγενείς των θυμάτων, έχουν πολλάκις ομολογήσει πως οι Άγγλοι, οι φορείς της Λίβερπουλ, έχουν υπάρξει πολύ πιο συνεργάσιμοι, πολύ πιο σεβαστικοί ως προς αυτή την τραγωδία. Ίσως εκείνοι να πόνεσαν πραγματικά και να έμαθαν. Η Γιουβέντους από την άλλη, όπως αισθάνονται οι ίδιοι οι οπαδοί της, τήρησε μια πολύ διαφορετική στάση. «Η Γιουβέντους δεν προσπάθησε απλά να κρύψει το Χέιζελ κάτω από το χαλί, αλλά να το θάψει κάτω από το πάτωμα», λένε χαρακτηριστικά.
Οι μεγαλύτεροι εφιάλτες σε γήπεδα

Το Χέιζελ ωστόσο δεν αποτελεί τη μοναδική περίπτωση, όπου ένας ποδοσφαιρικός αγώνας μετατράπηκε σε θανάσιμο εφιάλτη. Οι τραγωδίες είναι αρκετές και το Gazzetta στέκεται στις πιο σοκαριστικές.
Χίλσμπορο, Αγγλία (1989)
Τέσσερα χρόνια μετά την τραγωδία του Χέιζελ, το αγγλικό ποδόσφαιρο σείστηκε ξανά συθέμελα από μια ακόμα καταστροφή. Τον Απρίλιο του 1989 ο ημιτελικός του FA Cup ανάμεσα σε Λίβερπουλ και Νότιγχαμ Φόρεστ βάφτηκε στο αίμα, όταν συνολικά 96 οπαδοί ποδοπατήθηκαν μέχρι θανάτου κι άλλοι 766 τραυματίστηκαν. Ήταν το δεύτερο μεγάλο σοκ στο ποδόσφαιρο της Βρετανίας που προκάλεσε κύμα ριζοσπαστικών αλλαγών που βελτίωσαν τις συνθήκες στα γήπεδα και εξάλειψαν ένα πολύ μεγάλο μέρος των κινδύνων.
Τέσσερα χρόνια μετά την τραγωδία του Χέιζελ, το αγγλικό ποδόσφαιρο σείστηκε ξανά συθέμελα από μια ακόμα καταστροφή. Τον Απρίλιο του 1989 ο ημιτελικός του FA Cup ανάμεσα σε Λίβερπουλ και Νότιγχαμ Φόρεστ βάφτηκε στο αίμα, όταν συνολικά 96 οπαδοί ποδοπατήθηκαν μέχρι θανάτου κι άλλοι 766 τραυματίστηκαν. Ήταν το δεύτερο μεγάλο σοκ στο ποδόσφαιρο της Βρετανίας που προκάλεσε κύμα ριζοσπαστικών αλλαγών που βελτίωσαν τις συνθήκες στα γήπεδα και εξάλειψαν ένα πολύ μεγάλο μέρος των κινδύνων. Το συγκλονιστικό αυτής της υπόθεσης είναι πως η αστυνομία χρόνια μετά παραδέχθηκε πως τα δικά της λάθη έδωσαν αυτή την έκταση στην τραγωδία. «Οι αστοχίες της αστυνομίας ήταν η κύρια αιτία της τραγωδίας, αυτές που μέχρι σήμερα καταστρέφουν τις ζωές των συγγενών των θυμάτων», δήλωσε χαρακτηριστικά το 2017 ο Άντι Μαρς, επικεφαλής της Ακαδημίας της Αστυνομίας στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Στάδιο Νασιονάλ, Περού (1964)
Πρόκειται για τον πιο αιματοβαμμένο αγώνα στην ιστορία του ποδοσφαίρου. Στις 24 Μαΐου του 1964, το ματς ανάμεσα σε Αργεντινή και Περού στη Λίμα απέκτησε διαστάσεις ωρολογιακής βόμβας λόγω μιας αμφιλεγόμενης απόφασης του διαιτητή. Οι εντάσεις κλιμακώθηκαν μετά από παρέμβαση τις Αστυνομίας που πέταξε δακρυγόνα στο πλήθος και πολύ σύντομα ξέσπασε χάος στο γήπεδο και συμπλοκές σε όλο το μήκος του. Ο τραγικός απολογισμός ανήλθε σε 328 νεκρούς που πέθαναν από ασφυξία, ενώ οι τραυματίες υπολογίζονται στους 500.
Νάπολι, Ιταλία (1955)
Σε ευρωπαϊκό τερέν ξεχωρίζει επίσης η τραγωδία του 1955 στην Ιταλία, όταν κατά τη διάρκεια ενός αγώνα ανάμεσα στη Νάπολι και τη Μπολόνια για τη Serie A συνολικά 152 οπαδοί δεν επέστρεψαν ποτέ στα σπίτια τους. Ένα αμφιλεγόμενο σφύριγμα του διαιτητή της αναμέτρησης προκάλεσε οργή στους ταξιδιώτες οπαδούς της Μπολόνια που συγκρούστηκαν με τις δυνάμεις της Αστυνομίας. Σύντομα τα επεισόδια απέκτησαν μορφή χιονοστιβάδας, με 152 ανθρώπους να χάνουν τη ζωή τους, μεταξύ των οποίων και 50 αστυνομικοί.
Στάδιο Άκρα, Γκάνα (2001)
Τον Μάιο του 2001 σημειώθηκε η μεγαλύτερη τραγωδία στο ποδόσφαιρο της Αφρικής, όταν 126 οπαδοί έχασαν τη ζωή τους σε αγώνα ανάμεσα στους Accra Hearts και τους Asante Kotoko για το πρωτάθλημα της Γκάνας. Οι εικόνες θυμίζουν εκείνες που εκτυλίχθηκαν στο Περού, όταν οι συμπλοκές μεταξύ οπαδών και Αστυνομίας κλιμακώθηκαν με ρίψεις κροτίδων και δακρυγόνων. Από τον πανικό εκατοντάδες άνθρωποι συνεθλίβησαν πάνω στα κάγκελα ή πέθαναν από ασφυξία.
Αρέμα - Περσεμπάγια, Ινδονησία (2022)
Οι πολύνεκρες τραγωδίες σε ποδοσφαιρικά γήπεδα πάντως δυστυχώς δεν ανήκουν απλώς στο παρελθόν. Ακόμα και σήμερα ο κίνδυνος ελοχεύει, με πιο βροντερό παράδειγμα το ματς του 2022 ανάμεσα στην Αρέμα και στην Περσεμπάγια, για το τοπικό πρωτάθλημα της Ινδονησίας, όπου καταγράφηκαν συνολικά 174 θάνατοι. Στο φινάλε του αγώνα χιλιάδες οπαδοί εισέβαλαν στον αγωνιστικό χώρο και συγκρούστηκαν με την Αστυνομία, η οποία απάντησε με ρίψη δακρυγόνων. Από τις αναθυμιάσεις εκατοντάδες λιποθύμησαν, ενώ άλλοι έχασαν τη ζωή τους όταν ποδοπατήθηκαν στις εξόδους στην προσπάθειά τους να διαφύγουν.
Γουατεμάλα - Κόστα Ρίκα (1996)
Στις 16 Οκτωβρίου του 1996 ο αγώνας μεταξύ Γουατεμάλας και Κόστα Ρίκα για τα προκριματικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου στοίχισε συνολικά τη ζωή σε 96 οπαδούς. Η αισχροκέρδεια έπαιξε το ρόλο της με υπερπώληση εισιτηρίων και ο συνωστισμός μέσα στο γήπεδο κατέληξε σε τραγωδία. Καθώς ο κόσμος άρχισε να στριμώχνεται στο γήπεδο, ο πανικός επικράτησε και σύντομα διαμορφώθηκε μια ανθρώπινη χιονοστιβάδα, κατά την οποία δεκάδες άτομα συνεθλίβησαν από το βάρος του πλήθους.
Στάδιο Λουζνίκι, Ρωσία (1982)
Γνωστή και ως το «Χίλσμπορο της Ρωσίας», η τραγωδία του γηπέδου Λουζνίκι τον Οκτώβριο του 1982 έχει χαραχθεί ως μια μαύρη μέρα στην ιστορία του ποδοσφαίρου. Κατά τη διάρκεια του αγώνα μεταξύ της Σπαρτάκ Μόσχας και της Χάρλεμ για το Κύπελλο UEFA καταγράφηκαν επίσημα συνολικά 66 θάνατοι, αν και ο αριθμός εικάζεται πως στην πραγματικότητα θα μπορούσε να βρίσκεται κοντά στους 340! Πολλοί άνθρωποι ποδοπατήθηκαν από τον υπεράριθμο πλήθος που προσπαθούσε να μπει στο γήπεδο, ενώ άλλοι έχασαν τη ζωή τους από έλλειψη οξυγόνου.
Θύρα 7, «Γ. Καραϊσκάκης» (1981)
Στην Ελλάδα η τραγωδία της Θύρας 7 ακόμα στοιχειώνει τον ελληνικό αθλητισμό. Πρόκειται για την μεγαλύτερη τραγωδία των ελληνικών γηπέδων, όταν συνολικά 21 οπαδοί έχασαν τη ζωή τους και 55 τραυματίστηκαν στην προσπάθειά τους να βγουν από το «Γ. Καραϊσκάκης» και να γιορτάσουν τον θρίαμβο του Ολυμπιακού με 6-0 επί της ΑΕΚ. Το ντόμινο ξεκίνησε από τη Θύρα 7, με τον συνωστισμό που ακολούθησε να κοστίζει τη ζωή σε 21 ανθρώπους.
Χέιζελ 1985
φωτογραφίες: ΑP, GettyImages
art direction/συνθέσεις: Χρήστος Ζωίδης
